Η Γένεση της Χεζμπολάχ στους κόλπους του Λιβανικού Εμφυλίου
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Η παρούσα μελέτη ασχολείται με την γέννηση-λειτουργία και σημασία της σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ (Hizb-u-Allah ή Κόμμα του Θεού). Η Χεζμπολάχ δημιουργήθηκε το 1982 ως αντίδραση στην Ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο και συνέστησε το αποτέλεσμα της σύγκλισης των γεωστρατηγικών επιδιώξεων της Συρίας και του Ιράν στον Λίβανο, όπου και εδρεύει. Έχει αναπτύξει μια σύνθετη εσωτερική δομή, απόρροια του σχηματισμού της μέσα από την συνένωση διάφορων ισλαμιστικών οργανώσεων. Στην κορυφή της ιεραρχίας βρίσκεται το επταμελές συμβούλιο Σούρα-Shura Council, επικεφαλής του οποίου είναι ο Γενικός Γραμματέας, σε αυτό εντάσσεται και ένα Εκτελεστικό Συμβούλιο, ένα Πολιτικό Γραφείο και άλλες επιτροπές, στο πλαίσιο της ανάμειξης με την πολιτική (Azani, 2013, σ.903-904). Ο μιλιταριστικός τρόπος λειτουργίας της οργάνωσης ενισχύθηκε από τις συνθήκες εντός των οποίων δημιουργήθηκε (Σαρλής, 2019). Ο Λίβανος βρέθηκε στο επίκεντρο των γεωπολιτικών εξελίξεων της Μέσης Ανατολής κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Η σημασία εξέτασης του εξηγείται από το γεγονός ότι, λόγω της εσωτερικής ρευστότητας και της γεωπολιτικής του θέσης, γίνεται δέκτης των κραδασμών των κρίσεων που λαμβάνουν χώρα στην ευρύτερη περιοχή, καθιστώντας τον πεδίο διάφορων περιφερειακών αντιπαραθέσεων και σεχταριστικών συγκρούσεων. Με αφορμή αυτές τις αντιπαραθέσεις δημιουργήθηκε η οργάνωση της Χεζμπολάχ, η οποία με την δράση της έχει μετατραπεί στην σημαντικότερη οργάνωση του Λιβάνου και το μόνο επιτυχές παράδειγμα εξαγωγής της ιρανικής επανάστασης.
Προτού εξεταστεί το πλαίσιο στο οποίο ιδρύθηκε η οργάνωση της Χεζμπολάχ, είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένες παρατηρήσεις αναφορικά με την ανθρωπογεωγραφία του Λιβάνου, και να επισημανθούν τα αίτια του Λιβανικού Εμφυλίου την περίοδο 1975-1990, κατά τη διάρκεια του οποίου ιδρύθηκε η εν λόγω οργάνωση.
Ο Λίβανος παρουσιάζει σημαντική ποικιλομορφία όσον αφορά την ανθρωπογεωγραφία του, κάτι που ανάγεται στο τρόπο διαχωρισμού της Μέσης Ανατολής από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις, ο οποίος οδήγησε στην δημιουργία εδαφικών κρατών (territorial states), και όχι εθνών-κρατών (nation states). Η περιοχή του Λιβάνου, μετά την ανεξαρτησία του, απαρτιζόταν από τρεις περιοχές με διαφορετικούς πληθυσμούς και κυβερνητικές παραδόσεις. Πιο συγκεκριμένα περιλάμβανε την περιοχή του Όρους Λίβανος, όπου κατοικούσαν κυρίως Μαρωνίτες Χριστιανοί στα βόρεια και Δρούζοι, Χριστιανοί στο Νότο, τις παράκτιες πόλεις με μεικτό μουσουλμανικό και χριστιανικό πληθυσμό, και ορισμένες αγροτικές περιοχές ανατολικά και νότια του Όρους Λίβανος, όπου κατοικούσαν κυρίως Σιίτες μουσουλμάνοι (Hourani, 2009). Ο καταμερισμός της πολιτικής ισχύος έγινε με βάση το θρήσκευμα, βασιζόμενο στην τελευταία επίσημη απογραφή του Λιβάνου (1943). Μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων υπεγράφη το 1943 το Εθνικό Σύμφωνο (Αραβιστί: Mithaq al-Watani), το οποίο αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο του πολιτικού συστήματος και της εξωτερικής πολιτικής του Λιβάνου (Korany, 2010). Μεταξύ άλλων καθόριζε: ο Πρόεδρος της χώρας να είναι χριστιανός μαρωνίτης, ο Πρωθυπουργός μουσουλμάνος σουνίτης, και ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου μουσουλμάνος σιίτης (Harb, 2006).
