Τα δρομολόγια των μεταναστών, τα κυκλώματα των διακινητών και η εμπλοκή των δυνάμεων του Χαφτάρ με ονόματα, ποσά και διευθύνσεις
Του Χάρη Καρανίκα
Το ant1news.gr, μέσα από επίσημα στοιχεία που περιλαμβάνονται σε εκθέσεις του ΟΗΕ, παρουσιάζει τις οδούς που χρησιμοποιούν τα κυκλώματα διακίνησης που δρουν στην Ανατολική Λιβύη για να στέλνουν καραβιές στην Ελλάδα, καθώς και τα ποσά που πληρώνουν οι μετανάστες ανάλογα με την εθνικότητά τους και το δρομολόγιο που ακολουθούν. Μάλιστα, η αρμόδια Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ στα ευρήματά της κατονομάζει συγκεκριμένα πρόσωπα και κυκλώματα διακινητών, ενώ αναφέρεται και σε μέλη μονάδων των ενόπλων δυνάμεων του Χαφτάρ που λαμβάνουν πληρωμές για να δώσουν άδεια διέλευσης ή και να παρέχουν προστασία σε σκάφη που χρησιμοποιούνται από τα κυκλώματα. Η ταρίφα για το “πράσινο φως” διέλευσης που δίνεται από το λιμενικό σώμα ή μία ναυτική μονάδα ξεκινάει από 100 δολάρια ανά μετανάστη και φτάνει έως και τα 80.000 δολάρια για να παρέχουν προστασία σε μεγάλα αλιευτικά.
Έως τα τέλη του 2024 η Επιτροπή Εμπειρογνωμώνων του ΟΗΕ για τη Λιβύη είχε εντοπίσει δεκαεπτά διεθνείς οδούς εμπορίας ανθρώπων και παράνομης διακίνησης μεταναστών που λειτουργούσαν στη χώρα από τον Ιούνιο του 2023. Ομάδες ενόπλων στη Λιβύη και εγκληματικά δίκτυα ελέγχουν αυτές τις οδούς για να αποκομίζουν οικονομικά οφέλη σε περιοχές που έχουν υπό τον άμεσο έλεγχό τους. Ανάμεσά τους είχαν εντοπιστεί τόσο το Τομπρούκ, απ’ όπου ξεκινούν τα καράβια με τους μετανάστες για την Γαύδο και την Κρήτη, όσο και η Βεγγάζη όπου βρίσκονται τα αρχηγεία του στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ που ελέγχει την Ανατολική Λιβύη. Οι πιο “ενεργές” οδοί προέρχονται, σύμφωνα με τα ευρήματα των εμπειρογνωμώνων από το Μπαγκλαντές, την Αίγυπτο, τη Νιγηρία, το Πακιστάν, τη Συρία, τη Σομαλία και το Σουδάν. Υπήρξαν ταυτόχρονα ευρήματα και για εννέα νέες διεθνείς διαδρομές υπό τον έλεγχο ενόπλων ομάδων και εγκληματικών δικτύων, τα οποία επίσης δραστηριοποιούνται στο Τομπρούκ και στη Βεγγάζη, καθώς και σε περισσότερες από 10 περιοχές σε ολόκληρη την επικράτεια της Λιβύης με τις αφετηρίες των δρομολογίων να εντοπίζονται σε Λίβανο, Καμερούν, Μάλι, Τυνησία και άλλες χώρες.
Ως κόμβους στο ανατολικό τμήμα της Λιβύης που ελέγχεται από τις Λιβυκές Αραβικές Ένοπλες Δυνάμεις (LAAF) του Χαφτάρ κατονομάζονταν στην έκθεση των εμπειρογνωμώνων που διαβιβάστηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ η πόλη της Αλ-Κούφρα, στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, το Τομπρούκ και η ευρύτερη περιοχή της Βεγγάζης στα βορειοανατολικά και η Μουσάιντ, επίσης στα βορειοανατολικά.
Στην έκθεση του Δεκεμβρίου του 2024 αναφέρονταν πολύ συγκεκριμένα στοιχεία και για τις οδούς παράνομης διακίνησης μεταναστών προς την Ελλάδα:
• Ένα δρομολόγιο ξεκινά από το Καμερούν, συνεχίζεται μέσω ξηράς στο Τσαντ και από εκεί οι μετανάστες εισέρχονται στη Λιβύη στην Αλ-Κούφρα στα νοτιοανατολικά της χώρας. Από εκεί μεταβαίνουν στο Τομπρούκ, απ’ όπου ξεκινούν και οι καραβιές για την Γαύδο και την Κρήτη.
