Το “ιερό δισκοπότηρο” των κρίσιμων ορυκτών του Ντονέτσκ

Στην τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ - Πούτιν, ο τελευταίος φέρεται να δήλωσε ότι η Ουκρανία πρέπει να παραχωρήσει το υπόλοιπο της μη κατεχόμενης περιφέρειας του Ντονέτσκ “ως προϋπόθεση για τον τερματισμό του πολέμου”.
Το ant1news.gr εντόπισε και ανέλυσε στοιχεία που είχε συγκεντρώσει ο ουκρανικός οργανισμός για την προώθηση των επενδύσεων πριν από την έναρξη του πολέμου για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων της χώρας και από αυτά φαίνεται ότι το Ντονέτσκ είναι μία από τις πλέον “πολύτιμες” περιοχές της ευρωπαϊκής ηπείρου, όσον αφορά τα κρίσιμα ορυκτά και μέταλλα που χρησιμοποιούνται στις πράσινες τεχνολογίες και την αμυντική βιομηχανία.
του Χάρη Καρανίκα
Πριν από λίγες ημέρες ο Αμερικανός Πρόεδρος ακύρωσε τη συνάντηση με τον Ρώσο ομόλογό του που προγραμματιζόταν να γίνει εντός των ερχόμενων δύο εβδομάδων στη Βουδαπέστη συμπεραίνοντας ότι “καλές οι συζητήσεις με τον Πούτιν, αλλά δεν οδηγούν πουθενά”. Αμέσως μετά έλαβε νέες κυρώσεις κατά ρωσικών ενεργειακών κολοσσών, σε μία κομβική στροφή όσον αφορά την προσέγγισή του για την έναρξη των ειρηνευτικών διαδικασιών στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Πριν από αυτή τη “στροφή”, στις 18 Οκτωβρίου η Washington Post είχε αποκαλύψει ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε τηλεφωνικά στον Ντόναλντ Τραμπ ότι η Ουκρανία πρέπει να παραχωρήσει το υπόλοιπο της μη κατεχόμενης περιφέρειας του Ντονέτσκ στη Ρωσία “ως προϋπόθεση για τον τερματισμό του πολέμου” και ότι “θα ήταν πρόθυμος να παραδώσει τμήματα” των κατεχόμενων περιφερειών Ζαπορίζια και Χερσώνα σε αντάλλαγμα. Αυτές ήταν και οι πιο πρόσφατες συζητήσεις μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, που “δεν οδηγούν πουθενά”.
Σε εκείνο το τηλεφώνημα ο Ρώσος Πρόεδρος δεν έλεγε κάτι νέο: τον Αύγουστο του 2025, στη συνάντηση της Αλάσκας με τον Αμερικανό Πρόεδρο είχε ξαναζητήσει ολόκληρη την περιφέρεια του Ντονέτσκ ως αντάλλαγμα για εκεχειρία, η οποία δεν επετεύχθη.
Η περιφέρεια Ντονέτσκ περιλαμβάνει εδάφη στρατηγικά, ζωτικής σημασίας για την άμυνα και τη βιομηχανία της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένου του “φρουρίου” - μίας ζώνης που αποτελεί την κύρια αμυντική γραμμή των Ουκρανών από το 2014, όταν έγινε η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Σύμφωνα με ανάλυση του Ινστιτούτου για τη Μελέτη του Πολέμου (ISW), ένα αμερικανικό think tank με έδρα την Ουάσινγκτον, οι ρωσικές δυνάμεις δεν έχουν προς το παρόν διαθέσιμα μέσα για να περικυκλώσουν ή να διεισδύσουν γρήγορα στη “ζώνη του φρουρίου”, η οποία πιθανότατα θα χρειαστεί αρκετά χρόνια για να καταληφθεί με τον τρέχοντα ρυθμό προέλασής τους. “Η παραχώρηση της περιφέρειας Ντονέτσκ στη Ρωσία θα επέτρεπε στις ρωσικές δυνάμεις να αποφύγουν μια μακρά και αιματηρή μάχη και να συνεχίσουν να μάχονται σε βαθιά μετόπισθεν της Ουκρανίας από νέες θέσεις κατά μήκος των συνόρων της περιφέρειας”, αναφέρει το ISW.