Οι δημογραφικές αλλαγές υπέρ του μουσουλμανικού πληθυσμού, οδηγούσαν σε αμφισβήτηση του Εθνικού Συμφώνου και διάφορες κρίσεις λάμβαναν χώρα στο εσωτερικό του Λιβάνου. Η κρίση του 1958 αποτέλεσε σημαντικό παράδειγμα αυτών, όπου σε πρώιμο στάδιο διεφάνη η εσωτερική αστάθεια του Λιβάνου (Salloukh, Barakat και Al-Habbal, 2015). Στο ήδη υπάρχον ρευστό περιβάλλον του Λιβάνου, προστέθηκε μετά το 1970 και ένας μεγάλος αριθμός Παλαιστινίων, κυρίως μελών της Παλαιστινιακής αντίστασης, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από την Ιορδανία και εγκαταστάθηκαν στο νότιο μέρος της χώρας (Hourani, 2009). Ο Λίβανος κατέστη πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραήλ, και το νότιο μέρος αυτού (συμπεριλαμβανομένης και της Βηρυτού) στόχος του τελευταίου. Η Ο.Α.Π (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) επωφελούμενη από τις ενδο-λιβανικές αντιθέσεις, επεδίωκε να εξακολουθεί αδιαλείπτως να χρησιμοποιεί το έδαφος που της παρείχε ο Λίβανος, για να πραγματοποιεί τις επιθέσεις της έναντι του κράτους του Ισραήλ (Traboulsi, 2012). Αυτό οδηγούσε σε επιδείνωση της ήδη δυσχερούς πολιτικής κατάστασης, καθώς οι χριστιανοί Φαλαγγίτες εναντιώνονταν στην παράταση της Παλαιστινιακής παρουσίας στο Λίβανο και την ίδια στιγμή οι μουσουλμάνοι του Λιβάνου στήριζαν την Παλαιστινιακή αντίσταση κατά του Ισραήλ (Σαρλής, 2019). Η πόλωση αυτή, οδήγησε στην πρώτη φάση του Λιβανικού Εμφυλίου (1975-1976), ως σύγκρουση μεταξύ του Λιβανικού Μετώπου και του Λιβανικού Εθνικού Κινήματος.
Συριακή εμπλοκή κατά την πρώτη φάση του Λιβανικού Εμφυλίου
Σημείο αναφοράς της Συριακής πολιτικής, δεδομένης της κλιμάκωσης της αστάθειας στο εσωτερικό του Λιβάνου, ήταν η αποκλιμάκωση της κατάστασης και η διατήρηση της εδαφικής κυριαρχίας του Λιβάνου. Για το καθεστώς της Δαμασκού, η επίλυση της κρίσης ήταν κομβικής σημασίας καθώς η παράταση της αποσταθεροποίησης στο έδαφος του Λιβάνου θα μπορούσε να προκαλέσει τη μετάγγιση της κρίσης στο έδαφος της ίδιας (Σαρλής, 2019). Όπως ομολογούσαν Σύριοι αξιωματούχοι «Lebanon’s security is part of Syria’s» (Hijazi, 1987). Ο Χάφεζ αλ-Άσαντ, τότε πρόεδρος της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας, πατέρας του σημερινού προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ, αποφάσισε την στρατιωτική επέμβαση της Συρίας στον Λίβανο, αρχικά στέλνοντας μέλη της As-Sa'iqa (παράταξη της PLO υποστηριζόμενη από την Συρία) και μονάδες της PLA (Palestine Liberation Army) με σκοπό την ενίσχυση του Εθνικού Κινήματος (Katz, Russell και Volstad, 2012, σ.14). Ωστόσο, μετά από διαφωνία με το Εθνικό Κίνημα σχετικά με την αλλαγή ή μη του πολιτικού συστήματος του Λιβάνου (η Συρία στήριζε την διατήρηση του), οι συριακές δυνάμεις επενέβησαν εκ νέου στον Λίβανο, αυτή τη φορά στο πλευρό του Λιβανικού Μετώπου, επιδιώκοντας να δώσουν τέλος στην αντιπαράθεση ανάμεσα στα δύο μέτωπα, αποτρέποντας την ολοκληρωτική ήττα των χριστιανών Φαλαγγιτών. Αυτή η επέμβαση έγινε με την έγκριση των ΗΠΑ και των λοιπών αραβικών κρατών και οδήγησε σε μία ανακωχή πέντε ετών κατά την διάρκεια της οποίας οι χριστιανοί μαρωνίτες βρίσκονταν στο βορρά, ο συριακός στρατός έλεγχε το ανατολικό κομμάτι, και η PLO-Palestine Liberation Organisation έλεγχε το νότο (Hourani, 2009, σ.581).
