Οι προκλήσεις του 21ου αιώνα και το μέλλον του ΝΑΤΟ
Την περσινή χρονιά συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από την ίδρυση του Οργανισμού Βορειο – Ατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), το οποίο συνδέει την Ευρώπη με την Βόρεια Αμερική σε μια μοναδική συμμαχία άμυνας και ασφάλειας. Η παρούσα ανάλυση θα μελετήσει τα νέα θεμελιώδη καθήκοντα και τον ρόλο του ΝΑΤΟ στο απρόβλεπτο και συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας του 21ου αιώνα. Η δράση των διασυνοριακών τρομοκρατικών δικτύων, η εξάπλωση των πυρηνικών και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής, οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και οι υβριδικές απειλές αποτελούν μερικές εκ των σοβαρότερων προκλήσεων του σύγχρονου περιβάλλοντος ασφαλείας. Οι παραπάνω προκλήσεις καταδεικνύουν πως η Συμμαχία οφείλει να υιοθετήσει μια διαδικασία εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης, ώστε να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στον ρόλο της ως ένας πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας. Η οικοδόμηση συνεργατικών σχέσεων με άλλους δρώντες του διεθνούς συστήματος, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, και η ανάληψη νέων καθηκόντων, όπως η διαχείριση κρίσεων, αποτελούν μόνο δύο από τις πολυάριθμες νέες πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει το ΝΑΤΟ σήμερα.
Το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας του 21ου αιώνα
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου επηρέασαν καταλυτικά την αντίληψη των κρατών αναφορικά με το φαινόμενο της τρομοκρατίας και την παγκόσμια ασφάλεια εν γένει. Κατέδειξαν με τον τραγικότερο τρόπο την μετάβαση σε ένα απρόβλεπτο και συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας. Επιπρόσθετα, είχαν ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση του όρου περί συλλογικής ασφάλειας (Άρθρο 5) για πρώτη φορά στην ιστορία του Οργανισμού. Η χαρτογράφηση του σύγχρονου περιβάλλοντος ασφαλείας αποτελεί ένα σύνθετο εγχείρημα, το οποίο καθίσταται όμως αναγκαίο προκειμένου να ακολουθήσει η εξέταση του νέου ρόλου του ΝΑΤΟ κατά τον 21ο αιώνα και των απαραίτητων πρωτοβουλιών που θα καταστήσουν την Συμμαχία αποτελεσματικότερη ενόψει νέων προκλήσεων.
Το σύγχρονο περιβάλλον ασφαλείας σκιαγραφείται με γλαφυρό τρόπο στο τρέχον Στρατηγικό Δόγμα της Συμμαχίας, το οποίο υιοθετήθηκε από τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων των κρατών μελών στη Σύνοδο Κορυφής της Λισαβόνας (19-20 Νοεμβρίου 2010). Ο όρος Στρατηγικό Δόγμα (Strategic Concept) αναφέρεται στο επίσημο κείμενο με το οποίο οι σύμμαχοι διατυπώνουν τις μακροπρόθεσμες επιδιώξεις και τα βασικά καθήκοντα που εκτιμούν πως θα πρέπει να αναλάβουν, ώστε να ανταποκριθούν με αποτελεσματικό τρόπο σε νέες απειλές (NATO, 2018). Επί της ουσίας πρόκειται για έναν σαφή προσδιορισμό της προσέγγισης που υιοθετεί η Συμμαχία για τις προκλήσεις ασφαλείας των επόμενων ετών και μια σκιαγράφηση κατευθυντήριων γραμμών για τις μελλοντικές κινήσεις του ΝΑΤΟ. Το κείμενο που υιοθετήθηκε το 2010 στη Λισαβόνα φέρει τον τίτλο «Ενεργητική Εμπλοκή, Σύγχρονη Άμυνα» (Active Engagement, Modern Defense).