Ξεκινώντας τον Απρίλιοτου 2014 με τις επιχειρήσεις της Ρωσίας στην ηπειρωτική Ουκρανία, έντεκα χρόνια μετά ο Πούτιν δεν έχει καταφέρει ακόμα να κατακτήσει ολόκληρη την περιοχή του Ντονέτσκ.
Βασικό εμπόδιο φαίνεται να είναι η καλή οργάνωση των ουκρανικών δυνάμεων στην “ζώνη του φρουρίου”. Η Ουκρανία έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια α δημιουργήσει βάσεις, γραμμές ανεφοδιασμού και συστήματα χαρακωμάτων, καταφυγίων, οχυρώσεων, που λειτουργούν σαν “φρούριο” - από εκεί πήρε και η περιοχή το όνομά της. Η Ρωσία έχει επανειλημμένα επιχειρήσει να καταλάβει την περιφέρεια, ρίχνοντας μεγάλο βάρος των στρατιωτικών δυνάμεων εκεί, όμως χωρίς να επιτύχει 100% τους σκοπούς της - δεν είναι τυχαίο ότι η “ζώνη του φρουρίου” έχει αποκτήσει τη φήμη της “ζώνης του θανάτου” για Ρώσους στρατιώτες. Αντίθετα, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν καταλάβει σχεδόν πλήρως τη γειτονική περιφέρεια του Λουχάνσκ.
Το γεγονός ότι σύμφωνα με το ρωσικό σύνταγμα, το οποίο τροποποιήθηκε το 2022, η περιφέρεια Ντόνετσκ, μεταξύ άλλων, αποτελεί επίσημα (αν και παράνομα) μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, εξηγεί μόνο εν μέρει αυτή την πολυετή “εμμονή” του Ρώσου Προέδρου, αφού ως “εγγυητής” του συντάγματος είναι υποχρεωμένος να διασφαλίσει την εφαρμογή του. Η πλήρης εξήγηση ενδεχομένως να κρύβεται κάτω από το έδαφος.
Πριν από τη ρωσική εισβολή του 2022, στην Ουκρανία είχαν καταγραφεί περίπου 8700 αποδεδειγμένα κοιτάσματα μεταλλευμάτων, συμπεριλαμβανομένων 117 από τα 120 μέταλλα και ορυκτά που χρησιμοποιούνται περισσότερο παγκοσμίως.
Τα περισσότερα από αυτά βρίσκονται στην αποκαλούμενη “ουκρανική ασπίδα”, έναν γεωλογικό σχηματισμό, που εκτείνεται από τα νοτιοανατολικά τμήματα της χώρας, δηλαδή το Ντονέτσκ, το Λουχάνσκ, και τη Ζαπορίζια και το Ντνιεπροπετρόφσκ έως τα κεντρικά στην Πολτόβα και το Χάρκοβο. Πρόκειται για ένα ογκώδες, κρυσταλλικό πέτρωμα που σχηματίστηκε πριν από 2,5 δισεκατομμύρια χρόνια, και αντιπροσωπεύει ένα από τα παλαιότερα και πιο σταθερά ηπειρωτικά μπλοκ του πλανήτη. Γεωλογικές διεργασίες με την πάροδο του χρόνου δημιούργησαν τις συνθήκες για τον σχηματισμό αρκετών ορυκτών κοιτασμάτων όπως λιθίου, γραφίτη, μαγγανίου, τιτανίου και σπάνιων γαιών.
