Οι κινεζικές επενδύσεις στην Αφρική στο πλαίσιο του BRI
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας είναι η χώρα που χαρακτηρίζεται ως η πρώτη σε μέγεθος παγκόσμια αναδυόμενη οικονομία (emerging economy) του 21ου αιώνα, διαθέτοντας το 2ο μεγαλύτερο ΑΕΠ μετά τις ΗΠΑ, ύψους 14 τρις δολαρίων, καθώς και η πρώτη σε εξαγωγές. Ειδικότερα, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, την περίοδο 2013-2017, παρουσίασε αύξηση του ΑΕΠ (GDP) της κατά 45,9%. Η διαδικασία αυτή της οικονομικής ανόδου της Κίνας είχε ξεκινήσει ήδη από το 1978, όταν στην εξουσία ήρθε ο Deng Xiaoping και εκκίνησε τις μεταρρυθμίσεις για το άνοιγμα της οικονομίας της, θέτοντας τα θεμέλια της «μοντέρνας Κίνας». Άρα, αυτό της το εγχείρημα, για μετάβαση από μια κλειστή οικονομία σε μία οικονομία της αγοράς, της επιτρέπει αφενός να είναι πιο εξωστρεφής στο ανταγωνιστικό διεθνές οικονομικό περιβάλλον, ενώ αφετέρου να επιδιώκει και να επιτυγχάνει διαρκώς την οικονομική της διεύρυνση.
Προκείμενου να περατώσει τα παραπάνω, η Κίνα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της «Belt and Road Initiative», ελληνιστί «Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού», έχει ξεκινήσει από το 2013 σειρά επενδύσεων στη γείτονα ήπειρο Αφρική, έχοντας ήδη πραγματοποιήσει οικονομικές συναλλαγές της τάξεως των 148 δις. δολάρια για το έτος 2017. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις, το ποσό αυτό μπορεί να αγγίξει και τα 300 δις δολάρια τα επόμενα χρόνια.
Το ερώτημα που εγείρεται είναι ποιοι σκοποί της εξυπηρετούνται από αυτήν της την οικονομική διείσδυση και δεύτερον, τι συνεπάγεται αυτό για την Αφρική. Συγκεκριμένα, σκοπός της παρούσας ανάλυσης είναι να εξετάσει τις κινεζικές επενδύσεις στην Αφρική, το εύρος τους, τους σκοπούς που εξυπηρετεί καθώς και τις συνέπειες αυτών για τις τοπικές κοινωνίες της Αφρικής.
Λόγοι Επιλογής της Αφρικής
Η επιλογή της Αφρικής για την διεξαγωγή μεγάλου μέρους του οράματος της Κίνας δεν ήταν σαφώς τυχαία και αυτό εξηγείται από τους εξής λόγους:
- Πρώτον, η γη της Αφρικανικής ηπείρου περικλείει έναν άφθονο πλούτο πρώτων υλών όπως χρυσό, πετρέλαιο και άλλων πολύτιμων μετάλλων, των οποίων η εκμετάλλευση μπορεί να προσφέρει μεγάλα κέρδη, καθώς και πρόσβαση εταιρειών στην βασική πρώτη ύλη του βωξίτη, απαραίτητη για την παραγωγή ενέργειας.
- Δεύτερον, η Κίνα, στην προσπάθεια της για αύξηση της επιρροής της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, θεωρεί την Αφρική ως την πλέον κατάλληλη εδαφική επικράτεια που θα αποτελέσει το μέσο για πρόσβαση στην Δύση και στις οικονομικοπολιτικές δομές των ανεπτυγμένων χωρών με τα συνεπαγόμενα τους οφέλη.
- Τρίτον, το κινεζικό επιχειρηματικό αισθητήριο έχει ήδη διακρίνει τις εξέχουσες προοπτικές εξέλιξης της Αφρικής, δημιουργώντας την ανάγκη για σύναψη διμερών συμφωνιών χρηματοδότησης έργων υποδομών σε ολόκληρη την ήπειρο.
