Άμβλωση και αυτοδιάθεση της γυναίκας
Η παρούσα εργασία έχει σκοπό να αναλύσει το νομικό πλαίσιο γύρω από το δικαίωμα της άμβλωσης στο ελληνικό ισχύον δίκαιο από τη σκοπιά του Συνταγματικού και του Ποινικού δικαίου. Αποσαφηνίζονται τα δικαιώματα της γυναίκας και του εμβρύου, καθώς και ο έννομος φορέας των προστατευτικών διατάξεων. Όροι αλληλένδετοι με το δικαίωμα στην τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης που παράλληλα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην όλη προβληματική είναι το χρονικό σημείο έναρξης της ζωής του ανθρώπου και ο αυτοκαθορισμός-αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος.
Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα θέματα του σύγχρονου κόσμου με κοινωνικές , θρησκευτικές και κυρίως νομικές προεκτάσεις είναι η δυνατότητα της γυναίκας να προβεί σε άμβλωση. Ο διάλογος που επικρατεί αφορά κυρίως τα δικαιώματα της εγκύου και του εμβρύου αλλά και το κατά πόσο μπορεί ένα κράτος να επεμβαίνει πατερναλιστικά στην αυτονομία της γυναίκας. Αποτελεί γεγονός πως τέτοιου είδους επιλογές καθορίζουν τις ζωές των γονέων και του εμβρύου με αποτέλεσμα τα δικαιώματα των εμπλεκόμενων να βρίσκονται πολλές φορές σε αντιπαράθεση.(Συμεωνίδου-Καστανίδου, 2001, σελ. 777) Τα συχνότερα αίτια που ωθούν την κυοφορούσα να επιλέξει τη διακοπή της κύησής είναι λόγοι υγείας της ίδιας και πιθανές επιπλοκές που ελλοχεύουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, λόγοι υγείας του παιδιού, προσωπικοί λόγοι -όπως ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη ειδικότερα των νέων κοριτσιών- και σίγουρα σε περιπτώσεις βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας ή κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί.
Η άμβλωση ή αλλιώς τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης όπως έχει επικρατήσει με το ν.1609/1986, διήλθε από ποικίλα στάδια κατά την πορεία της στην ιστορία µέχρι να καταλήξει στη σύγχρονη µορφή της. Το ζήτημα της άμβλωσης έχει προκαλέσει ανά καιρούς έντονες αντιδράσεις και αμφισβητήσεις σχετικά με το επιτρεπτό της, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα εφαρμόζεται αλλά και με την ηθική της υπόσταση. Οι σχετικές νομοθεσίες ποικίλουν ανάλογα με τη χώρα. Σε ορισμένες χώρες, η άμβλωση επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις -άλλοτε πιο αυστηρές και άλλοτε ελαστικότερες- ενώ σε αρκετά μέρη απαγορεύεται εντελώς. Ωστόσο, ακόμα κι αν απαγορεύεται νομικά η άμβλωση, πολλές γυναίκες δεν θα αποτραπούν να προβούν σε αυτή, αλλά θα την επιχειρήσουν με επισφαλείς τρόπους, και οποιοδήποτε κόστος, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμα και την υγεία τους. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας κάθε χρόνο καταγράφονται 25,000,000 μη ασφαλείς εκτρώσεις, ποσοστό 97% εξ αυτών γίνονται σε αναπτυσσόμενες χώρες. (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, 2017)
Συνταγματικό Δίκαιο
Το γεγονός ότι εμπλέκεται στην προβληματική μας σχετικά με το δικαίωμα στην άμβλωση το υπέρτατο έννομο αγαθό της ζωής δημιουργεί μια λογική πολυπλοκότητα. Η σύγκρουση των δικαιωμάτων -από τη μια το δικαίωμα στη ζωή της εγκύου και από την άλλη του εμβρύου- καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη στάθμιση μεταξύ τους, μιας και το έννομο αγαθό της ζωής αποτελεί τη βάση και την προϋπόθεση για την απόλαυση όλων των υπόλοιπων δικαιωμάτων και “λογικά αναγκαίο όρο για την άσκησή τους”. Στην ελληνική έννομη τάξη, η ζωή, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου -και κατ’ επέκταση η αναπαραγωγική ελευθερία- προστατεύονται ως αξία από το Σύνταγμα και κατοχυρώνονται στο άρθρο 5 παρ. 1,2, σύμφωνα με το οποίο: “ Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και [....]. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο.” Φορείς του δικαιώματος είναι κάθε άνθρωπος που βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια, ημεδαπός ή αλλοδαπός.