• Άλλο δρομολόγιο που αναφέρεται στην έκθεση ξεκινά από πολλαπλές τοποθεσίες του Σουδάν, απ’ όπου μέσω ξηράς μεταβαίνουν στην Αίγυπτο ή το Τσαντ και μπαίνουν στη Λιβύη και πάλι από την Αλ-Κούφρα. Το ταξίδι συνεχίζεται σε Βεγγάζη και από εκεί στο Τομπρούκ ή απευθείας από την Αλ-Κούφρα στο Τομπρούκ, απ’ όπου αναχωρούν για Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα των εμπειρογνωμώνων, στην Αλ-Κούφρα, που θεωρείται κομβικής σημασίας, κάποια από τα κυκλώματα των διακινητών συνεργάζονται και καθοδηγούνται από μέλη των ενόπλων δυνάμεων του Χαφτάρ έτσι ώστε να κατανείμουν τους μετανάστες σε κοντινές προσωρινές εγκαταστάσεις, κυρίως αποθήκες, μέχρι να αναχωρήσουν για τη Βεγγάζη και το Τομπρούκ.
Στην έκθεση περιλαμβάνονται δύο ακόμα οδοί προς Ελλάδα, που περιλαμβάνουν και αεροπορική μετάβαση - όχι προς τη χώρα μας, αλλά μέχρι να φτάσουν οι μετανάστες στη Λιβύη:
• Από τη Συρία αεροπορικώς στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης, από εκεί στο Τομπρούκ και αναχώρηση για Ελλάδα. Εναλλακτικά, από τη Συρία χρησιμοποιείται καράβι για το λιμάνι της Βεγγάζης ή την ευρύτερη περιοχή του Τομπρούκ και από εκεί προς τη χώρα μας.
• Από Μπαγκλαντές, Αίγυπτο, Νιγηρία, Πακιστάν, Σομαλία, Σουδάν στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης και στη συνέχεια Τοιμπρούκ - Ελλάδα. Εναλλακτικά, μέσω ξηράς από τις προαναφερόμενες χώρες σε Τσαντ ή Αίγυπτο, είσοδος στη Λιβύη από Αλ-Κούφρα και από εκεί Τομπρούκ - Ελλάδα.
Στα δρομολόγια με αεροπορική μετάβαση, οι εμπειρογνώμωνες του ΟΗΕ εντόπισαν ότι μέλη ενόπλων ομάδων που πρόσκεινται στον Χαφτάρ λάμβαναν τακτικές πληρωμές από τα κυκλώματα για να επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα από το αεροδρόμιο της Μπενίνα στη Βεγγάζη. Στο πακέτο του κόστους για ολόκληρη τη διαδρομή περιλαμβάνονταν και τα έξοδα για ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία για τους υπηκόους του Μπαγκλαντές κυμαίνονταν ανάμεσα σε 4.000 - 6.000 δολάρια ΗΠΑ, ενώ για τους υπηκόους του Πακιστάν 8.000-8.800 δολάρια. “Οι Σύροι μετανάστες χρησιμοποιούσαν συστηματικά ένα σχέδιο παράνομης διακίνησης που διευκολύνονταν από τα γραφεία της Cham Wings στη Δαμασκό και τη Βηρυτό για να κλείσουν απευθείας αεροπορικά εισιτήρια με αυτήν την αεροπορική εταιρεία και να λάβουν τα έγγραφα βίζας. Για αυτές τις υπηρεσίες, οι Σύροι υπήκοοι πλήρωναν μεταξύ 1.700 και 2.000 δολαρίων ΗΠΑ στα επίσημα γραφεία της Cham Wings. Οι Σύροι υπήκοοι που εισέρχονταν στον Λίβανο δια ξηράς χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα πλήρωναν 7.000 δολάρια ΗΠΑ για ένα πακέτο που περιλάμβανε πλαστά συριακά διαβατήρια, εκτός από τα αεροπορικά εισιτήρια και τα έγγραφα βίζας”, αναφέρεται στην έκθεση του ΟΗΕ.