Η ανάγκη πλεύσης των Αφρικανικών κρατών με το σχέδιο της Κίνας
Γίνεται σαφές, λοιπόν, πως η Αφρική δεν έχει εκμεταλλευτεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό τις δυνατότητες ανάπτυξης που της δίνει το πλουτοπαραγωγικό της έδαφος και τα ορυχεία της. Ωστόσο, αφρικανικές χώρες όπως η Αγκόλα, η Αιθιοπία, η Νιγηρία και η Νότια Αφρική, θέλοντας να εισέλθουν σε μια εποχή μεγαλύτερης ανάπτυξης από ό,τι δυνητικά έχουν μέχρι σήμερα, αποφάσισαν τη σύμπραξη με την Κίνα. Η τελευταία θεωρούν πως μπορεί να τους προσφέρει την αναγκαία βοήθεια για την χρηματοδότηση δημοσίων έργων (επέκταση και βελτίωση του σιδηροδρομικού δικτύου και των οδικών αρτηριών, κατασκευή γεφυρών, κ.α.), επέκταση του δικτύου ηλεκτροδότησης, εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας, καθώς και σε άλλες βασικές δομές της κοινωνίας που θα επιτρέψουν στους πολίτες την ανάπτυξη του βιοτικού τους επιπέδου. Συνολικά, αξίζει να σημειωθεί, πως όλα αυτά τα μέτρα βοήθειας έχουν την δυνατότητα να διακόψουν τον ατέρμονο κύκλο της πολιτικής προστατευτισμού που έχουν επιλέξει αυτές οι χώρες όλα τα προηγούμενα χρόνια, καθώς μακροπρόθεσμα μπορεί να αποβεί επιζήμια .
Οικονομικές Παράμετροι
Με την υπογραφή μνημονίου συνεργασίας αξίας 649 εκατ. δολαρίων, η Κίνα πλέον απρόσκοπτα έκανε επέλαση τόσο στο υπέδαφος, αλλά και στις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Αφρικής. Παράλληλα, υπήρξε μια προσπάθεια διεθνοποίησης του κινεζικού γουάν σε δύο άξονες: α) Υιοθέτηση του νομίσματος της Κίνας ήδη από μεγάλους εμπορικούς εταίρους της Αφρικής, όπως η Γκάνα, η Νιγηρία, η Ζιμπάμπουε, κ.α. και β) Ίδρυση της «Ασιατικής Τράπεζας Επενδύσεων και Υποδομών» με επικεφαλής την Κίνα και άλλα 57 ιδρυτικά μέλη, ανάμεσά τους η Νότια Αφρική και η Αίγυπτος. Συμπερασματικά, τα παραπάνω συνέβαλαν στην διόγκωση του όγκου των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Κίνας και Αφρικής κατά 20 φορές, μέγεθος το οποίο αφορά σχεδόν τις διπλάσιες που πραγματοποιούνται μεταξύ της Αφρικής και των ΗΠΑ.
Αντίδραση της τοπικής κοινωνίας
Παρά την οικονομική σύμπραξη που έλαβε χώρα καθ’όλη σχεδόν την προηγούμενη δεκαετία, δεν εκλείπουν οι αντιδράσεις από την τοπική κοινωνία, καθώς έρχονται αντιμέτωποι με τα αποτελέσματα αυτής της σύμπραξης σε καθημερινή βάση. Ειδικότερα, οι κάτοικοι της Αφρικής εντοπίζουν κάποια μελανά σημεία στην διμερή αυτή συνεργασία:
- Α) Η συμφωνία βρίσκει τις αφρικανικές χώρες «βουτηγμένες» σε μία παγίδα χρέους (debt trap), λόγω των υπέρογκων δανείων που λαμβάνουν από την Κίνα προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη τους. Αυτό δημιουργεί μια εγκλωβισμένη κοινωνία, η οποία σύμφωνα με μελέτες ενδέχεται να μην μπορεί να αποπληρώσει το χρέος της, με αποτέλεσμα την διόγκωση του δημοσίου ελλείμματος και τη συνεχή εξάρτηση/υποχρέωση προς την Κίνα.
- Β) Παρ’ όλο το άνοιγμα καινούργιων θέσεων εργασίας, λόγω της διεξαγωγής έργων υποδομής, η Αφρική δεν καταφέρνει να μειώσει τον δείκτη ανεργίας της, καθώς οι θέσεις στην πλειοψηφία τους καλύπτονται από φθηνό εργατικό δυναμικό προερχόμενο από την ίδια την Κίνα.