Οι σύγχρονες προκλήσεις ασφαλείας συνδέονται άρρηκτα με τις εξελίξεις στον τομέα της τεχνολογίας. Οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο (cyber attacks) αποτελούν ένα ολοένα και πιο συχνό φαινόμενο με ιδιαίτερα ζημιογόνα αποτελέσματα, όπως αποδεικνύεται και από επιθέσεις που έλαβαν χώρα τα τελευταία χρόνια (πχ Εσθονία 2007). Η ιδιαίτερη σημασία που διαδραματίζει η κυβερνοασφάλεια (cyber security) τον 21ο αιώνα επιβεβαιώνεται από την κίνηση του ΝΑΤΟ να αναγνωρίσει τον κυβερνοχώρο ως πεδίο επιχειρήσεων, συμπληρώνοντας το τρίπτυχο: ξηρά, θάλασσα, αέρας (Κοππά, 2017). Επιπρόσθετα, μια πιθανή διατάραξη των προμηθειών ενέργειας ή των διαμετακομιστικών οδών του διεθνούς εμπορίου δύναται να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα στα κράτη μέλη του Οργανισμού (Νάσκου-Περράκη, 2019). Γίνεται επομένως κατανοητό πως οι νέες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Συμμαχία υπερβαίνουν την συμβατική έννοια της ασφάλειας.
Το ΝΑΤΟ αποδίδει βαρύνουσα σημασία και στην αντιμετώπιση υβριδικών απειλών (hybrid threats). Οι σύμμαχοι στην Σύνοδο Κορυφής που πραγματοποιήθηκε στην Βαρσοβία (8-9 Ιουλίου 2016), η οποία θα εξεταστεί εκτενέστερα και στην επόμενη ενότητα, όρισαν τον υβριδικό πόλεμο ως: «έναν ευρύ, σύνθετο και προσαρμοστικό συνδυασμό συμβατικών και μη συμβατικών μέσων, και ανοικτών και συγκεκαλυμμένων στρατιωτικών, παραστρατιωτικών και μη στρατιωτικών μέτρων, τα οποία χρησιμοποιούνται σε ένα υψηλά ολοκληρωμένο σχέδιο από κρατικούς και μη κρατικούς δρώντες για την επίτευξη των στόχων τους» (NATO – Official Text: Warsaw Summit Communique, par. 72, 2016). Το ΝΑΤΟ προχώρησε στην ανάληψη σημαντικών πρωτοβουλιών προκειμένου να θωρακίσει τα κράτη μέλη από τις προκλήσεις που δημιουργεί ο υβριδικός πόλεμος, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τον υβριδικό χαρακτήρα που έχει λάβει ο πόλεμος στην Ουκρανία και τις ενέργειες της ρωσικής πλευράς κατά τη διάρκεια της εν λόγω κρίσης (Κοππά, 2017).
Επιπρόσθετα, οι τρομοκρατικές επιθέσεις αποτελούν μια άμεση απειλή τόσο για την ασφάλεια των πολιτών που διαβιούν στα 30 κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, όσο και για την σταθερότητα σε παγκόσμιο επίπεδο (NATO’s Strategic Concept, par. 10, 2010). Η δράση των διασυνοριακών τρομοκρατικών δικτύων φαντάζει ακόμα πιο απειλητική σήμερα, καθώς ορισμένα εξ’ αυτών ενδέχεται να έχουν πρόσβαση σε όπλα μαζικής καταστροφής (weapons of mass destruction - WMD). Παράλληλα, οι εθνικές και περιφερειακές συγκρούσεις που σημειώθηκαν την περασμένη δεκαετία σε Αραβικά κράτη της Βόρειας Αφρικής προκάλεσαν αστάθεια στις εν λόγω περιφέρειες και οδήγησαν στην ενίσχυση ιδιαίτερα απειλητικών οργανώσεων, όπως το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος. Οι παραπάνω εξελίξεις αποδεικνύουν πως το ΝΑΤΟ σήμερα καλείται να αντιμετωπίσει και απειλές που εκπορεύονται έξω από τα όρια του ευρωατλαντικού χώρου (Goldgeier, 2010).
