Ανασχηματισμός: restart ή rotation;

Το κύμα διαμαρτυρίας που σάρωσε τη χώρα για τα Τέμπη έστειλε πολλαπλά μηνύματα στην κυβέρνηση με τον Πρωθυπουργό δίχως άλλη επιλογή να αποφασίζει ανασχηματισμό ώστε να διορθώσει όσα δεν του «βγαίνουν» όπως τα είχε υπολογίσει και κυρίως να αλλάξει το αρνητικό κλίμα που επικρατεί. Η μία νέα ακόμη αλλαγή που ετοιμάζει το Μαξίμου εν μέσω δημοσκοπικής καθόδου φαίνεται πως αποτελεί στοίχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη που πρέπει αν θέλει να ακούσει την κοινωνία να αντιμετωπίσει ουσιαστικά θέματα διοικητικά αλλά και επικοινωνιακά. Γιατί ναι, μπορεί να προηγείται ακόμη με μία διαφορά ασφαλείας η ΝΔ και ο ίδιος ως καταλληλότερος για Πρωθυπουργός η ιστορία όμως έχει δείξει πως τα ποσοστά αυτά ανατρέπονται στο δρόμο προς την κάλπη.
Η τραγωδία των Τεμπών και η λανθασμένη ενημέρωση που είχε από την αρχή ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως ο ίδιος έχει παραδεχτεί δημόσια, έχει προκαλέσει τριγμούς στο επιτελείο του και στους στενούς συνεργάτες του με το επιτελικό σχήμα που έδειχνε να αποφασίζει για πολλά τώρα να δοκιμάζεται όσο ποτέ στην εξαετή κυβέρνηση της ΝΔ. Και ίσως όχι άδικα αφού το απόλυτο μπάχαλο που όπως αποδείχτηκε επικράτησε μεταξύ των αρμοδίων φορέων από την επομένη του σιδηροδρομικού δυστυχήματος αφήνει έκθετους όσους βγήκαν στην πρώτη γραμμή κάνοντας δηλώσεις που μόνο ασυνεννοησία, λάθος χειρισμούς και πρόχειρα πορίσματα αποδεικνύουν.
Και το ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα διατηρηθούν στις θέσεις τους όλοι όσοι ευθύνονται για την προχειρότητα και τις αρνητικές εντυπώσεις μετά τον τόσο άδικο χαμό των 57 «ψυχών». Η απάντηση είναι πολύ πιο εύκολη όσο κι αν προβληματίζει. Όσα διαβάζουμε τις τελευταίες μέρες, για τις καραμπόλες μεταξύ υπουργών και τις απομακρύνσεις κάποιων, μάλλον δεν πείθουν ότι θα γίνουν τόσο τολμηρές αλλαγές ώστε η «νέα» κυβέρνηση, το «νέο» κυβερνητικό σχήμα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει υπεύθυνα όχι μόνο την υπόθεση των Τεμπών αλλά και μία σειρά θεμάτων που ταλανίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά, με κυρίαρχα την ακρίβεια και τη δικαιοσύνη. Τα πρόσωπα σίγουρα δεν αρκούν μόνο. Χρειάζεται αλλαγή πολιτικής ακόμη και στην περίπτωση που οι αντιπολιτευτικές εναλλακτικές εξίσου δημοσκοπικά δεν καρπώνονται το κύμα διαμαρτυρίας προς το Μαξίμου.
Κι αυτό γιατί οι πολίτες ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά δείχνουν να μην αφήνουν περιθώρια επιείκειας προς πάσα κατεύθυνση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αυτήν την περίοδο καταγράφεται το μεγαλύτερο ποσοστό ψηφοφόρων όλων των κομμάτων που ζητεί προσφυγή στην κάλπη με ότι αυτό συνεπάγεται για την επόμενη ημέρα καθώς βάσει εκλογικού νόμου και αν η δύναμη των κομμάτων παραμείνει στα δημοσκοπικά δεδομένα της εποχής, κυβέρνηση σχηματίζεται μόνο από συνεργασία.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια που έχει συσσωρευτεί ιδίως μετά τις συγκεντρώσεις της 28ης Φεβρουαρίου είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να αποδείξει ότι με το νέο υπουργικό σχήμα θα μπορέσει καταρχάς να αποπνέει την εμπιστοσύνη που ο ίδιος επιζητά από την πρώτη μέρα εκλογής του αλλά κυρίως να μπουν γερές βάσεις για να αντιμετωπιστούν παθογένειες χρόνων αν θέλει να εξαντλήσει την τετραετία. Οι πολίτες περιμένουν αλλαγές που θα έπρεπε να έχουν γίνει από χθες και ίσως όχι με τα ίδια πρόσωπα που θα προκύψουν από ένα κυβερνητικό rotation, πρόσωπα που εκ του αποτελέσματος η απόδοσή τους έχει αρνητικό πρόσημο.