Ισραηλινή εισβολή στο Λίβανο – Επιχείρηση «Ειρήνη για τη Γαλιλαία»
Με την αντιπαράθεση μεταξύ Ισραήλ-Συρίας στο Λίβανο να έχει κλιμακωθεί, η κυβέρνηση Μπεγκίν αναζητούσε μία αφορμή για να εισβάλλει στο Λίβανο. Βασικός παράγοντας αυτής της αλλαγής της Ισραηλινής πολιτικής σχετικά με τον Λίβανο ήταν η τοποθέτηση του Αριέλ Σαρόν στη θέση του Υπουργού Αμύνης του Ισραήλ το 1981 (Schiff, 1984). Η απόπειρα δολοφονίας του Ισραηλινού πρέσβη Shlomo Argov στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 3 Ιουνίου 1982, από Παλαιστινίους, αποτέλεσε την αφορμή έναρξης των επιχειρήσεων του Ισραήλ στον Λίβανο, παρά το γεγονός ότι υπεύθυνοι για την απόπειρα δεν ήταν στελέχη της PLO, αλλά της τρομοκρατικής οργάνωσης του Αμπού Νιντάλ (Norton, 2018). Την ίδια μέρα η Ισραηλινή αεροπορία βομβάρδιζε στόχους της PLO στον νότιο Λίβανο και τη Βηρυτό και στις 6 Ιουνίου 1982 ξεκίνησε η επιχείρηση «Ειρήνη για τη Γαλιλαία» (Katz, Russell και Volstad, 2012). Οι στόχοι του Ισραήλ, όπως είχαν τεθεί από τον Πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπεγκίν και τον Υπουργό Αμύνης Αριέλ Σαρόν ήταν οι εξής: η εξουδετέρωση της PLO στο Λίβανο, η απομάκρυνση των Συριακών Δυνάμεων από το έδαφος του Λιβάνου, η μετατροπή του Λιβάνου σε φιλικό προς το Ισραήλ κράτος (Σαρλής, 2019), σκοπεύοντας μελλοντικά και στην επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας ανάμεσα στα δύο κράτη μέσω της ανάδειξης μιας φίλο-ισραηλινής κυβέρνησης στην Βηρυτό με επικεφαλής τον Χριστιανό Μπασίρ Ζεμαγιέλ (Shipler, 1982). Με αυτόν τον τρόπο, θα διαφύλασσαν την ασφάλεια των βορείων συνόρων της χώρας με τον Λίβανο, και θα επέφεραν ένα ισχυρότατο πλήγμα στη Συρία (Ι.Δ.Ο.Σ, 2014, σ.394). Ο Λίβανος μετετράπη σε ένα νέο πεδίο αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, αυτή τη φορά μεταξύ Συρίας και Ισραήλ.