Το ζήτημα της ανάδυσης απειλών με νέα γνωρίσματα δεν υποκαθιστά όμως σε καμία περίπτωση την καθοριστικής σημασίας πρόκληση που θέτουν συμβατικά και πυρηνικά όπλα. Ήδη από τις πρώτες παραγράφους του τρέχοντος Στρατηγικού Δόγματος γίνεται λόγος για την πιεστική πρόκληση της εξάπλωσης των πυρηνικών και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής, η οποία απειλεί με άμεσο τρόπο την σταθερότητα σε παγκόσμιο επίπεδο (NATO’s Strategic Concept, par. 9, 2010). Η διάδοση βαλλιστικών πυραύλων παρουσιάζεται ως μια ακόμα σοβαρότατη απειλή για την ασφάλεια του ευρωατλαντικού χώρου. Οι παραπάνω διαπιστώσεις συνηγορούν υπέρ της ανάδειξης του ελέγχου των εξοπλισμών και της μη διασποράς των πυρηνικών όπλων σε πρωταρχικούς στόχους της Συμμαχίας (Goldgeier, 2010).
Καταληκτικά, παρατηρείται η επιστροφή της πειρατείας ως σοβαρής πρόκλησης ασφαλείας, ενώ ταυτόχρονα γίνονται αντιληπτές από όλο και περισσότερους οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για την ασφάλεια και την ανθρώπινη δραστηριότητα εν γένει. Εκτιμάται πως νέες προκλήσεις, όπως η έλλειψη υδάτινων πόρων και οι αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες, θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση του περιβάλλοντος ασφαλείας των επόμενων ετών (Νάσκου-Περράκη, 2019). Η εμφάνιση νέων προκλήσεων και οι αλλαγές που πραγματοποιούνται στο διεθνές σύστημα καθιστούν αναγκαία την συνεχή διαδικασία εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης προκειμένου να συνεχίσει το ΝΑΤΟ να ανταποκρίνεται στον ρόλο του ως ένας πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον.
Η προσαρμογή και ο νέος ρόλος του ΝΑΤΟ στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος:
Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας (1991) και η σταδιακή κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων προκάλεσαν σημαντικές μεταβολές αναφορικά με τον καταμερισμό ισχύος και το συνολικό περιβάλλον ασφαλείας της τελευταία δεκαετίας του 20ου αιώνα (Daalder, 1999). Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, ο σκοπός και ο ρόλος του ΝΑΤΟ ήταν σαφώς προσδιορισμένοι από την απειλή που έθετε η Σοβιετική Ένωση για την ασφάλεια του ευρωατλαντικού χώρου (NATO, 2004). Η κατάρρευση του ενός εκ των δύο πόλων του ψυχροπολεμικού διεθνούς συστήματος οδήγησε την ευρωπαϊκή ήπειρο σε μια περίοδο αυξημένης ρευστότητας και αστάθειας με αποτέλεσμα η Συμμαχία να επαναπροσδιορίσει τα καθήκοντα και τον ρόλο της (Αρβανιτόπουλος, Ήφαιστος, 2009). Η παρούσα ενότητα θα εξετάσει την διαδικασία προσαρμογής του ΝΑΤΟ στις νέες προκλήσεις ασφαλείας, οι οποίες παρουσιάστηκαν εκτενώς στην προηγούμενη ενότητα, αλλά και ζητήματα που δεν άπτονται αποκλειστικά στην στενή έννοια της ασφάλειας, καθώς θέματα όπως οι σχέσεις ΝΑΤΟ – ΕΕ, ο επαναπροσδιορισμός της αλληλεγγύης εντός του Οργανισμού και η διαδικασίες διεύρυνσης αποτελούν εξίσου σημαντικές προκλήσεις για το μέλλον του ΝΑΤΟ.
Το ΝΑΤΟ σήμερα αποτελεί μια ευρεία διατλαντική κοινότητα, η οποία έχει διευρύνει τις δραστηριότητές της σε νέους τομείς, ωστόσο ο θεμελιώδης και διαρκής σκοπός της Συμμαχίας παραμένει η διαφύλαξη της ελευθερίας και της ασφάλειας των μελών της με πολιτικά και στρατιωτικά μέσα (Goldgeier, 2010). Η παραπάνω διαπίστωση σε συνδυασμό με τα καθήκοντα που απορρέουν από το Άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, το οποίο αναφέρεται στην αρχή της συλλογικής ασφάλειας σε περίπτωση επίθεσης έναντι ενός κράτους μέλους, καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη αποτελεσματικού αμυντικού σχεδιασμού και την διατήρηση αξιόπιστης αποτρεπτικής ικανότητας. Το ΝΑΤΟ αφουγκραζόμενο τις συνεχείς προκλήσεις του σύγχρονου περιβάλλοντος ασφαλείας έχει προχωρήσει τα τελευταία χρόνια σε αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του. Η διεξαγωγή της άσκησης Trident Juncture 2018, η οποία με περισσότερους από 50.000 συμμετέχοντες αποτελεί την μεγαλύτερη συλλογική άσκηση της Συμμαχίας κατά τα μεταψυχροπολεμικά χρόνια, αποδεικνύει την βαρύνουσα σημασία που αποδίδει το ΝΑΤΟ στο ζήτημα της διατήρησης σύγχρονων δυνάμεων με κοινή εκπαίδευση, οι οποίες θα διαθέτουν την δυνατότητα διεξαγωγής επιχειρήσεων υπό οποιαδήποτε συνθήκη (NATO, 2019).
