Σεισμός στην Τουρκία: “Ούτε στον πόλεμο της Ουκρανίας δεν υπήρξε τέτοια καταστροφή”
«Κόψτε μου το πόδι και γλιτώστε με», παρακαλούσε η Χουριέ τους Έλληνες διασώστες που επιχειρούσαν να την απεγκλωβίσουν από τα ερείπια του σπιτιού της στην Αντιόχεια. Η Χουριέ ήταν για τέταρτη μέρα κάτω από τα χαλάσματα. Όταν οι άντρες της ελληνικής ΕΜΑΚ και ΕΚΑΒ την εντόπισαν, το πόδι της ήταν στρυμωγμένο κάτω από τα μπάζα. Κατάλαβαν ότι δεν θα ήταν εύκολη η διάσωσή της, θα έπαιρνε χρόνο. Το κατάλαβε και η Χουριέ γι αυτό και τους ικέτευε να της κόψουν το πόδι και να την απεγκλωβίσουν. Αισθανόταν πως δεν είχε άλλες αντοχές. Το ήξεραν και οι Έλληνες γιατροί η γυναίκα είχε ήδη υποθερμία, αλλά αποφάσισαν πως αν της έκοβαν το πόδι δεν θα μπορούσε να επιβιώσει λόγω της κακής κατάστασής της. Ο σύζυγος της Χουριέ περίμενε τυλιγμένος σε μια κουβέρτα πάνω από τα χαλάσματα ελπίζοντας ότι η γυναίκα του τελικά θα σωθεί. Ήδη έχασε τα δύο του παιδιά. Ανασύρθηκαν και τα δύο νεκρά, μόνο το ένα σώθηκε. Η Χουριέ όμως δεν ήξερε ακόμη για τα παιδιά της. Της το έκρυψαν. Για να καταφέρουν να την σώσουν έπρεπε να έχει υψηλό ηθικό. Τελικά η Χουριέ σώθηκε. Μόλις την έβγαλαν έβγαλε μια κραυγή χαράς, ένα κλάμα χαράς, από εκείνα που μόνο σε τέτοιες ώρες μπορείς να ακούσεις.
Το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού, Αντιόχεια και Αλεξανδρέττα
Η ιστορία της Χουριέ είναι μία ανάμεσα στις εκατοντάδες χιλιάδες. Η ‘καταστροφή του αιώνα’ όπως αποκαλέστηκε ο μεγάλος σεισμός του Καχραμάνμαρας αφήνει πίσω του δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, δεκάδες χιλιάδες τραυματίες. Άλλωστε οι σεισμόπληκτοι στις δέκα επαρχίες της Τουρκίας που επηρεάστηκαν φτάνουν τα 13 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι εικόνες καταστροφής ξεπέρασαν ακόμη και τις εικόνες βομβαρδισμένων πόλεων εν καιρώ πολέμου. «Έχω πάει και στον πόλεμο της Ουκρανίας, αλλά τέτοιες εικόνες δεν είχα δει», μας έλεγε ένα συνάδελφος κάμεραμαν. Σε κάποιες πόλεις τίποτα σχεδόν δεν έμεινε όρθιο. Ούτε νοσοκομεία, ούτε ξενοδοχεία, ούτε καν ένα σπίτι.
Βρεθήκαμε στην περιοχή από την πρώτη μέρα του σεισμού. Στις 6 Φεβρουαρίου προσγειωθήκαμε στα Άδανα και από εκείνη τη μέρα περπατήσαμε σπιθαμή με σπιθαμή την Αντιόχεια και την Αλεξανδρέττα. Την πρώτη την είχε ιδρύσει στα τέλη του 4ου αιώντα ο στρατηγός του Μέγα Αλεξάνδρου, Σέλευκος Α ο Νικάτορας, προς τιμή και μνήμη του πατρός του Αντίοχου. Οι Τούρκοι σήμερα την αποκαλούν Χατάι. Η Αλεξανδρέττα είχε ιδρυθεί από τον ίδιο τον Μέγα Αλέξανδρο γι αυτό και έχει το όνομά του μεγάλου Έλληνα στρατηγού. Εδώ σε αυτή την περιοχή, το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού, όπου έλαμψε και μεγαλούργησε ο Ελληνισμός, έζησαν για αιώνες οι Ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί.
