Γιαγιά όταν μεγαλώσω θα σε κάνω πλούσια…
67 ευρώ μείoν και πάλι. Προσπαθεί να συγκρατήσει τα δάκρυα της για να μην την δει ο εγγονός της. Δεν μπορεί όμως. Αγανάκτηση, θυμός, παράπονο γίνονται ένα και σα χείμαρρος τα δάκρυα της ξεφεύγουν από τα μάτια . Η σύνταξη της πλέον μετά της απανωτές περικοπές έφτασε στο κατώτερο όριο.
67 ευρώ μείoν και πάλι μονολογεί. Αυτά τα 67 ευρώ ήταν τα φάρμακα του μήνα. Κόπηκαν και αυτά. Πως θα τα βγάλει πλέον πέρα. Πως θα πληρώσει το δάνειο, τη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ, την ΕΥΔΑΠ ,τα καθημερινά της έξοδα.
67 ευρώ μείoν και πάλι και το υπόλοιπο δεν φτάνει ούτε μέχρι της 15 του μήνα.
67 ευρώ μείoν και σκέπτεται …. ούτε αυτόν τον μήνα θα πάρει ένα, έστω μικρό δώρο στο Θάνο της, το μικρότερο εγγονάκι της που έχει γίνει το φιλαράκι της, το χαμομηλάκι της, όπως τον αποκαλεί.
Αντράκι πια το μικρό όταν βλέπει τη γιαγιά να μη μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυα της, φέρνει τον τενεκεδένιο αυτοσχέδιο κουμπάρα του και της λέει…
-Γιαγιά όταν μεγαλώσω θα σε κάνω πλούσια, θα γίνω δήμαρχος όλης της γης και θα σ αγαπώ πιο πολύ. Κοίτα πόσα λεφτά έχω, μη στενοχωριέσαι, αυτοί οι κακοί άνθρωποι δεν θα έχουν τίποτα, εγώ όμως θα σου πάρω όλες τις σοκολάτες και τις καραμέλες της γης…
Όλα αυτά τα ζω από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Η γιαγιά αφήνει το ακουστικό, είμαι σίγουρη ότι σκουπίζει τα μάτια της, φαντάζομαι ότι τον αγκαλιάζει και τον φιλάει, μιας και ακούω το κελαριστό γέλιο του μικρού. Πάλι καλά που υπάρχει ο Θάνος στη ζωή της, σκέπτομαι….
Είναι μια ακόμη τραγική αλλά συνάμα και γλυκιά σκηνή- στην οποία έγινα αυτήκοη μάρτυρας αυτή τη φορά- .Ανάλογες σκηνές εκτυλίχθησαν στα σκαλοπάτια των τραπεζών και στη συνέχεια στα σπίτια χιλιάδων συνταξιούχων που πλήρωσαν και πάλι αυτοί το μάρμαρο για τα ελλειμματικά ταμεία.
Δεν ήταν λεφτά που έφαγαν, που έκλεψαν, που καταχράστηκαν. Ήταν λεφτά που δούλεψαν και για τα οποία μόχθησαν και τώρα τους τα ξαναπήραν, χωρίς και πάλι να πειραχθούν αυτοί που πραγματικά συνέβαλαν στην καταστροφή μας.
Ντροπή σας ,για μια ακόμη φορά που κάνατε εκατομμύρια συνταξιούχους να ραγίσουν, να γονατίσουν, να δακρύσουν.
Έλεος πια…