Η γεωγραφική εστίαση των στρατιωτικών προσπαθειών της Ρωσίας, όπως και η τροποποίηση του συντάγματος το 2022, δεν είναι καθόλου συμπτωματική: Η περιοχή Δνείπερου-Ντονέτσκ συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό στη χώρα όσον αφορά τα αποθέματα πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα. Ακόμα πιο σημαντικό: μεγάλες ποσότητες κρίσιμων ορυκτών συγκεντρώνονται στο Ντονέτσκ και τις γειτονικές περιοχές.
Λίγους μήνες πριν από την εισβολή της Ρωσίας ο ουκρανικός οργανισμός για την προώθηση των επενδύσεων είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τον ορυκτό πλούτο της χώρας προς αξιοποίηση, τα οποία αποτυπώνονται σε έγγραφα και άδειες εκμετάλλευσης προς δημοπράτηση. Το ant1news.gr εντόπισε αρκετά από αυτά τα στοιχεία, όπου φαίνεται ότι το Ντονέτσκ είναι μία από τις πλέον πολύτιμες περιφέρειες της χώρας, όσον αφορά τις σπάνιες γαίες και τα μέταλλα που χρησιμοποιούνται στις πράσινες τεχνολογίες και την αμυντική βιομηχανία.
Αν και οι ρωσικές δυνάμεις είχαν καταλάβει εδάφη όπου υπάρχουν πολλά “ελπιδοφόρα” κοιτάσματα από την πρώτη χρονιά του πολέμου, τον Ιούνιο του 2025 υπήρξε μία σημαντική εξέλιξη: το ουκρανικό χωριό Σεβτσένκο στο Ντονέτσκ πέρασε στην κατοχή τους και μαζί του ένα από τα πλέον υποσχόμενα κοιτάσματα λιθίου της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το πεδίο Σεβτσένκιφσκε, όπως αναφέρεται στα έγγραφα του ουκρανικού οργανισμού για την προώθηση των επενδύσεων, έχει διαπιστωμένες συγκεντρώσεις οξειδίου του λιθίου και εκτείνεται σε μία περιοχή 400 στρεμμάτων, κοντά σε κεντρικές οδικές αρτηρίες.
“Εκτός από το κύριο στοιχείο - λίθιο, το πεδίο συγκεντρώνει και άλλα σπάνια στοιχεία. Σε αυτά περιλαμβάνονται το ρουβίδιο, το καίσιο, το ταντάλιο, το νιόβιο, το βηρύλλιο και ο κασσίτερος”, αναφέρεται σε έγγραφο της ουκρανικής γεωλογικής υπηρεσίας και του οργανισμού προώθησης των επενδύσεων για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές για την εκμετάλλευση του πεδίου Σεβτσένκιφσκε. Σύμφωνα με εκτιμήσεις που έγιναν τον Ιανουάριο του 2024, η αξία του κοιτάσματος ενδέχεται να έφτανε τα 140 δισεκατομμύρια δολάρια, με βάση τα πιθανολογούμενα αποθέματα και τις τιμές αγοράς λιθίου εκείνη την εποχή. Σήμερα, που οι τιμές του οξειδίου λιθίου και του ανθρακικού λιθίου έχουν υποχωρήσει κατά 30- 40% σε σχέση με τα επίπεδα του Ιανουαρίου 2024, η αξία του μπορεί να φτάνει τα 85-95 δισεκατομμύρια δολάρια.
Από την πρώτη χρονιά του πολέμου οι Ρώσοι είχαν καταλάβει και το πεδίο Κρούτα Μπάλκα, στην περιφέρεια Ζαπορίζια, δίπλα από το Ντονέτσκ. Και εκείνο το κοίτασμα, εκτός από το λίθιο ως κύριο στοιχείο, περιέχει ρουβίδιο, καίσιο, ταντάλιο, νιόβιο, βηρύλλιο και κασσίτερο - όπως ακριβώς και το Σεβτσένκιφσκε. Όσον αφορά την αξία του Κρούτα Μπάλκα δεν υπάρχουν ακριβείς εκτιμήσεις, μόνο ότι κυμαίνεται στο επίπεδο των “δισεκατομμυρίων δολαρίων”.
