Πρόστιμο-μαμούθ στη Google επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε σήμερα πρόστιμο 2,42 δισ. ευρώ στην Google λόγω παραβίασης των αντιμονοπωλιακών κανόνων της EΕ. Η Google καταχράστηκε, κατά την Επιτροπή, τη δεσπόζουσα θέση που κατέχει στην αγορά μηχανών αναζήτησης, παρέχοντας παράνομο πλεονέκτημα σε άλλο προϊόν της Google, στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών.
Αναλύοντας τη στρατηγική της Google όσον αφορά τη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, η Επιτροπή σημειώνει στη σημερινή ανακοίνωσή της ότι το εμβληματικό προϊόν της Google είναι η μηχανή αναζήτησης της Google, η οποία παρέχει αποτελέσματα αναζήτησης στους καταναλωτές, οι οποίοι πληρώνουν για την εν λόγω υπηρεσία δίνοντας ως αντάλλαγμα δικά τους δεδομένα. «Ποσοστό 90% σχεδόν των εσόδων της Google προέρχεται από διαφημίσεις, όπως διαφημίσεις τις οποίες προβάλλει στους καταναλωτές σε απάντηση σε αίτημα αναζήτησης», αναφέρει η Επιτροπή, υπενθυμίζοντας ότι το 2004, η Google εισήλθε στην χωριστή αγορά υπηρεσιών σύγκρισης τιμών στην Ευρώπη, με ένα προϊόν που αρχικά ονομαζόταν “Froogle”, μετονομάστηκε σε “Google Product Search” το 2008 και από το 2013, ονομάζεται “Google Shopping”. Η υπηρεσία αυτή επέτρεπε στους καταναλωτές να συγκρίνουν τα προϊόντα και τις τιμές στο διαδίκτυο και να βρίσκουν ευκαιρίες από διαδικτυακούς λιανοπωλητές όλων των ειδών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται διαδικτυακά καταστήματα κατασκευαστών, πλατφόρμες (όπως η Amazon και η eBay), και άλλοι μεταπωλητές.
Όταν η Google εισήλθε στις αγορές σύγκρισης τιμών με το Froogle, υπήρχαν ήδη πολλοί καθιερωμένοι “παίκτες”, τονίζει η Επιτροπή, υπογραμμίζοντας ότι από επίκαιρα στοιχεία της Google προκύπτει ότι η εταιρεία γνώριζε ότι οι επιδόσεις της Froogle στην αγορά ήταν σχετικά χαμηλές.
Συνεχίζοντας η Επιτροπή τονίζει στην ανακοίνωσης της ότι «οι υπηρεσίες σύγκρισης τιμών βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην κίνηση για να είναι ανταγωνιστικές», αλλά και ότι «δεδομένης της δεσπόζουσας θέσης της Google στη γενική διαδικτυακή αναζήτηση, η μηχανή αναζήτησής της αποτελεί σημαντική πηγή κίνησης για τις υπηρεσίες σύγκρισης τιμών.»
Από το 2008, η Google άρχισε να εφαρμόζει στις ευρωπαϊκές αγορές μια θεμελιώδη αλλαγή στη στρατηγική της, προωθώντας τη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, αναφέρει η Επιτροπή, σημειώνοντας ότι «η εν λόγω στρατηγική στηρίχθηκε στη δεσπόζουσα θέση της Google στη γενική διαδικτυακή αναζήτηση, αντί για τον ανταγωνισμό με βάση αξιοκρατικά κριτήρια στις αγορές σύγκρισης τιμών».
Και αυτό, όπως αναφέρει η Επιτροπή για τους εξής δύο λόγους: Η Google παρείχε συστηματικά περίοπτη θέση στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, ενώ εκ παραλλήλου υποβίβαζε τις ανταγωνιστικές υπηρεσίες σύγκρισης τιμών στα αποτελέσματα έρευνας που εμφάνιζε. Η υπηρεσία σύγκρισης τιμών της Google δεν υπόκειται στους αλγόριθμους γενικής αναζήτησης Google, ούτε υποβιβάζεται, σημειώνει η Επιτροπή.
Ως εκ τούτου, αναφέρει η Κομισιόν, η υπηρεσία σύγκρισης τιμών της Google είναι πολύ πιο ορατή από τους καταναλωτές στα αποτελέσματα έρευνας της Google, ενώ οι ανταγωνιστικές υπηρεσίες σύγκρισης τιμών είναι πολύ λιγότερο ορατές.