Σήμερα απέμειναν στην περιοχή 10.000 Ελληνορθόδοξοι (Αντιοχείς όπως αποκαλούνται και μετέχουν στην κοινότητα των Ρωμιών της Κωνσταντινούπολης) οι οποίοι υπάγονται στο Πατριαρχείο Αντιοχείας. Ο μεγάλος σεισμός όμως τους έδωσε ένα μεγάλο χτύπημα. Οι έξι ελληνορθόδοξες εκκλησίες της περιοχής γκρεμίστηκαν, μόνο μία έμεινε όρθια, εκείνη του Αγίου Γεωργίου στην Αλεξανδρέττα.
Οι εναπομείναντες Ελληνορθόδοξοι έμειναν άστεγοι και άρχισαν να φεύγουν για άλλες πόλεις της Τουρκίας. Άλλοι για την Μερσίνη, άλλοι για την Κωνσταντινούπολη, άλλοι για την Σμύρνη, άλλοι για την Άγκυρα. «Έφυγαν προσωρινά, θα γυρίσουν πάλι πίσω μόλις γίνει η ανοικοδόμηση της πόλης μας», μου είπε ο πρόεδρος του Βακουφίου της Αλεξανδρέττας Ζιαν Ταϊμούρ ο οποίος έστησε στον αυλόγυρο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου μια μεγάλη κουζίνα με σεφ που ήρθαν ως εθελοντές από όλα τα μέρη της Τουρκίας και μαγειρεύουν καθημερινώς για 4 χιλιάδες ανθρώπους. Ο Ζιαν Ταϊμούρ ήταν απόλυτος: «Δεν θα φύγουμε από εδώ, αυτά είναι τα πάτρια εδάφη μας. Εδώ γεννηθήκαμε και εδώ θα πεθάνουμε».
Έξω από την εκκλησία ήταν συγκεντρωμένοι εκατοντάδες άνθρωποι περιμένοντας στην ουρά για το συσσίτιό τους. Καθίσαμε μαζί τους στην αυλή της εκκλησίας και μοιραστήκαμε το ίδιο φαγητό. Το μενού ήταν ένα καλομαγειρεμένο κοτόπουλο με αρακά, μια νόστιμη σούπα φακές, συνοδευόμενο με κοφτό μακαρονάκι. Οι προμήθειες και η ανθρωπιστική βοήθεια είχαν φτάσει από όλα τα μέρη της Τουρκίας, από όλα τα μέρη του κόσμου. «Δεν χρειαζόμαστε άλλα υλικά αγαθά, μας περισσεύουν τα τρόφιμα, μας περισσεύει ο ρουχισμός αυτή τη στιγμή. Χρειαζόμαστε πλέον χρήματα για τις μετακινήσεις του κόσμου, για τις μετακομίσεις. Φοβόμαστε ότι σε δέκα μέρες θα μας ξεχάσουν όλοι», μας είπε ο πρόεδρος της κοινότητας του χωριού Σαμάνταγ, ενός άλλου χωριού με Ελληνορθόδοξους Αντιοχείς Χριστιανούς. Και ο πατήρ Παύλος, στην Αντιόχεια, ο οποίος έμεινε στην πόλη για να συντονίσει τις προσπάθειες διάσωσης των χριστιανών εκεί μας δήλωσε πως ούτε κι εκείνος δεν πρόκειται να φύγει αν δεν διασφαλίσει ότι όλη η κοινότητά του, όσοι τουλάχιστον κατάφεραν να επιβιώσουν, είναι ασφαλής. Μάλιστα εκεί δίπλα από το αντίσκηνο του πατήρ Παύλου ήταν και η πολυκατοικία με τους δύο Έλληνες με ελληνικά διαβατήρια οι οποίοι ήταν θαμμένοι κάτω από τα ερείπια της πολυκατοικίας του.
Μόλις ο γαμπρός του ζευγαριού αντιλήφθηκε την παρουσία του συνεργείου μας αμέσως έτρεξε και μας παρακάλεσε να ενημερώσουμε τις ελληνικές αρχές για να διασώσουν το ζευγάρι, τον Γιώργο Αντύπα και την σύζυγό του. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο έφτασε εκεί κλιμάκιο των Ελλήνων διασωστών οι οποίοι ωστόσο δεν βρήκαν ίχνη ζωής, παρότι οι άνθρωποι της περιοχής άκουγαν τις πρώτες δύο μέρες την σύζυγο του να φωνάζει «Γιώργο, Γιώργο». Μετά τους Έλληνες διασώστες, εκεί έφτασε στη συνέχεια το τουρκικό κλιμάκιο το οποίο ανέσυρε αγκαλιασμένους τους δύο Έλληνες νεκρούς.