Ζήτημα, ωστόσο εγείρεται για τον προσδιορισμό του χρονικού σημείου έναρξης της ανθρώπινης ζωής και κατά επέκταση της αναγνώρισης στο κυοφορούμενο του δικαιώματος στη ζωή. Το ερώτημα ,δηλαδή, που γεννάται, είναι εάν το έμβρυο αποτελεί ζωή κατά την έννοια του Συντάγματος. Η αρχή και το τέλος του φυσικού προσώπου και ο ακριβής προσδιορισμός των δύο βιολογικών περιστατικών αποτελεί αίτημα της ασφάλειας του δικαίου, έτσι ώστε να είναι απολύτως εξακριβωμένο πότε υπήρξε κάποιος φορέας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι αυτονόητη, δεδομένου πως υπάρχει διάσταση απόψεων πάνω στο ζήτημα σε διεθνές επίπεδο. Άλλωστε και το ίδιο το ΕΔΔΑ έχει αποφύγει να αποφανθεί επανειλημμένως. (Βλαχόπουλος, 2017, σελ. 92-93)
Στο ελληνικό δίκαιο δεν έχει διατυπωθεί με ακρίβεια ο χρόνος κατά τον οποίο θεωρείται ότι υπάρχει άνθρωπος. Εντούτοις, βάσει πάγιας νομολογίας, συμπεραίνεται πως το άτομο υφίσταται από την έναρξη των ωδινών εξώθησης και της εμφάνισης του σώματος του νεογνού στον εξωτερικό κόσμο. Η συγκεκριμένη στιγμή αυτή ενέχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί έκτοτε “αρχίζει να υπάρχει στον κοινωνικό χώρο μια αυτοτελής οντότητα που δεν εξαρτάται πλέον οργανικά, κατά απόλυτο τρόπο, από το μητρικό σώμα, και που για τον λόγο αυτό μπορεί πλέον να είναι υποκείμενο δικαίου.” Έως τότε το έμβρυο θεωρείται ως ιδιότητα του γυναικείου σώματος, αφού συνδέεται οργανικά με το σώμα της μητέρας. (Βλαχόπουλος, 2017, σελ.105) Παλαιότερα, γινόταν αποδεκτό πως το έμβρυο υφίστανται από τη στιγμή της σύλληψης. (Η. Γράφου, 1963, σημ. 59)
Με τη πάροδο του χρόνου, οι αντιλήψεις της κοινωνίας για τα δικαιώματα των γυναικών άλλαξαν και δεν θα μπορούσε παρά και το νομοθετικό πλαίσιο να συμβαδίσει με αυτές τις αλλαγές. Η άμβλωση είναι ένα ζήτημα που συνδέεται άμεσα με τα δικαιώματα της γυναίκας, διότι διαδραματίζεται στο σώμα της. Όταν απαγορεύεται νομικά η δυνατότητα ενός ατόμου να αποφασίζει αυτοβούλως για το σώμα του, υπονομεύεται υπέρμετρα η ελευθερία και αυτονομία του και συγκεκριμένα το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο (άρθρο 9 παρ. 1 Συντάγματος). (Συμεωνίδου-Καστανίδου, 2001, σελ.809) Είναι ο John Stuart Mill αυτός που για πρώτη φορά μιλά για την «ιδιωτική» κυριαρχία του ατόμου πάνω στο σώμα του. Κατά τη χαρακτηριστική του έκφραση, «επί του εαυτού του, επί του σώματος και του μυαλού του, το άτομο είναι κυρίαρχο». Στο ίδιο πλαίσιο, ο John Locke θεωρεί ότι “Ο κάθε άνθρωπος είναι