Η Επιτροπή αναφέρει, επίσης, ότι βάσει στοιχείων, καταδεικνύεται ότι οι καταναλωτές κάνουν κλικ πολύ συχνότερα στα αποτελέσματα που είναι πιο ορατά, ήτοι σε εκείνα με την υψηλότερη κατάταξη στα αποτελέσματα αναζήτησης της Google. Ακόμη και σε επιτραπέζιους υπολογιστές, όπως αναφέρει η Επιτροπή, τα δέκα πρώτα αποτελέσματα γενικής αναζήτησης στη σελίδα 1, λαμβάνουν συνολικά περίπου το 95% όλων των κλικ στα αποτελέσματα γενικής αναζήτησης (ενώ το αποτέλεσμα που βρίσκεται στην κορυφή των αποτελεσμάτων λαμβάνει περίπου το 35% όλων των κλικ).
«Αυτό σημαίνει ότι, παρέχοντας περίοπτη θέση μόνον στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, και υποβιβάζοντας αυτές των ανταγωνιστών, η Google παρείχε στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών σημαντικό πλεονέκτημα σε σύγκριση με τις ανταγωνιστικές εταιρείες»¨, τονίζει η Επιτροπή, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι οι πρακτικές της Google συνιστούν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της Google στις υπηρεσίες γενικής διαδικτυακής αναζήτησης νοθεύοντας τον ανταγωνισμό στις αγορές σύγκρισης τιμών.
Η δεσπόζουσα θέση στην αγορά δεν είναι αφ’ εαυτής παράνομη βάσει των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ, αναφέρει επίσης η Επιτροπή, τονίζοντας ωστόσο ότι οι εταιρείες με δεσπόζουσα θέση φέρουν ιδιαίτερη ευθύνη μη κατάχρησης της ισχυρής θέσης τους στην αγορά περιορίζοντας τον ανταγωνισμό, είτε στην αγορά στην οποία κατέχουν δεσπόζουσα θέση είτε σε χωριστές αγορές.
Με τη σημερινή απόφαση της η Επιτροπή καταλήγει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι η Google κατέχει δεσπόζουσα θέση στις αγορές γενικής διαδικτυακής αναζήτησης σε όλο τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), ήτοι στο σύνολο των 31 χωρών ΕΟΧ. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι η μηχανή αναζήτησης της Google, κατείχε πολύ υψηλά μερίδια αγοράς σε όλες τις χώρες του ΕΟΧ, υπερβαίνοντας το 90% στις περισσότερες εξ αυτών.
Κατά την Επιτροπή η Google καταχράστηκε αυτή τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά, «προσφέροντας παράνομο πλεονέκτημα στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών. Παρείχε περίοπτη θέση στα αποτελέσματα αναζήτησής της μόνο στη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, υποβιβάζοντας παράλληλα τις ανταγωνιστικές υπηρεσίες. Νόθευσε τον αξιοκρατικό ανταγωνισμό όσον αφορά τις αγορές υπηρεσιών σύγκρισης τιμών».
Σημειώνεται τέλος ότι Google εισήγαγε την πρακτική αυτή και στις 13 χώρες του ΕΟΧ όπου η Google έχει αναπτύξει τη δική της υπηρεσία σύγκρισης τιμών, αρχής γενομένης τον Ιανουάριο του 2008 στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στη συνέχεια, επεξέτεινε την πρακτική αυτή στη Γαλλία τον Οκτώβριο του 2010, στην Ιταλία, στις Κάτω Χώρες και στην Ισπανία τον Μάιο του 2011, στην Τσεχική Δημοκρατία τον Φεβρουάριο του 2013 και στην Αυστρία, το Βέλγιο, τη Δανία, τη Νορβηγία, την Πολωνία και τη Σουηδία τον Νοέμβριο του 2013.
Η Google εξέφρασε τη διαφωνία της για το πρόστιμο ύψους 2,42 δισ. ευρώ που της επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και «εξετάζει το ενδεχόμενο να ασκήσει έφεση». «Με σεβασμό εκφράζουμε τη διαφωνία μας για την απόφαση που ανακοινώθηκε σήμερα. Θα εξετάσουμε την απόφαση της Επιτροπής λεπτομερώς και εξετάζουμε το ενδεχόμενο να ασκήσουμε έφεση», αναφέρει η αμερικανική εταιρεία σε ανακοίνωσή της.