- Γ) Η εταιρεία «business risk intelligence – EXX AFRICA», σύμφωνα με κατά καιρούς δημοσιεύσεις της, καταδικάζει την συνεργασία Αφρικής – Κίνας, καθώς υποστηρίζει πως οι μεταξύ τους όροι σύμπραξης εκλείπουν διαφάνειας, ενώ αποσιωπώνται περιβαλλοντικές εκθέσεις σχετικά με τον αντίκτυπο της εκμετάλλευσης τόσο του εδάφους, αλλά και του υπεδάφους της Αφρικής, και την δυνητική μόλυνση σε ποταμούς που παρέχουν πόσιμο νερό στους κατοίκους. Η παραπάνω άποψη προσυπογράφεται και από τοπικές περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι οποίες καλούν τα κράτη να δημοσιεύσουν εκθέσεις σχετικά με τις συνέπειες της εξόρυξης βωξίτη στην επικράτεια τους.
Το τρίγωνο Αφρικής-ΗΠΑ-Κίνας
Σε διεθνές επίπεδο, η συμφωνία αυτή βρίσκει τις ΗΠΑ απέναντι σε μία κρίση της επιρροής που ασκούσαν ήδη στην επικράτεια της Αφρικής εδώ και χρόνια. Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ κατηγορούν την Κίνα ότι προκειμένου να επιτύχουν τις εμπορικές συνεργασίες που επιθυμούν, συνεργάζονται με αυταρχικές κυβερνήσεις κρατών, οι οποίες αγνοούν τις επιπτώσεις της εντατικής εκμετάλλευσης των διαθέσιμων πόρων. Επιπλέον, κυβερνητικοί εκπρόσωποι των ΗΠΑ τονίζουν ότι η συνολική στάση της Κίνας απέναντι στην αφρικανική ήπειρο καταπατά σε μεγάλο βαθμό τα ανθρώπινα δικαιώματα των κατοίκων, τα οποία όλο αυτό το διάστημα οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να διαφυλάξουν, εντός ενός πλαισίου ανθρωπιστικής δράσης που είχαν δρομολογήσει στα κράτη της Αφρικής.
Στην πραγματικότητα, η Κίνα είχε δρομολογήσει, σε πρώιμο στάδιο, ένα «Private-Public Project», ήτοι ένα σχέδιο που αφορά την οικονομικό συσχετισμό ιδιωτικού και δημοσίου τομέα με στόχο την αύξηση ευκαιριών επιχειρηματικότητας στα αφρικανικά κράτη. Ως πρότυπο αυτού του project ήταν, σε μεγάλο βαθμό, η δημιουργία ζώνης ελευθέρων συναλλαγών (κυρίως στην Νιγηρία), όπου στην θέση των χωραφιών θα κατασκευαστούν εμπορικά κέντρα, ξενοδοχεία, κ.α. Η άρση δηλαδή των εμποδίων του εμπορίου θα επέφερε την οικονομική άνθιση για τα κράτη της Αφρικής. Ωστόσο, μεγάλες κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei, επωφελήθηκαν από αυτήν την κατάσταση και βρήκαν πρόσφορο έδαφος για την επέκταση των εμπορικών τους δραστηριοτήτων. Συγκεκριμένα, η Αφρική κατέχει τεράστιο όγκο της παγκόσμιας παραγωγής μετάλλων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή κινητών τηλεφώνων. Άρα, στο πλαίσιο της κινεζικής διείσδυσης, η εταιρεία αυτή απέκτησε πρόσβαση σε φθηνή πρώτη ύλη, μεγιστοποιώντας έτσι την δυνατότητα κέρδους.
Από την μεριά τους, οι ΗΠΑ, προσπαθώντας να θέσουν φραγμό στην κινεζική επέκταση και επιρροή, έχουν ήδη προβεί σε τεχνολογικό εμπάργκο στο έδαφος τους σε είδη τεχνολογίας που φέρουν το λογισμικό της Huawei. Ταυτόχρονα, στην Αφρική, προσπαθούν με κάθε τρόπο να υπονομεύσουν τα εγχειρήματα της για τους ίδιους λόγους και προσπαθώντας συνάμα να διατηρήσουν την δική τους επιρροή στην περιοχή.