Ριζοσπαστικοποίηση σιιτικής κοινότητας Λιβάνου – Ιρανική εμπλοκή στον Λιβανικό Εμφύλιο
Μετά την Ιρανική Επανάσταση (1979), το Ιράν μετετράπη σε αναθεωρητική δύναμη, επιθυμούσε δηλαδή την ανατροπή της θέσης του στο διεθνές σύστημα ή αλλιώς του status quo (Turner και Nypalm, 2019), στο Μεσανατολικό σύστημα. Βασικός άξονας στην εξωτερική πολιτική του, έγινε η εξαγωγή της επανάστασης μέσα από την εργαλειοποίηση των σιιτικών κοινοτήτων, η Τεχεράνη κατεστάθη ο σιιτικός πόλος ισχύος της Μέσης Ανατολής. Η ριζοσπαστικοποίηση της σιιτικής κοινότητας του Λιβάνου, που βρισκόταν στο νότιο μέρος του, είχε ξεκινήσει ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα, κομβικό ρόλο σε αυτή διαδραμάτισε ο Ιμάμης Μούσα αλ-Σάντρ και η οργάνωση Αμάλ (Norton, 2018). Η Ισραηλινή κατοχή του Νοτίου Λιβάνου, προκάλεσε επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης της σιιτικής κοινότητας, στρέφοντας την εναντίον των Ισραηλινών και οδηγώντας στην περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση της (Norton, 2018). Όπως διαπιστώνει και ο Χασάν Νασράλα, ο νυν Γ.Γ της Χεζμπολάχ: ‘Had the enemy not taken this step I do not know whether something called Hizbu’llah would have been born. I doubt it’ (Saad-Ghorayeb, 2003). Το Ιράν, ενώ εξελίσσεται ο πόλεμος με το Ιράκ (1980-1988) που το είχε οδηγήσει σε μια περιφερειακή απομόνωση, βρήκε την ευκαιρία μέσω της πολιτικής επιρροής και καθοδήγησης της σιιτικής κοινότητας του Λιβάνου, να αναβαθμίσει περαιτέρω την γεωστρατηγική του θέση, να αποκτήσει ρόλο στην αραβοϊσραηλινή αντιπαράθεση και να εξασφαλίσει ερείσματα στη Δυτική πτέρυγα της Μέσης Ανατολής (Σαρλής, 2019).
Συμμαχία Συρίας-Ιράν – Ανάδυση Χεζμπολάχ
Για την Συρία ο έλεγχος του Λιβάνου αποτελούσε ζήτημα ασφαλείας του κράτους, αλλά και ζήτημα επιβίωσης του ίδιου του καθεστώτος. Επιπλέον η συμμαχία με το Ιράν, δεδομένου του αντι-δυτικού και αντι-ισραηλινού χαρακτήρα του Χομεϊνικού καθεστώτος, παρείχε πολλαπλά οφέλη για τον Άσαντ, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο (Deeb, 2013, σ.18). Η νέα ισλαμιστική διάσταση της εξωτερικής πολιτικής της Τεχεράνης έθετε τον Λίβανο στο επίκεντρο αυτής. Σε αυτό το σημείο οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Συρίας και του Ιράν στο Λίβανο συνέκλιναν, παρά τις ιδεολογικές διαφορές των καθεστώτων Άσαντ-Χομεϊνί. Το Ιράν ενεργοποίησε την σιιτική κοινότητα, ενώ η Συρία επέτρεψε την αποστολή επίλεκτου σώματος 1500 ανδρών της επίλεκτης μονάδας «Αλ Κουντς», των «Φρουρών της Επανάστασης». Με αυτόν τον τρόπο εμφανίστηκε η Χεζμπολάχ, το 1982, στο Μπάαλμπεκ της κοιλάδας Μπεκάα όπου ήταν και το πρώτο αρχηγείο της οργάνωσης (Mazis και Sarlis, 2013). Άλλοι παράγοντες που οδήγησαν στην δημιουργία της Χεζμπολάχ είναι: η διάσπαση της οργανώσεως Αμάλ (Traboulsi, 2012) και η συνένωση όλων των σιιτικών ισλαμιστικών οργανώσεων υπό μία, αυτή της Χεζμπολάχ, υπό την καθοδήγηση φυσικά της Τεχεράνης (Σαρλής, 2019, σ.76). Σύμφωνα με το μανιφέστο της οργάνωσης, δημοσιευθέν στις 16 Φεβρουαρίου 1985, οι θέσεις της οργάνωσης καθίστανται ως εξής: αφοσίωση στον θρησκευτικό και πολιτικό ηγέτη του Ιράν Αγιατολάχ Χομεϊνί, εκδίωξη των Δυτικών Δυνάμεων (Ηνωμένων Πολιτειών, Multinational Force-Πολυεθνική Δύναμη, Ισραήλ) από το έδαφος του Λιβάνου, εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους με Ιρανικού τύπου διακυβέρνηση (όπως επιθυμούσε η οργάνωση). Ωστόσο έδιναν την ελευθερία στον Λιβανικό λαό να επιλέξει ο ίδιος το σύστημα διακυβερνήσεως τους (Robinson, 2020).