ιδιοκτήτης του προσώπου του. Κανείς δεν διαθέτει οποιοδήποτε δικαίωμα παρά μόνο ο ίδιος.” H σύνδεση του σώματος και της ιδιωτικότητας δεν είναι ιδιοκτησιακή και μονοσήμαντη, αφού το σώμα δεν είναι απλώς ο χώρος που εκδηλώνεται η κυριαρχία του ατόμου επί του εαυτού του, αλλά το «κάδρο» του εαυτού του και ο πυρήνας της δυνατότητάς του να διαμορφώνει ελεύθερα και αυτόνομα μια σειρά από ιδιωτικές και προσωπικές επιλογές του. (Χριστίνα Ακριβοπούλου, 2009)
Ποινικό Δίκαιο
Έχει υποστηριχθεί στο παρελθόν πως η απαγόρευση της άμβλωσης επιβάλλεται για κοινωνικούς λόγους, όπως η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος ή η προστασία των ηθών που προσβάλλονται. Ωστόσο, μια τέτοια θεώρηση δεν συνάδει με τη σύγχρονη πραγματικότητα, αφού το δικαίωμα στην διακοπή της κύησης δεν είναι σε καμία περίπτωση κοινωνικό αγαθό, αλλά αυστηρά προσωπικό, δεν σκοπεύει δηλαδή στην προστασία του συνόλου· ούτε μπορούμε από την άλλη να θεωρήσουμε την ηθική έννομο αγαθό, καθώς αυτή σχετίζεται με “εσωτερικές” καταστάσεις και όχι εμπειρίες του εξωτερικού κόσμου. (Μανωλεδάκης, 1973, σ.96)
Στο Ελληνικό Ποινικό Δίκαιο, η άμβλωση θεωρείται έγκλημα, υπάρχουν όμως περιπτώσεις που δεν προβλέπεται κολασμός, και οι οποίες προσδίδουν μεγάλη σημασία σε όλη την προβληματική. Το άρθρο 304 συγκεκριμένα, του Ποινικού Κώδικα αναφέρεται στο έγκλημα της τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης. Σύμφωνα με το άρθρο, τιμωρείται όποιος χωρίς τη συναίνεση της εγκύου διακόπτει την κύησή της (παρ. 1) [ετεράμβλωση χωρίς τη συναίνεση της εγκύου]. Ακόμη τιμωρείται, όποιος με τη συναίνεση της εγκύου ή των προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα ή επιμέλειά της αν αυτή είναι ανίκανη να συναινέσει, [...] ή όποιος προμηθεύει σε έγκυο τα μέσα για τη διακοπή της εγκυμοσύνης της, εφόσον έγινε τουλάχιστον απόπειρα αυτής[...](παρ. 2) [ετεράμβλωση με συναίνεση εγκύου]. Στην ίδια διάταξη τιμωρείται επίσης η έγκυος που µετά την εικοστή τέταρτη εβδομάδα της εγκυμοσύνης της την διακόπτει ή επιτρέπει σε άλλον να τη διακόψει, µια πράξη που θεωρείται ως ιδιαίτερα σκληρή και γι΄ αυτό µη ανεκτή (παρ. 3) [αυτάμβλωση].
Ο άδικος χαρακτήρας του άρθρου 304 ΠΚ αίρεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Δεν έχουν συμπληρωθεί δώδεκα εβδομάδες εγκυμοσύνης.
- Η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας ή κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί και δεν έχουν συμπληρωθεί δεκαεννέα εβδομάδες εγκυμοσύνης.