Τα περισσότερα από τα προαναφερόμενα στοιχεία θεωρούνται περιζήτητα: το λίθιο χρησιμοποιείται εκτενώς για την κατασκευή μπαταριών σε ηλεκτρικά οχήματα, επαναφορτιζόμενες μπαταρίες και σε βιομηχανικές και σε ιατρικές εφαρμογές. Δεν είναι αμελητέα η χρήση του και στην αμυντική βιομηχανία, ως καύσιμο σύντηξης σε θερμοπυρηνικά όπλα με τη μορφή δευτεριδίου του λιθίου. Το βηρύλλιο χρησιμοποιείται σε αεροδιαστημικές, αμυντικές και πυρηνικές εφαρμογές, καθώς και σε ηλεκτρονικά είδη ευρείας κατανάλωσης, σε εξοπλισμό ακτίνων Χ και σε ιατρικές συσκευές. Το ταντάλιο, λόγω της αντοχής του στη θερμότητα, αξιοποιείται σε κινητήρες τζετ, καθώς και σε πυκνωτές υψηλής απόδοσης σε κινητά τηλέφωνα και υπολογιστές, ενώ το νιόβιο σε κράματα για την βελτίωση της αντοχής τους - και αυτό χρησιμεύει σε εξαρτήματα κινητήρων αεριοθούμενων αεροσκαφών.
Τα δύο τελευταία στοιχεία, το ταντάλιο και το νιόβιο, συναντούνται και σε άλλα κοιτάσματα στο Ντονέτσκ, σύμφωνα με τα έγγραφα της ουκρανικής υπηρεσίας για την προώθηση των επενδύσεων: στο βόρειο τμήμα του πεδίου Μαζουρίβσκε, καθώς και στο νοτιοανατολικό τμήμα του. Στην πρώτη περίπτωση η διαδικασία το 2021 ήταν στο στάδιο της εξερεύνησης, ενώ στη δεύτερη ο επενδυτής θα μπορούσε να προσβλέπει άμεσα σε εξόρυξη των στοιχείων. Σε αυτά τα κοιτάσματα συναντώνται σπάνια μέταλλα με απατίτη, τα οποία αποτελούν πηγή σπάνιων γαιών που χρησιμοποιούνται ευρέως σε ηλεκτρονικά οχήματα και ανεμογεννήτριες.
Στα έγγραφα της ουκρανική υπηρεσίας επενδύσεων περιλαμβάνονται και άλλα τρία πολλά υποσχόμενα πεδία κοιτασμάτων με σπάνιες γαίες, ζιρκόνιο και σκάνδιο, εντός της περιφέρειας του Ντονέτσκ: το Αζόφσκι, το Σταρονταμπίφσκι και το Ντιανίφκσι - και τα τρία πριν από την εισβολή της Ρωσίας βρίσκονταν στο στάδιο της εξερεύνησης. Το ζιρκόνιο έχει ευρεία εφαρμογή στην πυρηνική και αεροδιαστημική βιομηχανία καθώς και στην κατασκευή κραμάτων για κινητήρες τζετ, όπως περίπου και το σκάνδιο. Επιπλέον, στην περιοχή εντοπίζονται και δύο πεδία κοιτασμάτων γραφίτη, το Τρόιτσκε και το Μαριουπίλσκε.
Ο ορυκτός πλούτος του Ντονέτσκ δεν περιορίζεται σε αυτά: στη συγκεκριμένη περιφέρεια βρίσκεται το Κοσμολέτς, ένα από τα μεγαλύτερα ορυχεία άνθρακα στην Ουκρανία. Σε ολόκληρη τη “Λεκάνη Άνθρακα του Ντονέτς” που εκτείνεται στην περιφέρεια του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, εντοπίζεται το 90% των αποθεμάτων της χώρας.