Η θερμή αγκαλιά Τσαβούσογλου-Δένδια
Η μεγάλη τραγωδία στην Τουρκία άλλαξε αμέσως και τις σχέσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. «Ευχαριστώ Ελλάδα», ήταν η αντίδραση του τουρκικού λαού αλλά και των Τούρκων πολιτικών έπειτα από την άφιξη των Ελλήνων διασωστών. Άλλωστε έκανε και τον Έλληνα ΥΠΕΞ Νίκο Δένδια να ταξιδέψει αιφνιδίως στα Άδανα όπου τον περίμενε με μια θερμή αγκαλιά ο Τούρκος ομόλογός του Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον οποίο δεν αντάλλασσαν ούτε μια χειραψία τα τελευταία χρόνια. Και μάλιστα πριν τον Δένδια προηγήθηκε και ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη της Ελλάδας Χρήστος Στυλιανίδης ο οποίος ταξίδεψε επίσης μέχρι τα Άδανα μεταφέροντας μεγάλη ανθρωπιστική βοήθεια από την Ελλάδα. «Δεν χρειάζεται να γίνονται φυσικές καταστροφές για να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας», ήταν το μήνυμα και των δύο Υπουργών, Δένδια και Τσαβούσογλου από το διοικητήριο της ΕΜΑΚ στην Αντιόχεια.
«Εμείς τα τελευταία 3 χρόνια ξεχάσαμε να μιλήσουμε για την ειρήνη και αντί αυτού συζητάμε που θα ανοίξουμε στρατιωτικά αεροδρόμια. Ναι, ο σεισμός μας στεναχώρησε πολύ, μας πλήγωσε πολύ, αλλά ήταν καλό για μας που μέσα σε τόση θλίψη θυμηθήκαμε πόση μεγάλη ευτυχία είναι να είμαστε πραγματικοί γείτονες με τον διπλανό μας», μου εξομολογήθηκε ο παλιός φίλος και αθρογράφος της Μιλλιέτ Οζάι Σέντιρ.
Ο Οζάι Σέντιρ αγαπάει τους Έλληνες, αγαπάει την Ελλάδα αλλά τα τελευταία χρόνια εν μέσω της έντασης μεταξύ των δύο χωρών υπερασπιζόταν με έντονο ύφος τα συμφέροντα της χώρας του έναντι της Ελλάδας. «Μα τον Θεό, Άννα, ξέρεις ότι πότε πότε γράφω σκληρά άρθρα για τη διαμάχη Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά υπάρχει κάτι που λέω σε κάθε άρθρο. Στη θάλασσα του Αιγαίου δεν φαίνεται αν ένα ψάρι που κολυμπά κόλλησε στην υφαλοκρηπίδα ή ένα πουλί που πετά κόλλησε στην ΑΟΖ. Έχουμε γίνει δέσμιοι ανθρωποειδών πραγμάτων. Ναι, το θέμα της υφαλοκρηπίδας είναι ένα θέμα που πρέπει να καθίσουμε να συζητήσουμε και να το λύσουμε μεταξύ μας και να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε θάλασσα φιλίας και ειρήνης. Εδώ είναι το τεστ. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας. Για το αν θα πάμε στη Χάγη με όλα τα ζητήματα, αν θα πάμε με μερικά ζητήματα, αν αμφισβητείται η ΑΟΖ, από τη μια η Σύμβαση για τη Θάλασσα στην οποία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος η Τουρκία, αν η Ελλάδα πρέπει να είναι νησιωτικό κράτος, εάν υπόκειται στο δίκαιο του νησιωτικού κράτους, υπάρχουν ένα σωρό συζητήσεις. Αλλά το κύριο ζήτημα είναι ότι ο βασικός τρόπος για να λύσετε ένα πρόβλημα είναι να μπορείτε να συνομιλήσετε», μου είπε ο Οζάι Σέντιρ.
