Εκλογές στις ΗΠΑ: Ο θρίαμβος του Τραμπ, η συντριβή της φιλελεύθερης ελίτ και η πόλωση που…ήρθε για να μείνει
Θα ξεκινήσουμε την αποτίμηση του αποτελέσματος στις Ηνωμένες Πολιτείες με το αυτονόητο και αυταπόδεικτο: ο Ντόναλντ Τραμπ θριάμβευσε. Η καθεστηκυία τάξη και η φιλελεύθερη ελίτ των ΗΠΑ, όπως αυτή εκφραζόταν από τους Δημοκρατικούς, από μέρος των Ρεπουμπλικάνων, από αστέρες του Hollywood και του αθλητισμού, έχασε πανηγυρικά.
Ο εκλεγμένος Πρόεδρος έλαβε λίγο πάνω από 75 εκατομμύρια ψήφους, σχεδόν 800.000 παραπάνω από το 2020. Όμως, η Χάρις πήρε σχεδόν 10 εκατομμύρια ψήφους λιγότερες από τον Μπάιντεν το 2020. Κάτι που σημαίνει ότι η υποψήφια Πρόεδρος δεν κατάφερε να κινητοποιήσει πολλούς εκ των Δημοκρατικών ψηφοφόρων, οι οποίοι επέλεξαν εν τέλει την αποχή, γιατί δεν θεωρούσαν τη Χάρις την κατάλληλη υποψήφιο ή/και γιατί δεν τους τρόμαξε η προοπτική επαναφοράς του Τραμπ στο Λευκό Οίκο.
Προφανώς, οι Αμερικανοί έχουν εξοικειωθεί με την προσωπικότητα Τραμπ και μία κρίσιμη μάζα δεν τον θεωρεί «απειλή για τη Δημοκρατία». Δεν είναι τυχαίο ότι για τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι κυρίαρχος, ελέγχοντας και τα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Το Δημοκρατικό κόμμα έκανε το λάθος να υποτιμήσει τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο. Με τον αέρα της ανέλπιστης νίκης στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022, όταν το ζήτημα των αμβλώσεων έπαιξε σημαντικό ρόλο, οι Δημοκρατικοί «κάθισαν» πάνω σε αυτή και δεν προέβησαν στις ενδεδειγμένες ενέργειες ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024.
Η υποψηφιότητα Μπάιντεν ήταν εξαρχής καταδικασμένη, λόγω της απότομης αλλαγής της εικόνας του, παραπέμποντας από το 2023 και μετά σε ένα καταβεβλημένο Πρόεδρο, ο οποίος δεν φαινόταν ικανός να ανταπεξέλθει μίας νέας θητείας. Έτσι, δεν έγιναν προκριματικές εκλογές για την επιλογή ενός ικανού υποψηφίου και η «καυτή πατάτα» δόθηκε σε μορφή «δαχτυλιδιού διαδοχής» στην Αντιπρόεδρο, μόλις 100 μέρες πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών.
Δεν είναι επομένως υπερβολή να πούμε ότι το δρόμο προς την εξουσία στον Τραμπ... «τον έστρωσαν με ροδοπέταλα» οι Δημοκρατικοί, ανεξάρτητα από την απήχηση που έχει ο λόγος του πρώτου σε πολλούς εκ των συμπατριωτών του. Ο Τραμπ άλλωστε δεν άλωσε μόνο το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, αλλά και προπύργια των Δημοκρατικών, κερδίζοντας την λευκή εργατική τάξη, αλλά και τους Λατίνους. Το γεγονός ότι η Χάρις επικράτησε στους μαύρους, αριθμητικά και μόνο δεν είναι αρκετό, καθότι αυτοί είναι περίπου το 1/6 του πληθυσμού.
Ως αναμενόταν, οι ψηφοφόροι ψήφισαν με βάση την οικονομία, δηλαδή τον πληθωρισμό και τις υψηλές τιμές, όπως και τη σταθερή απομείωση της αγοραστικής τους δύναμης τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά και την ασφάλεια, κυρίως σε σχέση με τους μετανάστες. Οι Αμερικανοί δεν αποφάσισαν βάσει μίας πιο κοινωνικής ατζέντας, που σχετίζεται επί παραδείγματι με τα δικαιώματα των μειονοτήτων ή τις αμβλώσεις, πολύ σημαντικά ζητήματα, τα οποία όμως δεν θα μπορούσαν να κρίνουν το αποτέλεσμα. Όμως, είναι αλήθεια ότι η λεγόμενη woke ατζέντα ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά όχι μόνο της συντηρητικής Αμερικής, αλλά και όσων είχαν στραμμένη την προσοχή τους σε ζητήματα επιβίωσης, με αγωνία για το μέλλον, πέραν του πεδίου της οικονομίας, για την εγκληματικότητα, την υγεία και την παιδεία.
Σε όλους αυτούς, η έμφαση στην κοινωνική δικαιοσύνη υπό συνθήκες μεγάλων οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων φαινόταν αχρείαστη πολυτέλεια, γεγονός που τους οδήγησε να πιστεύουν ότι οι υπερδικαιωματιστές του Δημοκρατικού κόμματος ζούσαν στον κόσμο τους. Και το χειρότερο είναι πως ήθελαν να επιβάλλουν μία ατζέντα/κοσμοθεωρία κόντρα στις παραδοσιακές αξίες της Αμερικής.
Αυτή η εντύπωση, που έγινε ακλόνητη πεποίθηση. πυροδότησε ή μάλλον επιτάχυνε και επιβάρυνε την υφέρπουσα εδώ και χρόνια εγχώρια πόλωση. Μάλιστα, ο διχαστικός τρόπος που πολιτεύεται ο Τραμπ δεν προοιωνίζεται ανακοπή της διαιρετικής δυναμικής των τελευταίων ετών.