Μπασάρ Αλ Άσαντ : Μια ιδιόμορφη περίπτωση δικτάτορα
Στα Αραβικά, η λέξη «Άσαντ» σημαίνει «λιοντάρι». Εν προκειμένω, ελάχιστοι πίστεψαν ποτέ πως η συγκεκριμένη ορολογία ταίριαζε, έστω και συμβολικά, στον επικεφαλής της Συριακής Κυβέρνησης, ο οποίος μέχρι προσφάτως εθεωρείτο τελειωμένος σε πολιτικό/διοικητικό επίπεδο, φαντάζοντας έτσι ως μια ακόμα (τυπική) περίπτωση Μεσανατολικού Δικτάτορα με άδοξο τέλος, στα μάτια της Διεθνούς Κοινότητας. Αν όμως όλα τα προαναφερθέντα ίσχυαν, τότε σε ποια αίτια θα αποδοθεί η πλήρης ανατροπή της κατάστασης, πώς είναι δυνατόν ένα ''outsider'' να επικρατήσει σε μια παρτίδα όπου οι ισχυρότεροι και περισσότεροι δρώντες ήταν εκ προοιμίου εναντίον του;
Για να κατανοήσουμε πλήρως την κριτική αναδρομή στα πεπραγμένα του Άσαντ, καθώς και τι μέλλει γενέσθαι στην περιοχή, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εν τάχει μερικά γεγονότα. Ο Άσαντ, αναλαμβάνει την εξουσία το 2000, με τον τυπικό τρόπο ''διαδοχής'' της οικογένειάς του: τον οικογενειοκρατικό και καθόλα δυναστειακό. Στα πλαίσια της μεσανατολικής κουλτούρας και πολιτικής διαχείρισης, το συριακό κυβερνητικό μόρφωμα, παρά κάποιες εκσυγχρονιστικές προσπάθειες, κατέληξε σε προσαγωγές αντιφρονούντων, απαγορεύσεις πάσης φύσεως (ιδίως διαδικτυακές), ενώ δεν έλειψαν οι βίαιες καταστολές εις ό,τι αφορά τις λαϊκές διαδηλώσεις. Αποκορύφωμα αυτής της αστάθειας, όπως συνέβη σε πάμπολλα αραβικά κράτη, ήταν η Αραβική Άνοιξη του 2011, η οποία οδήγησε σε γενικευμένο Συριακό εμφύλιο το 2012. Η Δύση (κυρίως ΗΠΑ, Μ.Βρετανία, Γαλλία) και Αραβικές χώρες, με κυρίαρχη τη Σαουδική Αραβία, καταδίκασαν το καθεστώς Άσαντ, στήριξαν άμεσα την εξτρεμιστική αντιπολίτευση (και έμμεσα τους εξτρεμιστές τρομοκράτες της περιοχής), ενώ προσπάθησαν ουκ ολίγες φορές να τον καλέσουν επίσημα σε παραίτηση μέσω του ΟΗΕ, κάτι το οποίο εμποδίστηκε από την Κίνα και τη Ρωσία, λόγω των γεωστρατηγικών τους επιδιώξεων. Οι δύο αυτές προαναφερθείσες χώρες και δη η Ρωσία, αποτέλεσαν και αποτελούν τα στηρίγματα του Συριακού Προέδρου στο διεθνές στερέωμα.
Παρά τα πολλαπλά μέτωπα των τζιχαντιστών, τους ενισχυμένους από περιφερειακές/ ισλαμικές/σουνιτικές δυνάμεις αντάρτες, την απόσχιση των Κούρδων και το διεθνή αποκλεισμό, ο Άσαντ μαζί με το συριακό στρατό και την αλλεπάλληλη ρωσική βοήθεια σε στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο, κατάφερε να ανακαταλάβει τη χώρα του έπειτα από οκτώ χρόνια αιματοχυσίας και πολεμικές φρικαλεότητες. Κατά τη διάρκεια των μαχών, η κυβέρνησή του, παρά τον προηγούμενο απολυταρχικό της, μεσανατολικό χαρακτήρα που δεν θυμιζε σε τίποτα ένα υγιές κράτος δικαίου, έκανε προσπάθειες νομιμοποίησης των δράσεων της, μέσα από τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος και εκλογών αντιπροσώπων, ενώ έθεσε πλώρη για εκπόνηση νέου Συντάγματος. Εν ολίγοις, ο Άσαντ, αποτελεί ίσως την μοναδική περίπτωση ηγέτη μεσανατολικού κράτους, που παρά το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης και του μετέπειτα καταστροφικού εμφυλίου, κατάφερε να μην ενδώσει στις πιέσεις ενός διαμεσολαβητικού πολέμου, δίχως να επιτρέψει να διαμελιστεί το κράτος του σε υπο-περιφέρειες αλλότριων συμφερόντων και ελέγχου, όπως έχει γίνει πολλάκις στην περιοχή, κατά τα πρότυπα της Λιβύης ή χειρότερα, της Υεμένης. Κάπως έτσι, το ''κουτσό'' άλογο των Ρώσων κατάφερε να ''νικήσει'' την κούρσα παρά τις αρνητικές αποδόσεις όλων των στοιχημάτων εναντίον του.
Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψιν μας τα ανωτέρω, είναι καιρός να χαράξουμε ξεκάθαρες στρατηγικές πορείες, παρουσιάζοντάς τις στο Δημόσιο Διάλογο. Καταρχάς, για άλλη μια φορά, η Ελλάδα πειθάρχησε στο Αμερικανικό άρμα διπλωματικών αποφάσεων, καθώς αποτελεί μία από τις μονάχα (!) τέσσερις Ευρωπαϊκές χώρες που διέκοψαν διπλωματικές σχέσεις με τη Συρία, από το 2012, όταν το γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό της συμφέρον μας αποδεικνύει επιτακτικά τη στενή σχέση που θα έπρεπε να έχει με τον γειτονικό λαό. Έστω και ετεροχρονισμένα, έχοντας πλέον δει την πορεία του συριακού λαού, αλλά και το κοινό μας συμφέρον συναρτήσει της τουρκικής επεκτατικότητας, οφείλουμε να αναγνωριστούμε αμφότεροι ως φύσει σύμμαχοι. Πρέπει, λοιπόν, να επιδιώξουμε μια στενή διμερή συνεργασία με τη Συρία, με μακροπρόθεσμο στόχο την ένταξη της σε διπλωματικά fora της περιοχής, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η Ελλάδα αντιμετωπίζει χώρες όπως η Αίγυπτος, η Κύπρος, το Ισραήλ κ.ά., μια στρατηγική η οποία θα έχει ανταποδοτικό όφελος εις ό,τι αφορά τη σταθερότητα της Ευρασίας ή ακόμα και τη διευθέτηση του προσφυγικού, με τη διπλωματική εξομάλυνση της κατάστασης.
Κατά δεύτερον, ο Άσαντ, παρά τα όσα λάθη και τις αντιδημοκρατικές πρακτικές της οικογενειακής παράδοσής του, είναι ο μοναδικός επικεφαλής κράτους στη Μέση Ανατολή που δεν φοβήθηκε να κατονομάσει με τρόπο κρυστάλλινο την επεκτατική και φονταμενταλιστική λογική του Ερντογάν, λέγοντας δημόσια πως ο Τούρκος Πρόεδρος ανήκει στους Αδερφούς Μουσουλμάνους, ενώ δεν δίστασε να τον αντιμετωπίσει και στο πεδίο της μάχης. Η συμμαχία με τους Κούρδους, εκτός από αναγκαιότητα των καιρών, αποτελεί μια πρωτοφανή ευκαιρία για τον ίδιο τον Άσαντ να επιλύσει ένα εντελώς ακανθώδες συριακό ζήτημα. Οι Κούρδοι έχουν πολεμήσει για την περιοχή τους και έτι μια φορά, προδόθηκαν εις ό,τι αφορά το δικό τους αυτόνομο κράτος. Ήρθε η ώρα, η Συριακή Κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει αυτή τη συγκυρία προς όφελος της, με το να εκπονήσει ένα Σύνταγμα που θα κατοχυρώνει όλες τις θρησκευτικές, πολιτικές και εθνοτικές ομάδες εντός της χώρας, κάτι που άλλωστε έχει προταθεί και από επίσημα χείλη της Μόσχας. Υπό το ίδιο πρίσμα, μπορεί να προβλεφθεί ένα ενδιάμεσο/προσωρινό ημιαυτονόμο καθεστώς για την περίπτωση των Κούρδων της Βορειοανατολικής Συρίας, με μακροπρόθεσμο στόχο την ουσιαστική και καθολική ενσωμάτωσή τους στον κρατικό συριακό κορμό, εφόσον βρεθεί το κοινό έδαφος ανάμεσα στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και τα αιτήματα του κουρδικού λαού, με την Ρωσία να δρα ως επιβλέπουσα δύναμη της όλης προσπάθειας (εξάλλου η Ρωσία αποτελεί πλέον τη μοναδική δύναμη συνεννόησης στη Μ.Ανατολή μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ και τις αναρίθμητες διπλωματικές ασυνέπειές τους, ιδίως κατά την εποχή Τραμπ).
Εν κατακλείδι, η Συρία του Άσαντ, εάν δράσει με τρόπο που δημιουργεί βιώσιμη προοπτική για τον σταθεροποιητικό της ρόλο, μπορεί να αποτελέσει μόνιμο αντίβαρο σε πάσης φύσεως τρομοκρατικές, επεκτατικές ή διαμεσολαβητικές ενέργειες σε ολόκληρη την Ανατολή, γεγονός που και η Ελλάδα, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν χρέος να εκμεταλλευτούν. Εις ό,τι αφορά τον ίδιο τον Άσαντ, προβάλλονται δύο επικρατέστερα σενάρια: α) είτε θα αποδείξει απτά ότι έμαθε από τα λάθη του, δημιουργώντας μια κρατική δομή που θα βασίζεται στην ισότητα και την προστασία των διαφορετικών ομάδων, δίχως αυταρχισμούς και βιαιότητες που δεν θα εξομαλύνουν την κατάσταση, αλλά αντιθέτως θα επαναφέρουν εμφυλιακά πάθη στην επιφάνεια, είτε β) θα επαναλάβει ένα φαύλο κύκλο, μονάχα που αυτή τη φορά, θα του κοστίσει πολύ, μα πολύ, πιο ακριβά...
*H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.