- Έχουν διαπιστωθεί, με τα μέσα προγεννητικής διάγνωσης, ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση παθολογικού νεογνού ή υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου ή κίνδυνος σοβαρής και διαρκούς βλάβης της σωματικής ή ψυχικής υγείας της. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται σχετική βεβαίωση και του κατά περίπτωση αρμόδιου γιατρού.
Εξαιρετικής σημασίας κρίνεται, για ακόμη μια φορά, να εντοπιστεί ο φορέας της προστατευτικής διάταξης του 304 ΠΚ. Κατά παλαιότερες απόψεις υποστηριζόταν ότι η διάταξη προστατεύει την αγέννητη ζωή. (Ανδρουλάκης, 1974, σελ 89)
Φορέας όμως, του εννόμου αγαθού δεν είναι το έμβρυο αλλά η κυοφορούσα γυναίκα. Το έμβρυο αποτελεί φυσική ιδιότητα του γυναικείου σώματος που ενσωματώνει το συμφέρον της για την απόκτηση υγιούς παιδιού. Ας μη ξεχνάμε ότι το ποινικό δίκαιο είναι ένα καθαρά ανθρωποκεντρικό δίκαιο και όπως αναλύθηκε προηγουμένως, το έμβρυο δεν θεωρείται ολοκληρωμένος άνθρωπος -με εξαίρεση το κληρονομικό δίκαιο (άρθρο 36 ΑΚ) που θεωρείται άνθρωπος υπό την αίρεση ότι θα γεννηθεί ζωντανό. (Συμεωνίδου-Καστανίδου, 2001, σελ. 781) Με τη παρ. 4 του 304 ΠΚ, ο νομοθέτης αναγνωρίζει ευθέως ορισμένα έννομα αγαθά υπέρτερα σε σχέση με το έννομο αγαθό της εν γένεσει ζωής. Για την προάσπιση αυτών των εννόμων αγαθών επιτρέπει την άμβλωση και αίρει τον άδικο χαρακτήρα της.
Είναι εύλογο να αναρωτιέται κανείς γιατί ο νόμος θέτει το όριο των 12 εβδομάδων για την ελεύθερη άσκηση του δικαιώματος της γυναίκας στην διακοπή της κύησής της. Στην πραγματικότητα, το όριο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυθαίρετο, μιας και στις περισσότερες νομοθετικές προβλέψεις ανά τον κόσμο ορίζονται διαφορετικά χρονικά πλαίσια. Αν όμως αποδεσμεύσουμε τη σκέψη μας από την προσπάθεια αντιμετώπισης του εμβρύου ως αυθύπαρκτης προσωπικότητας, θα αναλογιστούμε τη ανάγκη του καθορισμού ενός χρονικού ορίου στο οποίο να επιτρέπεται ελευθέρως η άμβλωση. Το χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο θεωρείται δικαιολογημένη, η τεχνητή διακοπή της κύησης προσδιορίζεται με δύο κυρίως κριτήρια: να μην είναι ασφυκτικά μικρό ώστε να αναιρεί ουσιαστικά το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού της γυναίκας και να μην εκτείνεται σε σημείο που η επέμβαση να δημιουργεί κινδύνους για την υγεία της και της δυνατότητας να τεκνοποιήσει στο μέλλον.(Συμεωνίδου-Καστανίδου, 2001, σελ. 797)