Συμπεράσματα
Η Χεζμπολάχ σήμερα, εξαιτίας της ενίσχυσης της θέσης της, κυρίως μετά τα γεγονότα του Δευτέρου Πολέμου του Λιβάνου (2006), διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή. Η κυριαρχία της στο Λίβανο, μέχρι τις μέρες μας, έγκειται στην επιτυχία εδραίωσης της στο εσωτερικό του Λιβάνου, με την βοήθεια του Ιράν και της Συρίας. Η εμπλοκή της στη Συριακή Κρίση (2011-2018) από τον Μάιο του 2013, ήταν αποτέλεσμα της ταύτισης των γεωστρατηγικών στόχων της ίδιας με του Ιράν, καθώς μια ενδεχόμενη πτώση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ θα τους αφαιρούσε την δυνατότητα πρόσβασης στα εδάφη της Συρίας, οδηγώντας τους σε περιφερειακή απομόνωση.(Μάζης 2016). Ήταν η πρώτη φορά που η οργάνωση έδρασε εκτός των συνόρων του Λιβάνου, προσδίδοντάς της έναν νέο περιφεριακό ρόλο, και αναβαθμίζοντας παράλληλα και την σημασία των μη κρατικών δρώντων εν γένει (Σαρλής, 2019). Η Χεζμπολάχ αποτελεί ένα παράδειγμα της Ιρανικής εξωτερικής πολιτικής, μετά το 1979, με σκοπό την εξαγωγή της επανάστασης, το οποίο πέτυχε τον σκοπό του.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσσα βιβλία
- Hourani, A., (2009). Η Ιστορία Του Αραβικού Κόσμου. Μετάφραση: Θ. Δαρβίρη., Αθήνα: Ψυχογιός.
- Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, (2014). Ιράν: Πολιτική, Οικονομία, Διεθνείς & Περιφερειακές Σχέσεις. Αθήνα: Παπαζήση.
- Μάζης, Ι.Θ., (2016). Γεωπολιτική και Γεωστρατηγικές της Συριακής Κρίσεως. Αθήνα: Λειμών
- Σαρλής, Μ., (2019). Συστημική Γεωπολιτική & Ανθρωπογεωγραφία της Μέσης Ανατολής. Αθήνα: Λειμών.
Ξενόγλωσσα βιβλία
- Deeb, M., (2013). Syria, Iran, and Hezbollah: The Unholy Alliance and Its War on Lebanon. Stanford: Hoover Press.
- Katz, S., Russell, L.E., και Volstad, R. (2012). Armies in Lebanon 1982-84. London: Bloomsbury Publishing.
- Korany, B., (2010). The Foreign Policies of Arab States: The Challenge of Globalization. Cairo: The American University in Cairo Press.
- Norton, A.R., (2018). Hezbollah: A Short History. New Jersey: Princeton University Press.
- Salloukh, B., Barakat, R., και Al-Habbal, J. (2013). The Politics of Sectarianism in Postwar Lebanon. London: Pluto Press.
- Traboulsi, F., (2012). A History of Modern Lebanon. London: Pluto Press.
Ακαδημαϊκά Άρθρα
- Azani, E., (2013). ‘The Hybrid Terrorist Organization: Hezbollah as a Case Study’. Studies in Conflict & Terrorism, 36 (11). Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία Πρόσβασης 26/11/2020]
- Mazis I., Sarlis M., (2013). ‘A Geopolitical Analysis of the Activation of the Shiite Geopolitical Factor within the Syrian Con?ict Geosystem’. Regional Science Inquiry. V(2). Διαθέσιμο εδώ
- Saad-Ghorayeb, A., (2003). ‘Factors Conductive to the Politicization of the Lebanese Shia and the emergence of Hizbullah’. Journal of Islamic Studies, 14(3). Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 21/11/2020]
- Schiff, Ζ., (1984). ‘Lebanon: Motivations and Interests in Israel's Policy’, Middle East Journal, 38(2). Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 21/11/2020]
- Turner, O., & Nymalm, N., (2019). ‘Morality and progress: IR narratives on international revisionism and the status quo’, Cambridge Review of International Affairs, 32(4). Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 26/11/2020]
Άρθρα
- Harb, I., (2006). ‘Lebanon's Confessionalism: Problems and Prospects’, United States Institute of Peace, 30 Μαρτίου. Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 21/11/2020]
- Hijazi, I.A., (1987). ‘Pax Syriana Unfolds Under Close Scrunity In Lebanon’, The New York Times, 19 Απριλίου. Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 20/11/2020]
- Robinson, K., (2020). ‘What is Hezbollah’. Council on Foreign Relations. Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 23/11/2020]
- Shipler, D.K., (1982). ‘Israel Pressing For Peace Treaty With The Lebanese’, The New York Times, 8 Σεπτεμβρίου. Διαθέσιμο εδώ [Ημερομηνία πρόσβασης 21/11/2020]