ΕΔΣ: Πρωτογενές πλεόνασμα 3,98% φέτος και 3,6% το 2019
Του Νίκου Ρογκάκου
Επιπλέον 910 εκατ. ευρώ για «θετικά μέτρα» του 2019 και περιθώριο για παροχές ύψους περίπου μισού δισ. ευρώ για τον Δεκέμβριο (έναντι περίπου 1 δισ. ευρώ που κόστισε το 2017) προβλέπει ο νέος Κρατικός Προϋπολογισμός, όπως αποκαλύπτει η σχετική Έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου.
Σύμφωνα με την Έκθεση αυτή που συνοδεύει την ανακοίνωση του Προϋπολογισμού, προκύπτει Πλεόνασμα 3,98% του ΑΕΠ για φέτος και 3,60% για το 2019. Προκύπτει έτσι δημοσιονομικός χώρος 885 εκατ. ευρώ για παροχές του 2018, εκ των οποίων όμως τουλάχιστον 150-200 εκατ. ευρώ θα πρέπει να κρατηθούν για το «μαξιλαράκι ασφαλείας» για έξοδο στις αγορές.
Από την ανάλυση των «θετικών μέτρων» του 2019, προκύπτει ότι θα δοθούν συνολικά 1,245 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 910 εκατ. προέκυψαν μετά τις ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού στην ΔΕΘ (και μετά τις ανακατανομές που επακολούθησαν στα σχετικά κονδύλια).
Μεταξύ άλλων, μετά τις παλινωδίες του τελευταίου διμήνου, θα δοθούν 400 εκατ. ευρώ (και όχι 600 εκατ. ευρώ που προέβλεπε το Μεσοπρόθεσμο τον Ιούλιο ή 150-200 εκατ. που προέβλεπαν τα δύο Προσχέδια του Οκτωβρίου) για το στεγαστικό επίδομα.
Μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής τον περασμένο Αύγουστο, η ελληνική οικονομία καλείται για μια ακόμη χρονιά να επιτύχει υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους. Η επίτευξή τους συναρτάται, όπως είναι ευνόητο, με τη θετική εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών. Ωστόσο, ενώ η οικονομική ανάκαμψη συμβάλλει στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, το υψηλό δημόσιο χρέος αφήνει περιορισμένα περιθώρια ελιγμών σε περίπτωση αρνητικής μακροοικονομικής συγκυρίας.
Οι ικανοποιητικές, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, επιδόσεις κατά το 2018 και για τρίτο κατά σειράν έτος, καλλιεργούν σχετική αισιοδοξία ως προς την επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019. Παρά ταύτα, η όξυνση των πολιτικών αντιπαραθέσεων στο πλαίσιο της διεξαγωγής τριπλών εκλογών -σε ευρωπαϊκή, εθνική και τοπική κλίμακα - το επόμενο έτος θα μπορούσε να περιορίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα με μια πιθανή χαλάρωση κατά την εκτέλεση του προς ψήφιση προϋπολογισμού.
Οι μακροοικονομικές προβλέψεις επί των οποίων στηρίζεται το σχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού δεν έχουν διαφοροποιηθεί ουσιωδώς σε σχέση με εκείνες του προσχεδίου (η προσδοκώμενη για το 2019 αύξηση του ΑΕΠ παραμένει στο 2,5%), οπότε εξακολουθούν ως προς αυτό να ισχύουν οι παρατηρήσεις που περιλαμβάνονταν στην αξιολόγηση από το ΕΔΣ των μακροοικονομικών προβλέψεων του προσχεδίου1.
Αναφορικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού του 2019 (Πίνακας 1), το ισοζύγιο της Γεν. Κυβέρνησης κατά ESA αναμένεται να διαμορφωθεί σε 1.132 εκατ. ευρώ, ήτοι 0,6% του ΑΕΠ και το πρωτογενές ισοζύγιο σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ενισχυμένης εποπτείας σε 6.945 εκατ. ευρώ, ήτοι 3,6% του ΑΕΠ. Κατά συνέπεια, ο στόχος που έχει τεθεί για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ επιτυγχάνεται. Η προσδοκία επίτευξης του στόχου αυτού κρίνεται ως ρεαλιστική. Στη διαπίστωση αυτή συγκλίνουν όλες οι σχετικές προβλέψεις των διεθνών οργανισμών2.