Γιατί ανησυχεί τις αγορές η ένταση στη Μέση Ανατολή
Προβληματισμός αλλά και έντονη ανησυχία επικρατεί στους επενδυτές με τα όσα συμβαίνουν στην Μέση Ανατολή, μετά την άνευ προηγουμένου επίθεση του Ιράν με ντρόουνς και πυραύλους κατά του Ισραήλ στις 13 Απριλίου και τα "αντίποινα" του Ισραήλ την νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ήταν η πρώτη απευθείας επίθεση που εξαπολύθηκε από ιρανικό έδαφος εναντίον του Ισραήλ και έγινε την ίδια μέρα που οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν κατέλαβαν βίαια ένα πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων ισραηλινών συμφερόντων, κοντά στα στενά του Ορμούζ.
Οι αναλυτές και οι ειδικοί αυτό που περιμένουν να δουν είναι εάν η σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών κλιμακωθεί, παρόλο που τα Ηνωμένα Έθνη και οι Ηνωμένες Πολιτείες ασκούν πίεση στο Ισραήλ να επιδείξει αυτοσυγκράτηση. Στις περισσότερες επιχειρήσεις δεν αρέσει η αβεβαιότητα και η πιθανότητα ενός ευρύτερου ανοιχτού πολέμου κρατάει την περιοχή σε εγρήγορση.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι εάν έχουν κλιμάκωση της σύγκρουσης ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία είναι η απάντηση στις αγορές ενέργειας, ειδικά στις τιμές του πετρελαίου.
Μέχρι στιγμής, αν και οι τιμές του πετρελαίου δεν έχουν κινηθεί πολύ μετά την επίθεση, φαίνεται ότι η αγορά είχε ήδη λάβει υπόψη της την τρέχουσα ασταθή κατάσταση και δεν πτοήθηκε το Σαββατοκύριακο από τα ιρανικά αντίποινα.
«Μια άνοδος της τιμής του πετρελαίου θα περιέπλεκε τις προσπάθειες επαναφοράς του πληθωρισμού στους στόχους που έχουν θέσει οι προηγμένες οικονομίες, αλλά θα είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών (αναφορικά με την πορεία των επιτοκίων) μόνο αν οι υψηλότερες τιμές ενέργειας πυροδοτήσουν μία αύξηση του δομικού πληθωρισμού», γράφει ο Νιλ Σίρινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου Capital Economics, σε μια ενημέρωση προς τους επενδυτές.
Εάν οι τιμές του πετρελαίου ανέβαιναν και παρέμεναν υψηλές, αυτό θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τον παγκόσμιο πληθωρισμό, σε μια εποχή που πολλές χώρες ήδη υποφέρουν από μακροπρόθεσμο υψηλό πληθωρισμό.
Αυτό είναι «κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει δίλημμα για τις κεντρικές τράπεζες, όπως διαπιστώσαμε επίσης μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022», υποστηρίζουν αναλυτές της Deutsche Bank σε σημείωμα προς πελάτες. «Υπάρχει ο κίνδυνος ένα γεωπολιτικό σοκ να βλάψει την ανάπτυξη, ανατρέποντας το χρονοδιάγραμμα μειώσεων των επιτοκίων», σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα.
Σε νέο ιστορικό υψηλό βρίσκεται ο χρυσός, αποδεικνύοντας για μία ακόμα φορά τον ρόλο του ως ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο. Οι συνεχιζόμενες εντάσεις στη Μέση Ανατολή αύξησαν την ελκυστικότητα του μετάλλου, παρά τα ισχυρά οικονομικά στοιχεία από τις ΗΠΑ που αύξησαν τις προοπτικές για λιγότερες μειώσεις των επιτοκίων.
«Όταν υπάρχουν γεωπολιτικές εντάσεις, η φυσική αντίδραση των επενδυτών είναι να καταφεύγουν στον χρυσό, κάτι που συμβαίνει τώρα. Εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί περαιτέρω, οι τιμές θα μπορούσαν να ξεπεράσουν το φράγμα των 2.500-2.600 δολαρίων, ενώ εάν υπάρξει κατάπαυση του πυρός, τότε θα μπορούσαν να πέσουν στα 2.200 δολάρια», δήλωσε ο Everett Millman, επικεφαλής αναλυτής αγοράς της Gainesville Coins.