Αξιολόγηση στο δημόσιο: Η "πρόκληση" που γίνεται… "αντίσταση"

Και πάνω που ξεκίνησε για ακόμη μία φορά η συζήτηση για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, διαπιστώνω ότι αποτελεί ένα διαχρονικό ζήτημα, με συνεχείς προσπάθειες μεταρρύθμισης που συναντούν όμως αντιστάσεις και προκλήσεις.
Η κυβέρνηση εισηγείται ένα νέο σύστημα αξιολόγησης, το οποίο επικεντρώνεται στην ανάπτυξη δεξιοτήτων και την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ υπαλλήλων και προϊσταμένων. Τι σημαίνει αυτό; Οι υπάλληλοι θα αξιολογούνται και θα λαμβάνουν ένα ετήσιο πλάνο ανάπτυξης, οι προϊστάμενοι επίσης θα αξιολογούνται, το θέμα είναι ποιος θα κάνει αυτές τις αξιολογήσεις και πόσο αμερόληπτες θα είναι δεδομένων των σχέσεων που έχουν αναπτυχθεί μετά από τόσα χρόνια σχέσεων στο… ίδιο γραφείο.Σκοπός αυτής της διαδικασίας; Να λειτουργήσει καλύτερα το σύστημα, να μην ταλαιπωρείται ο πολίτης, να μην επιβαρύνονται εργασιακά και οι συνεπείς δημόσιοι υπάλληλοι που κάνουν διπλή και τριπλή δουλειά σε αρκετές υπηρεσίες, επειδή οι ίδιοι είναι ευσυνείδητοι και οι άλλοι χωρίς συνείδηση.
Και κάπου εδώ έρχονται οι αμφισβητήσεις αυτού τους συστήματος και της εφαρμογής του. Η ΑΔΕΔΥ, η μεγαλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση των δημοσίων υπαλλήλων, εκφράζει ανησυχίες για την υποκειμενικότητα των κριτηρίων αξιολόγησης που μπορεί να οδηγήσουν σε αδικίες. Γιατί αλλιώς αξιολογείς κάποιον που γνωρίζεις δεκαετίες και αλλιώς κάποιον που γνώρισες στο πρόσφατο παρελθόν. Επιπλέον, η σύνδεση της αξιολόγησης με το μισθολόγιο και τις πιθανές προαγωγές ή έξτρα μπόνους, εντείνει τους φόβους για πιθανές απολύσεις υπαλλήλων που δεν πληρούν τα κριτήρια.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η κοινωνία που ουκ ολίγες φορές έχει ταλαιπωρηθεί από συναλλαγές της με το δημόσιο, φαίνεται να υποστηρίζει την αξιολόγηση ως μέσο βελτίωσης της δημόσιας διοίκησης. Η ανάγκη για ένα πιο αποτελεσματικό κράτος, απαλλαγμένο από γραφειοκρατία και κυρίως κομματισμό, είναι επιτακτική.
Γιατί, μη μου πείτε ότι δημόσιο και ρουσφέτι δεν πάνε μαζί. Τουλάχιστον για τα προηγούμενα χρόνια ήταν δεδομένο. Ένας διορισμός στο δημόσιο, σήμαινε καμιά δεκαριά τουλάχιστον οικογενειακές ψήφοι. Η κυβέρνηση πάντως, τονίζει ότι η αξιολόγηση δεν αποσκοπεί στην τιμωρία, αλλά στην ενίσχυση της παραγωγικότητας και της διαφάνειας, που ουδείς, θεωρώ, λέει «όχι» σε αυτό.
Πάντως, κατά την άποψή μου, η επιτυχία του νέου συστήματος εξαρτάται από την πραγματική εφαρμογή του και την αποδοχή του από τους δημοσίους υπαλλήλους. Κι αυτό διότι η εμπειρία δείχνει ότι οι μεταρρυθμίσεις συχνά αποτυγχάνουν λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης και αντίστασης από συντεχνιακά συμφέροντα. Αν συμφωνήσουμε όλοι ότι πρέπει να αλλάξει το δημόσιο, χωρίς να «τσουβαλιάζουμε» τους πάντες τότε ίσως έχουμε κι αποτέλεσμα.
Ποια η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όμως, σχετικά με το νέο σύστημα αξιολόγησης; Αντιδρούν και μάλιστα σφόδρα. Το ΠΑΣΟΚ εκφράζει επιφυλάξεις επισημαίνοντας ότι η υποχρεωτική αξιολόγηση των δημόσιων δομών χωρίς την απαραίτητη υποδομή μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση των υπηρεσιών και ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα εις βάρος του δημοσίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση επιδιώκει τον κοινωνικό αυτοματισμό, χρησιμοποιώντας την αξιολόγηση ως μέσο για την κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων μέσω της επόμενης συνταγματικής αναθεώρησης. Το ΚΚΕ χαρακτηρίζει την αξιολόγηση ως εργαλείο με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
Και καταλήγουμε στο ότι η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι ένα σύνθετο ζήτημα που απαιτεί ισχυρή πολιτική βούληση, διαφάνεια και συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων. Όσο για την άρση της μονιμότητας που επίσης πολύς λόγος γίνεται, απαιτεί αναθεώρηση σχετικού άρθρου του Συντάγματος, η αναθεώρηση απαιτεί 180 βουλευτές, 180 βουλευτές δεν συμπληρώνονται, οπότε… ίδωμεν.