Η Σύνοδος Κορυφής στην Βαρσοβία (8-9 Ιουλίου 2016) συνέβαλε σημαντικά στην ενδυνάμωση της αποτρεπτικής ικανότητας του ΝΑΤΟ, καθώς τα κράτη μέλη συμφώνησαν να ενισχύσουν την παρουσία τους στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης προς τη Ρωσία (Κοππά, 2017). Πιο συγκεκριμένα, αποφασίστηκε η αποστολή 4 ταγμάτων, με 1.000 στρατιώτες το καθένα, στην περιοχή των τριών Βαλτικών χωρών (Εσθονία, Λεττονία, Λιθουανία) και της Πολωνίας, με κυκλική εναλλαγή από το 2017 και μετά. Η ηγεσία των εν λόγω ταγμάτων ανετέθη στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία. Η απόφαση αυτή ελήφθη στο πλαίσιο επανεκτίμησης της σχέσης μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας μετά την κρίση στην Ουκρανία, αλλά ταυτόχρονα διατήρησε τις απαραίτητες ισορροπίες προκειμένου να παραμείνει ανοιχτό το ενδεχόμενο πολιτικού διαλόγου των δύο πλευρών (Κοππά, 2017).
Επιπρόσθετα, το ΝΑΤΟ αποσκοπεί στην προαγωγή της διεθνούς και περιφερειακής ασφάλειας αναλαμβάνοντας νέα καθήκοντα, όπως η διαχείριση κρίσεων και οι επιχειρήσεις υποστήριξης της ειρήνης (NATO, 2004). Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου προκλήθηκαν περιφερειακές και εθνικές συγκρούσεις, οι οποίες με τη σειρά τους οδήγησαν το διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον σε αυξημένη αστάθεια. Το ΝΑΤΟ εκτιμώντας πως οι εξελίξεις αυτές αποτελούν μια άμεση απειλή για την ευρωατλαντική ασφάλεια προχώρησε σε συνεργασία με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στην ανάληψη σημαντικών ενεργειών, προκειμένου να επανέλθει η σταθερότητα και η ειρήνη σε χώρες, όπου είχαν προκληθεί μεγάλες εντάσεις. Αναλυτικότερα, η Δύναμη Κοσσυφοπεδίου (Kosovo Force – KFOR), η δημιουργία της οποίας βασίστηκε στο Ψήφισμα 1244/1999 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αποσκοπούσε στην διασφάλιση και υποστήριξη ενός σταθερού, ειρηνικού και ασφαλούς περιβάλλοντος στην περιοχή του Κοσσυφοπεδίου (NATO’s E-Library, 2004). Παράλληλα, η Διεθνής Δύναμη Αρωγής για την Ασφάλεια (International Security Assistance Force – ISAF) δημιουργήθηκε μετά την υιοθέτηση του Ψηφίσματος 1386/2001 από το Συμβούλιο Ασφαλείας, θέτοντας ως κύριο στόχο την εκπαίδευση των αφγανικών εθνικών δυνάμεων ασφαλείας και την σταδιακή ανοικοδόμηση ορισμένων βασικών κυβερνητικών δομών στο Αφγανιστάν (NATO, 2019). Το 2014 διέκοψε την λειτουργία της, ενώ ορισμένα στρατεύματα (Resolute Support Mission – RSM) παρέμειναν στο έδαφος του Αφγανιστάν, επιτελώντας εκπαιδευτική, συμβουλευτική και αντιτρομοκρατική δράση. Το ΝΑΤΟ προσεγγίζει ολιστικά το ζήτημα της διαχείρισης κρίσεων, αναλαμβάνοντας προληπτικές ενέργειες, υιοθετώντας μέτρα διαχείρισης μιας εξελισσόμενης κατάστασης και προβαίνοντας σε σταθεροποιητικές κινήσεις μετά το τέλος μιας κρίσης (NATO’s Strategic Concept, par. 22-24, 2010).