Στις αρχές του 2025, σε έρευνα που δημοσίευσε το Κέντρο Διεθνών Σχέσεων και Βιώσιμης Ανάπτυξης (CIRSD), μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Βελιγράδι και τη Νέα Υόρκη, αναφερόταν ότι μέσα σε λίγους μήνες από την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η Ρωσία έλεγχε ουκρανικά ορυκτά και φυσικό αέριο αξίας άνω των 12,5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Από αυτά, τα πιο “επικερδή” περιουσιακά στοιχεία περιλάμβαναν περισσότερο από το 56% των ουκρανικών αποθεμάτων άνθρακα, μεταξύ των μεγαλύτερων στον πλανήτη και αξίας περίπου 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Επίσης, η Ρωσία κατέλαβε επίσης το 20% των κοιτασμάτων φυσικού αερίου της Ουκρανίας και το 11% των κοιτασμάτων πετρελαίου της, τα δεύτερα μεγαλύτερα στην Ευρώπη και αξίας περίπου 85 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την έρευνα του CIRSD. “Επιπλέον, μέχρι το τέλος του 2022, η Ρωσία έλεγχε μεταξύ 50 και 100% των αποθεμάτων λιθίου, τανταλίου, καισίου και στροντίου της Ουκρανίας, μέταλλα που είναι κρίσιμα για τις τεχνολογίες πράσινης ενέργειας και τις αμυντικές βιομηχανίες. Πριν από το 2022, η Ουκρανία ήταν σημαντικός προμηθευτής σιδηρομεταλλεύματος, λιθίου, μαγγανίου και χάλυβα στην Ευρώπη. Ωστόσο, η ρωσική εισβολή εκτροχίασε αυτές τις οδούς εφοδιασμού”, αναφερόταν.
Η απόσταση όμως που πρέπει να διανυθεί από την κατοχή των κοιτασμάτων έως την αξιοποίησή τους δεν είναι μικρή. Από όλα τα προαναφερόμενα πεδία κρίσιμων ορυκτών στο Ντονέτσκ, μόνο ένα λειτουργούσε πριν από την ρωσική εισβολή - αυτό στο νοτιοανατολικό τμήμα του Μαζουρίβσκε όπου εξορυσσόταν ζιρκόνιο και νιόβιο. Ως εκ τούτου, για να αξιοποιηθεί ο ορυκτός πλούτος της περιοχής θα πρέπει να γίνουν γενναίες επενδύσεις τόσο σε υποδομές όσο και σε προσωπικό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, για την αξιοποίηση των κρίσιμων ορυκτών ολόκληρης της Ουκρανίας θα απαιτούνταν 12 με 15 δισεκατομμυρία δολάρια σε βάθος δεκαετίας, με ένα σημαντικό μέρος του ποσού να αφορά την περιφέρεια του Ντονέτσκ που συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό κοιτασμάτων.
Αν μη τι άλλο, η εστίαση της ρωσικής εισβολής και των πολεμικών επιχειρήσεων σε περιφέρειες πλούσιες σε ορυκτούς πόρους όπως το Ντονέτσκ, το Λουχάνσκ και η Ζαπορίζια, υπογραμμίζει έντονα τις οικονομικές διαστάσεις του πολέμου. Όμως, υπάρχει και η στρατηγική, που εκτείνεται πέρα από τα εδάφη της Ουκρανίας: τα κοιτάσματα αυτών των περιοχών θα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο τόσο στην ενεργειακή ανεξαρτησία της Ευρώπης όσο και στην κόντρα μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας στα κρίσιμα ορυκτά και κατ’ επέκταση στον ανταγωνισμό τους για την τεχνολογική κυριαρχία. Και από αυτή την άποψη, το “ιερό δισκοπότηρο” του Ντονέτσκ και των κοιτασμάτων του δεν είναι ένα ζήτημα που περιορίζεται αυστηρά ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία, αλλά αφορά και τους υπόλοιπους μεγάλους παίκτες στον πλανήτη.








