Η λεβεντογέννα Κρήτη δεν είναι βεντέτα, είναι μαντινάδα και παράδοση
ΜΑΝΤΙΚΟΣ ΛΑΖΟΣΩς νησιώτης πάντα είχα μια ιδιαίτερη αδυναμία στα νησιά του τόπου μας. Ίσως γιατί κάθε νησί κουβαλάει τη δική του ψυχή, τη δική του ανάσα. Μα η Κρήτη — η λεβεντογέννα — είναι κάτι παραπάνω από ένα νησί.
Είναι ιστορία, είναι φως, είναι άνθρωποι με καθαρό βλέμμα και ψυχή βαθειά σαν τα φαράγγια της. Πολλές φορές, ως Ροδίτης, τη συγκρίνω με τον τόπο μου. Και κάθε φορά, ανακαλύπτω πως η Κρήτη έχει μια ομορφιά διπλή: άγρια και ήρεμη μαζί. Μια γη που στέκεται αγέρωχη ανάμεσα στην παράδοση και τον μοντερνισμό.
Και όμως, υπάρχουν στιγμές που η σκιά της βεντέτας έρχεται και σκεπάζει αυτήν τη λαμπρή εικόνα. Οι λίγοι που ζουν μέσα σε αυτόν τον κύκλο αίματος δεν πρέπει να τσουβαλιάζουν τους πολλούς. Γιατί η Κρήτη δεν είναι οι βεντέτες της — είναι οι μαντινάδες της. Είναι οι άνθρωποι που σηκώνουν το κεφάλι ψηλά και τραγουδούν για τη ζωή, όχι για τον θάνατο.
Μίλησα με έναν συγγενή ενός εκ των δύο οικογενειών στα Βορίζια που μου είπε:
«Σε κάποιους μικρούς τόπους, υπάρχουν άτυποι κανόνες. Κανόνες που δεν μπορείς να παραβείς, ακόμα κι αν είναι ενάντιοι στο νόμο».
Τον ρώτησα τι έκανε. Και μου απάντησε απλά:
«Έφυγα. Να γλιτώσω εγώ και τα παιδιά μου».
Ο ίδιος θρηνούσε δικό του άνθρωπο. Έναν άνθρωπο χαμένο μέσα σ’ εκείνον τον φαύλο κύκλο που λέγεται βεντέτα. Εκεί, ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει. Μπορεί να μην υπάρχουν κάμερες ασφαλείας, μπορεί οι άνθρωποι να ζουν κάπως πιο μακριά από τον σύγχρονο κόσμο — κι αυτό, κατά μία έννοια, να είναι ζηλευτό. Μα όταν πας να τους μιλήσεις για αλλαγή, για εξέλιξη, συναντάς σιωπή. Μια «ομερτά» που κρατά τα πάντα μέσα στα στενά όρια του χωριού.
Κι όμως, τα Βορίζια και κάθε τόπος σαν αυτά αξίζουν να ξαναβρούν την ηρεμία τους. Είναι κρίμα ολόκληρη η Ελλάδα — και ο κόσμος — να μαθαίνει για τη σκοτεινή πλευρά της Κρήτης, και όχι για την πραγματική της ψυχή: τη μουσική, τη φιλοξενία, τη λεβεντιά, τις μαντινάδες που υμνούν τον έρωτα, τη φύση, τον άνθρωπο.
Γιατί η Κρήτη είναι ποίηση. Είναι λύρα και καρδιά. Είναι τόπος που μπορεί να ματώσει, αλλά πάντα βρίσκει τρόπο να ξαναγεννηθεί μέσα από τον πόνο.
Και καθώς συλλογιζόμουν όλα αυτά, μου ’ρθε στο νου μια μαντινάδα — όχι από Κρητικό, μα από καρδιάς:
«Τα Βορίζια πενθούν αλλά πρέπει να ελπίζουν,
Ότι οι νέοι που ’ρχονται τον τόπο αυτό θα ανθίσουν.
Το αίμα που εχάθηκε Σασμό να δημιουργήσει,
Και τα κοπέλια ξανά ειρηνικά να ζήσουν.»
Αυτό είναι το χρέος όλων μας — Κρητικών και μη. Να θυμίζουμε πως η λεβεντογέννα Κρήτη δεν είναι βεντέτα.
Είναι μαντινάδα και παράδοση.
Είναι ελπίδα.