Το τρέχον Στρατηγικό Δόγμα της Συμμαχίας αποδίδει βαρύνουσα σημασία στην προώθηση της διεθνούς ασφάλειας μέσω της στενότερης συνεργασίας τόσο μεταξύ των κρατών μελών του Οργανισμού, όσο και με άλλους δρώντες του διεθνούς συστήματος. Το ΝΑΤΟ και ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) έχουν προχωρήσει στην οικοδόμηση ισχυρών συνεργατικών σχέσεων, αποσκοπώντας πάντοτε σε περαιτέρω εμβάθυνση του πολιτικού διαλόγου και της πρακτικής συνεργασίας (NATO’s Strategic Concept, par. 31, 2010). Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη της Συμμαχίας αναγνωρίζουν την πρωταρχική αρμοδιότητα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για θέματα σχετικά με την διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, ενώ η πίστη των συμμάχων στις αρχές και τους σκοπούς του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών επανεπιβεβαιώνεται και στο προοίμιο του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (Νάσκου-Περράκη, 2019). Παράλληλα, το ΝΑΤΟ αποσκοπεί στην αναβάθμιση των σχέσεων που διατηρεί με τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), καθώς εντοπίζονται πολλά ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως η πρόληψη συγκρούσεων και η διαχείριση κρίσεων.
Η Συμμαχία έχει επιπλέον προχωρήσει στην εγκαθίδρυση νέων θεσμών για διάλογο και συνεργασία, όπως ο Μεσογειακός Διάλογος (Mediterranean Dialogue), ο οποίος θεσμοθετήθηκε το 1994, περιλαμβάνει σήμερα 7 χώρες (Αίγυπτος, Ισραήλ, Ιορδανία, Μαυριτανία, Μαρόκο, Τυνησία, Αλγερία) από την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και αποσκοπεί στην προώθηση της ασφάλειας και σταθερότητας (NATO, 2019). Αντίστοιχες πρωτοβουλίες έχουν ληφθεί και για την περιοχή της Μέσης Ανατολής, καθώς η Πρωτοβουλία για την Συνεργασία της Κωνσταντινούπολης (Istanbul Cooperation Initiative – ICI) αποσκοπεί στην σταθερότητα των κρατών του Κόλπου και της ευρύτερης περιοχής (NATO, 2019).
Το ΝΑΤΟ προωθεί την σύναψη νέων συνεργατικών σχέσεων με χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Γεωργία και η Ουκρανία, ενώ ταυτόχρονα η διεύρυνση της Συμμαχίας αποσκοπεί στη δημιουργία ενός ασφαλέστερου και πιο σταθερού γεωπολιτικού περιβάλλοντος (Jackson, Sorensen, 2006). Αν και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας το 1991 σήμαναν την βελτίωση των σχέσεων μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, η επέμβαση της τελευταίας στην Ουκρανία το 2014 οδήγησε τις σχέσεις των δύο πλευρών σε κρίση και αναστολή αρκετών πρωτοβουλιών. Τα κράτη μέλη της Συμμαχίας παραμένουν ανοικτά σε πολιτικό διάλογο με τη Ρωσία, ο οποίος επιτυγχάνεται κυρίως μέσω του Συμβουλίου ΝΑΤΟ – Ρωσίας (NATO, 2020).