Αν ανατρέξουμε και στις προγενέστερες τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, θα αντιληφθούμε πως υπάρχει μια τάση μείωσης των ποινών και σταδιακής αναγνώρισης της αναπαραγωγικής ελευθερίας της γυναίκας, το οποίο σχετίζεται άμεσα και με τους αγώνες των γυναικών για κατοχύρωση των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων. Παρατηρείται δηλαδή, μια συρρίκνωση της προστασίας του εμβρύου σε σχέση µε την προστασία της ζωής, γεγονός που οφείλεται στην ποιοτική διαφορά του εµβρύου ως εννόµου αγαθού συγκριτικά µε αυτό της ζωής της γυναίκας. Αναλυτικότερα, η ζωή της εγκύου θεωρείται μεγαλύτερης αξίας από τη ζωή του εμβρύου. Σε αντίθεση με τον άνθρωπο, το έμβρυο δεν έχει ανεξάρτητη υπόσταση. Είναι οργανικά εξαρτημένο καθόλη τη διάρκεια της κύησης από το σώμα της μητέρας και εξασφαλίζει την ύπαρξη του μέσω εκείνου. Εξάλλου, στον εξωτερικό-κοινωνικό χώρο το έμβρυο δεν υπάρχει καν ως αυθύπαρκτη οντότητα για όλο το διάστημα της κύησης. Από το χρονικό δευτερόλεπτο, όμως, που το νεογέννητο εξέρχεται από τον κόλπο της μητέρας του υφίσταται ως ανεξάρτητο ον, σαν άνθρωπος. (Συμεωνίδου-Καστανίδου, 2001, σελ. 35) Τυχόν πράξεις δηλαδή, που προσβάλλουν την ζωή του παιδιού για να προστατευθεί η υγεία ή η ζωή της μητέρας, δεν δικαιολογούνται και παραμένουν άδικες. Δεν δικαιολογείται, για παράδειγμα, η θανάτωση ενός παιδιού, το οποίο ήταν αποτέλεσμα βιασμού της μητέρας ή αποπλάνησης αν ήταν ανήλικη, όσο ψυχικό πόνο και αν προσδίδει αυτό στη μητέρα. Μια τέτοια πράξη θα αντιμετωπιζόταν ως ανθρωποκτονία με τις κυρώσεις που επέρχονται σε κάθε περίπτωση θανάτωσης ανθρώπου.
Επίλογος
Όπως παρατηρήθηκε και παραπάνω, η Ελληνική έννομη τάξη παρέχει μια αξιόλογη νομική προστασία για την αναπαραγωγική ελευθερία της γυναίκας -τουλάχιστον σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Από τη μια, το Σύνταγμά ενώ δεν ρυθμίζει ρητώς το ζήτημα των αμβλώσεων, περιέχει διατάξεις που να σχετίζονται με αυτό. Από την άλλη, ο Ποινικός Κώδικας επιτρέπει ελευθέρως για ένα χρονικό διάστημα την τεχνητή διακοπή της κύησης. Ωστόσο, ο μεμπτός χαρακτήρας αυτής της πράξης είναι φανερός από τη διατύπωση του ποινικού νόμου, ακόμα και αν διατυπώνει λόγους άρσης του αδίκου στην τελευταία παράγραφο. Η προστασία της αναπαραγωγικής ελευθερίας δεν μπορεί όμως, να έχει τη μορφή ποινικών κυρώσεων για την ίδια τη γυναίκα, οι οποίες άλλωστε και κατά γενική ομολογία αποδεικνύονται αναποτελεσματικές. Δεν είναι τυχαίος ο μεγάλος αριθμός αμβλώσεων που πραγματοποιούνται στη χώρα μας. Η προστασία θα μπορούσε να συνίσταται, αρχικά, στην παροχή της κατάλληλης συμβουλευτικής και ψυχολογικής υποστήριξης της εγκύου προκειμένου να τη βοηθήσει στην απόφασή της να γεννήσει το παιδί, αλλά και στην υλική υποστήριξη της γυναίκας/οικογένειας που έχει κατ’ αρχήν την επιθυμία να γεννήσει το παιδί. ( Βλαχόπουλος, 2019 ) Επιπλέον, πάγιο αίτημα πολλών γυναικών είναι να κατοχυρωθεί ένα πανευρωπαϊκό δικαίωμα στην άμβλωση, προκειμένου να προστατεύεται ένα τόσο σημαντικό έννομο αγαθό, όπως η αναπαραγωγική ελευθερία από τυχόν κυβερνητικές αυθαιρεσίες των κρατών μελών.
*H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.