Μόλις οι μετανάστες έφταναν στο αεροδρόμιο της Μπενίνα, άτομα που ανήκαν στις ένοπλες δυνάμεις που πρόσκεινται στον Χαφτάρ κρατούσαν τα έγγραφα βίζας και κατήσχαν τα διαβατήρια των μεταναστών μέχρι να λάβουν πληρωμές από μέλη του κυκλώματος. Μετά την πληρωμή, τα έγγραφα επέστρεφαν με σφραγίδα εισόδου στη Λιβύη και τα δίκτυα είχαν τη δυνατότητα να συνεχίσουν στο επόμενο στάδιο. “Σε όλες τις υποθέσεις που ερευνήθηκαν, στους μετανάστες εκδόθηκαν αμφισβητήσιμες λιβυκές βίζες σε ένα κομμάτι χαρτί που ανέφερε το όνομά τους και αριθμό διαβατηρίου χωρίς φωτογραφία και που δεν έμοιαζε με την επίσημη σφραγίδα βίζας της Λιβύης”, αναφέρεται στην έκθεση.
Οι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ εντόπισαν και δύο καλά οργανωμένα “μεγάλης κλίμακας” δίκτυα διακίνησης που δραστηριοποιούνται στα βορειοανατολικά της χώρας, τα οποία ονόμασαν από τις οικογένειες που τα διοικούσαν, τους Αλ-Χαμπούνι και τους Αλ-Κατάνι. “Τα δύο δίκτυα ανέπτυξαν ιδιαίτερα μεθόδους εμπορίας και παράνομης διακίνησης μεταναστών μέσω διαδρομών που διέρχονται από περιοχές της Βεγγάζης, του Μουσάιντ και του Τομπρούκ προς την Ελλάδα”, σύμφωνα με τα ευρήματά τους. Οι κύριες διαδρομές που έλεγχαν και λειτουργούσαν τα δίκτυα ήταν:
• Από το αεροδρόμιο Μπενίνα στη Βεγγάζη μέσω της του Τομπρούκ προς την Κρήτη και τη Γαύδο. Αυτή η διαδρομή χρησιμοποιούνταν κυρίως για μετανάστες από το Μπαγκλαντές, τη Συρία και το Πακιστάν.
• Από την πόλη της Βεγγάζης μέσω της περιοχής Τομπρούκ προς την Ελλάδα, ιδίως σε περιπτώσεις μεταναστών από το Σουδάν.
• Από πολλαπλές τοποθεσίες στην Αίγυπτο μέσω της χερσαίας συνοριακής διέλευσης στο Σάλουμ, και στη συνέχεια μέσω Μουσάιντ και Τομπρούκ προς την Ελλάδα. Τα Δίκτυα χρησιμοποίησαν αυτήν τη διαδρομή για τους μετανάστες που διακινήθηκαν παράνομα μέσω Βόρειας Αιγύπτου.
Κοινό χαρακτηριστικό των δύο δικτύων, οι προσωρινές εγκαταστάσεις σε αρκετές τοποθεσίες στο Τομπρούκ και το Μουσάιντ καθώς και “υλικοτεχνικές δυνατότητες” για την άμεση μεταφορά μεταναστών μεταξύ αυτών των εγκαταστάσεων στα σημεία αναχώρησης προς την Ελλάδα. “Οι εγκαταστάσεις στο Μουσάιντ ήταν μεγαλύτερες, ικανές να φιλοξενήσουν έως και χίλιους μετανάστες, και βρίσκονταν σε απομακρυσμένες ερημικές περιοχές. Αυτές οι τοποθεσίες χρησιμοποιούνταν για παρατεταμένη κράτηση μεταναστών για αρκετούς μήνες, ενώ γίνονταν οι διευθετήσεις για θαλάσσιες μεταφορές προς τους τελικούς προορισμούς”, επισημαίνουν οι εμπειρογνώμωνες του ΟΗΕ. Μόλις ολοκληρώονται οι διευθετήσεις, οι μετανάστες χωρίζονται σε
μικρότερες ομάδες των αρκετών δεκάδων και μεταφέρονται σε μικρότερες εγκαταστάσεις, όπως διαμερίσματα και ξενώνες στο Τομπρούκ, όπου παραμένουν έως και 30 ημέρες. Από εκεί, οι μετανάστες μεταφέρονται σε αυτοσχέδιες αποθήκες κοντά στην ακτή, όπου μένουν μία ή δύο ημέρες πριν φορτωθούν σε σκάφη με προορισμό την Κρήτη και τη Γαύδο.