Πλέον το ύφος του μαλάκωσε, δεν είναι πια σκληρός ο αρθρογράφος της Μιλλιέτ. «Είμαι πολύ χαρούμενος με τις δηλώσεις που έκαναν ο Υπουργός Εξωτερικών Δένδιας και ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Δηλαδή, είναι σαν να μας έφερε στα λογικά μας αυτός ο σεισμός, και για να συνομιλήσουμε, ας μην περιμένουμε να ξαναγίνει άλλος σεισμός και να υπάρξει κι άλλος πόνος».
Επιστρέφοντας από τα Άδανα σήμερα το πρωί οδικώς από την Άγκυρα κατά την 9η μέρα του σεισμού σκέφτομαι τα παιδιάκια που επισκέφθηκα χθες στον νοσοκομείο των Αδάνων, το μεγαλύτερο νοσοκομείο της περιοχής. Οι γιατροί μου είπαν ότι 180-200 παιδιά νοσηλεύονται αυτή τη στιγμή στο νοσοκομείο της πόλης. Τα περισσότερα είναι ορφανά.
Μάλστα 47 από αυτά δεν έχουν κανένα εν ζωή. Η τετράχρονη Ιλάιντα η οποία απεγκλωβίστηκε με την μαμά της τέσσερεις μέρες μετά τον σεισμό, δεν γνωρίζει ακόμη ότι ο πατέρας και τα δύο αδέλφια της είναι νεκρά. «Τί είναι αυτά;», ήταν το μόνο που εκστόμισε όταν μας είδε με τις τηλεοπτικές κάμερες. Δεν ήξερα τί να της απαντήσω. Τελικά της είπα: «Ήρθαμε να σου φέρουμε την αγάπη μας». Η Ιλάιντα δεν μας κοιτούσε καν, ήταν ακόμη σοκαρισμένη. Το. Μόνο που κοιτούσε ήταν το ηλεκτρονικό της παιχνίδι και φεύγοντας μας κούνησε το χέρι της όταν η γιαγιά της την παρακίνησε να μας χαιρετήσει. Κουνούσε το χέρι χωρίς καν να μας κοιτάει.
Αλλά ούτε και την μικρή Τανέρ μπορώ να ξεχάσω που όταν την ρώτησαν οι γιατροί πως επιβίωσε 4 μέρες κάτω από τα ερείπια χωρίς φαγητό και χωρίς νερό, τους απάντησε: «Έκλεινα τα μάτια και ονειρευόμουν ότι έτρωγα αυγό και έπινα γάλα και νερό. Αν και ήξερα πως δεν ήταν αλήθεια γιατί το στομάχι μου δεν χόρταινε». Ταξιδεύω οδικώς προς την Άγκυρα και από εκεί αεροπορικώς για Κωνσταντινούπολη γιατί δεν υπάρχει καμιά πτήση ούτε από τα Άδανα, ούτε από το Γκαζιάντεπ.
Όλα τα αεροπλάνα όλων των εταιρειών επιστρατεύτηκαν για να μεταφέρουν όσους σεισμόπληκτους θέλουν να φύγουν από την περιοχή για να πάνε σε άλλες πόλεις. Δεν είναι μόνο οι νεκροί που κανείς δεν γνωρίζει που θα φτάσει ο τελικός απολογισμός, είναι και οι άστεγοι οι οποίοι φτάνουν τις εκατοντάδες χιλιάδες. Ακόμη και αυτοί που γλίτωσαν θα μείνουν χωρίς σπίτια γιατί το κράτος θα τα γκρεμίσει επειδή κρίθηκαν ακατάλληλα. Σήμερα ανακοινώθηκε ότι βρέθηκαν ακατάλληλα και θα γκρεμιστούν 42 χιλιάδες κτίρια. Και αυτό είναι μόνο η αρχή.
Όσοι δεν εγκαταλείψουν την περιοχή θα είναι αναγκασμένοι να ζουν για μήνες, ίσως και για ένα χρόνο στα αντίσκηνα, ή στα πρόχειρα καταλύματα που θα κατασκευαστούν το επόμενο διάστημα. Το μυαλό μου ήταν σε αυτούς τους ανθρώπους φεύγοντας από την περιοχή. Τους άστεγους, τους πρόσφυγες. Που δεν τους έμεινε τίποτα. Θα είμαι πάλι πίσω το Σάββατο, αυτή τη φορά στο Γκαζιάντεπ.