Ο Αλωνάρης φουντώνει…πάλι

Μετά τους δύο πρώτους καύσωνες του φετινού καλοκαιριού παρατηρήθηκε, ότι για τις ευπαθείς ομάδες, αλλά και συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων, η υγεία τους απειλείται.. Μάλιστα, όπως κατέδειξε έρευνα που πραγματοποίησαν τρία μεγάλα πανεπιστήμια του Λονδίνου την περασμένη εβδομάδα, από τις 23 Ιουνίου έως τις 2 Ιουλίου 2025, 2.300 άνθρωποι ίσως να πέθαναν από τον καύσωνα σε 12 πόλεις της Ευρώπης.
Ο φετινός Ιούνιος ήταν και για την Ελλάδα θερμός μήνας, όμως η αίσθηση που έχουμε είναι ότι ήταν πολύ καλύτερος από πέρσι, αφού ο περσινός ήταν πρωτοφανής και ακραίος. Αυτή είναι η παγίδα, διότι αυτό δεν σημαίνει ότι βελτιωνόμαστε.
Τα σίγουρο και ανησυχητικό είναι ότι και ο φετινός Ιούνιος ήταν ζεστός, όπως πολλοί μήνες πριν, πολλά καλοκαίρια από το 2000 και μετά και κυρίως τα πέντε τελευταία, χωρίς αυτό να σημαίνει, βεβαίως, ότι και κάθε καλοκαίρι θα είναι πιο ζεστό από το προηγούμενο, γιατί τότε αλλοίμονο μας. Η τάση, όμως, αυτή είναι.
Ο Ιούνιος φέτος το 2025 ήταν ο δεύτερος θερμότερος τουλάχιστον των τελευταίων 16 ετών σε όλη τη χώρα, αλλά κυρίως στη δυτική και βόρεια Ελλάδα, κατά δύο βαθμούς πάνω από τις κανονικές τιμές και στις Κυκλάδες και Κρήτη κατά ένα βαθμό.
Ο Ιούλιος, από την άλλη, φέτος ήδη μας φιλοδώρησε στην αρχή του, με ένα καύσωνα των 40-41 βαθμών, στη συνέχεια με ένα σχετικά δροσερό διάλειμμα, μέχρι το Σάββατο 12 Ιουλίου. Από χθες, Κυριακή, η θερμοκρασία επανήλθε στους κανονικούς -για μέσα Ιουλίου- 35-36 βαθμούς, κατά μέσο όρο και μέχρι το τέλος της εβδομάδας, θα φτάσει τους 37-38 και τοπικά τους 39 βαθμούς.
Η παρατεταμένη αυτή ζέστη στα κάτω όρια του καύσωνα θα διατηρηθεί έως και το Σάββατο 19 του μήνα. Ναι, αναμφίβολα είναι ζέστη , ζεστή όμως ανεκτή και όχι ανυπόφορη.
Το λέω αυτό, διότι, από τις 20 Ιουλίου και μετά όλα τα στοιχεία συνηγορούν, ότι θα μπούμε στην αγκαλιά ενός νέου αξιόλογου εβδομαδιαίου καύσωνα, με θερμοκρασίες άνω των 39 με 40 βαθμών Κελσίου, στις γνωστές ζεστές κλειστές ηπειρωτικές περιοχές. Συνεπώς, ο φετινός Ιούλιος μπορεί να μην είναι σαν τον ακραίο περσινό, αλλά είναι και αυτός γνήσιο τέκνο της υπερθέρμανσης του πλανήτη, με σίγουρα θετικές θερμοκρασιακές αποκλίσεις.
Δυστυχώς, τα στατιστικά στοιχεία και τα κλιματολογικά διαγράμματα από το 1961-1990 έως σήμερα, από εγκύρους οργανισμούς για το βόρειο τουλάχιστον ημισφαίριο και η προβολή τους στο μέλλον, είναι απογοητευτικά αμείλικτα.
Η κατάσταση έχει ξεφύγει και συνεχίζεται, χωρίς καμία σοβαρή προοπτική επαναφοράς. Τα καλοκαίρια γίνονται συνεχώς βασανιστικά θερμότερα και οι χειμώνες περισσότερο άχιονοι, άνομβροι και χλιαροί.
Οι πρώιμοι, αλλά όλο και πιο συχνοί καύσωνες οδηγούν σε ερωτήματα, όπως κατά πόσο «συνηθίζει» ο ανθρώπινος οργανισμός την έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, αλλά και αν δημιουργείται αρκετές φορές η ψευδαίσθηση “δροσιάς”.
Τα συχνότερα και πιο εκτεταμένα επεισόδια ακραίων θερμοκρασιών δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν μία κανονικότητα. "Συνηθίζουμε", δεν σημαίνει ότι αφηνόμαστε στην αυτοπροστασία, χωρίς να απαιτούμε η υγεία και η διαβίωση μας να προστατευτούν από τους αιρετούς μας άρχοντες και από τις πολιτικές τους, που υποχρεωτικά πρέπει να πάρουν και να νομοθετήσουν σήμερα, αλλά και να εφαρμόσουν αύριο για αυτή τη χώρα, τη φύση, τους πολίτες της και την οικονομία της.