Τα δύο δίκτυα, όπως τονίζουν οι εμπειρογνώμονες, χρέωναν ανάλογα με την εθνικότητα των μεταναστών και την ακολουθούμενη διαδρομή: Οι Σύροι μετανάστες πλήρωναν κατά μέσο όρο μεταξύ 3.500 και 3.700 δολαρίων, οι Αιγύπτιοι μεταξύ 3.000 και 4.000 δολαρίων (σε τοπικό νόμισμα), ενώ οι Σουδανοί υπήκοοι πλήρωναν μεταξύ 1.700 και 2.000 δολαρίων. Ένα δρομολόγιο διαρκεί κατά μέσο όρο μεταξύ 40 και 60 ημερών, κατά τη διάρκεια του οποίου οι μετανάστες υφίστανται σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στην έκθεση των εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για τη Λιβύη επισημαίνεται ακόμα ότι τα δύο κορυφαία μέλη του δικτύου Αλ-Χαμπούνι ήταν υπεύθυνα για “τη διατήρηση της συνεργασίας με τοπικά στοιχεία του LAAF (σ.σ. των ενόπλων δυνάμεων του Χαφτάρ) η οποία επέτρεψε στο δίκτυο: α) να αποφύγει γρήγορα τις επιδρομές ασφαλείας που στόχευαν τις εγκαταστάσεις εμπορίας και λαθρεμπορίου τους στο Μουσάιντ, β) να διευκολύνει τις ανεξέλεγκτες μεταφορές μεταξύ πολλαπλών τοποθεσιών και γ) να οργανώσει τις απρόσκοπτες αναχωρήσεις σκαφών μεταναστών από τις παράκτιες περιοχές του Τομπρούκ προς την Ελλάδα”.
Όσον αφορά το δίκτυο Αλ-Κατάνι: Τρία κορυφαία μέλη του “χρησιμοποίησαν τις θέσεις τους ως αξιωματικοί του LAAF για: α) να διευκολύνουν τις μεταφορές μεταξύ των προσωρινών εγκαταστάσεων, β) να ειδοποιούν το δίκτυο Δικτύου για τις προγραμματισμένες επιδρομές ασφαλείας και γ) να εξασφαλίζουν τοποθεσίες σημείων αναχώρησης, επιτρέποντας την ελεύθερη διέλευση μέσω των ελεγχόμενων από τον LAAF χερσαίων και θαλάσσιων ζωνών ευθύνης, με αντάλλαγμα εκβιαστικές πληρωμές”.
Αυτές οι “εκβιαστικές πληρωμές” που αναφέρουν οι εμπειρογνώμονες ήταν ένα καλά οργανωμένο σύστημα μεταξύ των δικτύων διακίνησης και μελών των ενόπλων δυνάμεων που πρόσκεινται στο Χαφτάρ. Με τις εν λόγω πληρωμές τα δίκτυα διακίνησης είχαν, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ, τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν για τις εγκληματικές τους δραστηριότητες σημεία εισόδου στη Λιβύη μέσω του αεροδρομίου Μπενίνα στη Βεγγάζη, προσωρινούς καταυλισμούς και άλλες εγκαταστάσεις σε τοποθεσίες υπό τον εδαφικό έλεγχο των δυνάμεων του Χαφτάρ και σημεία εξόδου από τη Λιβύη για να φτάσουν τα σκάφη μεταναστών σε διεθνή ύδατα προς τον τελικό τους προορισμό. Σε προηγούμενη έκθεση του ΟΗΕ για την κατάσταση στη Λιβύη το 2023 ανάμεσα σε αυτούς που ελάμβαναν πληρωμές περιλαμβάνονται μέλη ομάδας του λιμενικού σώματος της Ανατολική Λιβύης, της ναυτικής μονάδας 20/20 και της ταξιαρχίας Ταρίκ Μπεν Ζεϊάντ, που τελεί υπό τη διοίκηση του Σαντάμ Χαφτάρ, υιού του στρατάρχη. Σημειώνεται ότι στα τέλη του 2022 η εν λόγω ταξιαρχία καταγγέλθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία για τη διάπραξη εγκλημάτων πολέμου.