Οι σχέσεις μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρήζουν διακριτής ανάλυσης, καθώς η Ένωση αποτελεί έναν μοναδικό και αναντικατάστατο εταίρο για την Συμμαχία (Κοππά Μ., 2017). Η διαπίστωση πως η σχέση των δύο θεσμών είναι στρατηγικής σημασίας αποδεικνύεται περίτρανα με την Κοινή Δήλωση που υπέγραψε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jean Claude Juncker, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Jens Stoltenberg, στις 8 Ιουλίου 2016, στο πλαίσιο των εργασιών της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Βαρσοβία (Joint Declaration EU-NATO, 2016). Η παραπάνω κίνηση αναδεικνύει την πρόθεση των δύο πλευρών για στενότερη συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπιστούν από κοινού νέες προκλήσεις, όπως οι υβριδικές απειλές και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Παράλληλα, ορισμένες εκ των σύγχρονων προκλήσεων δεν απαιτούν απαραίτητα απάντηση με στρατιωτικά μέσα, αλλά μια πιο ολιστική προσέγγιση. Καθίσταται επομένως αναγκαία η εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ ΝΑΤΟ και ΕΕ προκειμένου να επιτευχθεί ο επιθυμητός συγκερασμός ήπιας και σκληρής ισχύος. Η συμπληρωματική δράση των δύο θεσμών θα έχει ως αποτέλεσμα την έγκαιρη απάντηση σε προκλήσεις που άπτονται τόσο της ασφάλειας με ένοπλα μέσα «hard security», όσο και της ασφάλειας με ήπια μέσα «soft security» (Κοππά, 2017). Η ανάγκη επικαιροποίησης του πλαισίου που διέπει τις σχέσεις ΝΑΤΟ – ΕΕ καταδεικνύεται σήμερα τόσο με την νέα Παγκόσμια Στρατηγική της ΕΕ, όσο και με την προαναφερθείσα Κοινή Δήλωση (Κοππά, 2017). Τέλος, γίνεται κατανοητό πως το ισχυρό πνεύμα συνεργασίας και η αυτονομία στη λήψη αποφάσεων είναι μερικές εκ των σημαντικότερων προϋποθέσεων προκειμένου να η επιτευχθεί η εν λόγω εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των δύο θεσμών (Κοππά, 2017).
Καταληκτικά, η Συμμαχία, παραμένοντας προσηλωμένη στον διαρκή στόχο των κρατών μελών της για τη δημιουργία ενός ασφαλέστερου και πιο σταθερού διεθνούς περιβάλλοντος, διαδραματίζει ενεργό ρόλο στις διαδικασίες ελέγχου των εξοπλισμών (arms control) και μη διάδοσης (non-proliferation) πυρηνικών και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής (NATO’s Strategic Concept, par. 26, 2010).
Αντί Επιλόγου:
Έχοντας εξετάσει την διαδικασία συνεχούς προσαρμογής και τα νέα καθήκοντα που καλείται να αναλάβει το ΝΑΤΟ στην σύγχρονη εποχή, κρίνεται σκόπιμη η εξαγωγή ορισμένων συμπερασμάτων προκειμένου να αναδειχθούν με τον δέοντα τρόπο οι προκλήσεις που παρουσιάζει ο 21ος αιώνας για το μέλλον της Συμμαχίας. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου σηματοδοτούν την μετάβαση σε ένα απρόβλεπτο και συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον ασφαλείας, όπου αναδύονται νέες απειλές για την ευρωατλαντική ασφάλεια και παρατηρείται αυξημένη αστάθεια σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Το ΝΑΤΟ καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει προκλήσεις όπως οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, οι υβριδικές απειλές και η δράση των διασυνοριακών τρομοκρατικών δικτύων. Οι παραπάνω προκλήσεις καταδεικνύουν πως η Συμμαχία οφείλει να υιοθετήσει μια διαδικασία εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης (NATO’s Strategic Concept, par. 38, 2010), ώστε να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στον ρόλο της ως ένας πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας. Προκειμένου να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος, τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες, όπως η σύναψη στενών συνεργατικών δεσμών με άλλους οργανισμούς και κράτη, με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα της συνεργασίας μεταξύ ΝΑΤΟ και ΕΕ. Η εμβάθυνση της συνεργασίας των δύο θεσμών καθίσταται αναγκαία, καθώς η συμπληρωματική δράση τους θα συμβάλλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση απειλών που άπτονται τόσο της ασφάλειας με ένοπλα μέσα «hard security», όσο και της ασφάλειας με ήπια μέσα «soft security».
*H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.