Φρέσκα ψάρια
Αν καταφέρετε το φετινό καλοκαίρι να φάτε φρέσκο ψάρι που δεν το έχετε πιάσει εσείς, το πιθανότερο είναι να έχει ταξιδέψει στο πιάτο σας από το Μαρόκο, την Τυνησία, την Αλγερία ή τη Λιβύη (πιθανότητα 66%, σύμφωνα με τα στοιχεία της WWF). Το πόσο φρέσκο παραμένει μετά το μεγάλο του ταξίδι, είναι ένα πρόσθετο ερώτημα.
Αν σας διαβεβαίωσαν ότι το ψάρι σας είναι ελληνικό πελαγίσιο να ξέρετε ότι η σχετική πιθανότητα είναι πολύ μικρή, αφού ψαρεύουμε στις ελληνικές θάλασσες μόλις το 12% της ετήσιας κατανάλωσής μας (19,6 κιλά κατά κεφαλήν τη χρονιά, έναντι 25,4 της Ιταλίας και 56,8 κιλά κατ’άτομο της Πορτογαλίας).
Τα στοιχεία είναι αποκαρδιωτικά. Αν ψαρεύουμε μόνο το 12 % των αναγκών μας και φτάνουμε στο ένα τρίτο, προσθέτοντας και την παραγωγή των ιχθυοκαλλιεργειών, τότε η οικονομία μας δεν πρόκειται να ορθοποδήσει ποτέ.
Κι αυτό γιατί ανάλογη είναι η εικόνα σε βασικά είδη διατροφής. Παντού εισαγωγές και η ντόπια παραγωγή ως ποσοστό επί της κατανάλωσης αντί να αυξάνεται, να παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα ή ακόμη και να συρρικνώνεται.
Ό,τι και να λένε οι οικονομικοί δείκτες για την πορεία του ΑΕΠ, για την πτώση της ανεργίας, για το εμπορικό ισοζύγιο, αν μια χώρα εξαρτάται για την επιβίωση των κατοίκων της στο μεγαλύτερο μέρος από εισαγωγές και δεν ασχολείται καθόλου με την απόκτηση αυτάρκειας, μακροπρόθεσμα δεν έχει μέλλον.
Δεν θα μπορούσε η πολιτεία οργανωμένα να κατευθύνει τους άνεργους νέους με στοχευμένα προγράμματα στους παραδοσιακούς κλάδους όπου αντιμετωπίζουμε πρόβλημα εισαγωγών, όπως η κτηνοτροφία, η αλιεία, η γεωργία; Είναι καιρός να διδάξουμε στη νέα γενιά πώς να ψαρεύει ή πώς να εργάζεται και να επενδύει σε ιχθυοκαλλιέργειες, αν θέλουμε άφθονο και ολόφρεσκο ελληνικό ψάρι, αν θέλουμε μια Ελλάδα αυτάρκη, χωρίς σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα στην οικονομία της, που δημιουργούν εξαρτήσεις. Είναι απαράδεκτο μια χώρα, που στο διάβα των αιώνων ήταν σεβαστή ναυτική δύναμη, να μην μπορεί σήμερα να εξασφαλίσει ούτε τα ψάρια της.