Στάση Ευρώπης
Αναφερόμενοι για ακόμα μία φορά στο διεθνές περιβάλλον, εύλογη αλληλουχία είναι το γεγονός ότι η Ευρώπη, δεδομένου της γεωγραφικής της θέσης, έχει σαφώς μία πλεονεκτική θέση έναντι των υπολοίπων, όσον αφορά την επιρροή που ασκεί στην Αφρική. Το γεγονός αυτό έχει γίνει αντιληπτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση, γι’ αυτό και τα αρμόδια όργανά της έχουν προχωρήσει σε μία σειρά μέτρων για την διοχέτευση των ευρωπαϊκών δεδομένων (αξίες, τρόπος οργάνωσης, κ.α.) στην γειτονική ήπειρο:
- Πρώτον, το 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε μία σειρά από καινούργια μοντέλα χρηματοδότησης – γνωστό ως «External Investment Plan (EIP)» – τα οποία δίνουν την ευκαιρία για: α) αύξηση της χρηματοδότησης της Αφρικής, β) τεχνολογική και τεχνική υποστήριξη και γ) δυνατότητα ανοικοδόμησης, η οποία με την σειρά της θα αυξήσει δυνητικά την ανταγωνιστικότητα των αφρικανικών κρατών.
- Δεύτερον, η ΕΕ αναγνωρίζει ότι η Κίνα μπορεί να προσφέρει στην Αφρική την τεχνογνωσία για παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων υλικών αγαθών, αλλά ταυτόχρονα την κατηγορεί για την υπερφόρτωση κυβερνήσεων με υπέρογκα χρέη. Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ υπόσχεται διαφάνεια στις διμερείς εμπορικές συναλλαγές, με ταυτόχρονη μείωση του δείκτη ανεργίας που ταλανίζει διαχρονικά τα κράτη της Αφρικής.
- Τρίτον, η ΕΕ καλεί την Αφρική να μην θεωρεί την Ευρώπη αποκλειστικά ως έναν οικονομικό έτερο, αλλά προσφέρει μια ολιστική προσέγγιση εκδημοκρατισμού των περιοχών με αυταρχικές κυβερνήσεις, περιβαλλοντικές πολιτικές με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη και τέλος, μεταλαμπάδευση αξιών που διαπνέουν τις δυτικές κοινωνίες.
Η αποτίμηση των επενδύσεων
Η Αφρική χαρακτηρίζεται ως η ήπειρος με τον υψηλότερο δείκτη πολλαπλασιασμού του πληθυσμού της, ωστόσο, συγχρόνως παραμένει η πιο φτωχή, δεδομένου των διεφθαρμένων/δικτατορικών καθεστώτων, των εμφυλίων πολέμων, των ελλειμματικών κρατικών δομών και της συνεπαγόμενης ελλιπούς/δέουσας εκμετάλλευσης του πλούτου της. Αυτά τα προβλήματα καθιστούν το λαό της ευάλωτο, τροφοδοτώντας υψηλή ανεργία και κατ’ επέκταση μεταναστευτικές ροές. Συνεπάγεται, λοιπόν, ότι ένας πληθυσμός που αυξάνεται διαρκώς, με τα θεμελιώδη αυτά προβλήματα που αντιμετωπίζει συνεχώς, έχει τεράστια ανάγκη πρόσβασης σε χρηματοδότηση, προκειμένου να προσεγγίσει την ανάπτυξη. Εντούτοις, παρατηρείται ότι η Αφρική είναι η ήπειρος με τις λιγότερες άμεσες ξένες επενδύσεις (foreign direct investment – FDI) μετά από κάποιες «μεταβατικές οικονομίες» της κεντρικής Ασίας.
Συμπερασματικά, η Αφρική παραμένει η περιοχή με τις περισσότερες ανάγκες και τις λιγότερες επενδύσεις. Από την μία πλευρά, το φιλόδοξο σχέδιο της Κίνας για επενδύσεις στο πλαίσιο του “Belt and Road Initiative” έχει προσφέρει στην Αφρική αρκετά κεφάλαια για περαιτέρω ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό με τη διεθνή κοινωνία. Ωστόσο, με μία δεύτερη ματιά οι επενδύσεις αυτές είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο, λαμβάνοντας υπόψιν την ποσότητα χρήματος που διοχετεύουν άλλες χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία, που όντας οι μητροπόλεις των πρώην αποικιών τους στην Αφρική, συνεχίζουν να διατηρούν ειδική σχέση με τα Αφρικανικά. Συγχρόνως, τα διλήμματα σχετικά με την ένταξη στη συνεργασία με την Κίνα και τις δεσμεύσεις/κινδύνους που συνεπάγεται για τη σταθερότητα και την ανάπτυξή τους παραμένουν.
*H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.