Οι πληρωμές ποικίλλουν ανάλογα με το χρονικό πλαίσιο, το μέγεθος των σκαφών και την ένοπλη ομάδα που εμπλέκεται. Σύμφωνα με του εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ, για να δοθεί άδεια διέλευσης σε μεγαλύτερα αλιευτικά σκάφη από το Τομπρούκ και το Μουσάιντ σε διεθνή ύδατα, πριν από την αναχώρηση του σκάφους, “μέλη του λιμενικού σώματος που πρόσκειται στις δυνάμεις του Χαφτάρ λάμβαναν περίπου 100 δολάρια ΗΠΑ, σε τοπικό νόμισμα, ανά μετανάστη, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα μεταφέρονταν περισσότεροι από 250 μετανάστες στο σκάφος”. Αυτός ο περιορισμός συχνά δεν τηρούνταν και έναντι επιπλέον αμοιβής, οι διακινητές είχαν τη δυνατότητα να επιβιβάσουν κατά μέσο όρο μεταξύ 300 και 550 ατόμων ανά σκάφος. “Μέλη που ανήκουν στην ναυτική μονάδα 20/20 απαιτούσαν περίπου 80.000 δολάρια ΗΠΑ σε τοπικό νόμισμα για να παρέχουν προστασία σε μεγαλύτερα αλιευτικά σκάφη που μετέφεραν μετανάστες”, αναφερόταν στην έκθεση.
Η πορεία των σκαφών για τα οποία οι διακινητές δεν πλήρωναν το “εκβιαστικό τέλος”, ανακόπτονταν από το λιμενικό ή την μονάδα 20/20 και επέστρεφαν στο λιμάνι του Τομπρούκ ή στις γύρω περιοχές. Άτομα που ανήκαν σε εμπλεκόμενες θαλάσσιες μονάδες των δυνάμεων του Χαφτάρ προχωρούσαν σε κατασχέσεις προσωπικών αντικειμένων των μεταναστών και τους κρατούσαν για αρκετές ώρες στην ακτή, μέχρι να φτάσουν οι διακινητές για να πληρώσουν το τέλος” και να παραλάβουν τους συλληφθέντες μετανάστες. “Το τέλος παράνομης διακίνησης για την απελευθέρωση όλων των μεταναστών ήταν κατά μέσο όρο 4.500 δολάρια ΗΠΑ ανά σκάφος. Μετά την πληρωμή, οι διακινητές επέστρεφαν τους μετανάστες στις αρχικές τοποθεσίες των αποθηκών όπου περίμεναν την επόμενη επιχείρηση διακίνησης”, αναφέρεται στη σχετική έκθεση του 2023.
Οι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ έστειλαν τα ευρήματά τους, τόσο αυτά του 2023 όσο και του 2024, στον LAAF προς σχολιασμό. Η γενική διοίκηση των ενόπλων δυνάμεων του Χαφτάρ με τη σειρά της αμφισβήτησε την εμπλοκή της μονάδας 20/20 ή άλλων μονάδων σε δραστηριότητες διακίνησης αλλά και σε σχετικές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν σε βάρος εντοπισμένων περιπτώσεων μεταναστών σε τοποθεσίες υπό τον έλεγχο τους. “Η γενική διοίκηση του LAAF υποστήριξε ότι όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την κατάσταση των μεταναστών, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων επιβολής του νόμου και παρόμοιων επιχειρήσεων ασφαλείας, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του υπουργείου Εσωτερικών. Η γενική διοίκηση του LAAF δεν παρείχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο ώστε να πείσει την Επιτροπή για την ακρίβεια των δηλώσεών της”, ανέφεραν οι εμπειρογνώμονες στην έκθεσή τους.
Όσο για τα δύο δίκτυα διακίνησης μεταναστών που εντοπίστηκαν από τις έρευνες του ΟΗΕ, ο LAAF επιβεβαίωσε ότι τρία μέλη του δικτύου Αλ-Κατάνι ήταν όντως συνδεδεμένα με τις ένοπλες δυνάμεις του Χαφτάρ και ότι έλαβαν νομικά και πειθαρχικά μέτρα εναντίον τους, θέτοντας δύο από αυτά σε στρατιωτική κράτηση εν αναμονή της δικαστικής διαδικασίας για τη συμμετοχή τους σε δραστηριότητες εμπορίας ανθρώπων στις περιοχές Μουσάιντ και Τομπρούκ. “Ο LAAF χαρακτήρισε τα υπόλοιπα ταυτοποιημένα μέλη του δικτύου Αλ-Κατάνι ως πολίτες που δεν εμπίπτουν στη διοίκηση και τον έλεγχο του. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο LAAF δήλωσε ότι, σε συντονισμό με τις πολιτικές υπηρεσίες ασφαλείας και τις δικαστικές αρχές στα ανατολικά, ξεκίνησε έρευνες για να βρει τον υπεύθυνο”, αναφέρεται στην έκθεση. Για το δίκτυο Αλ-Χαμπούνι δεν δόθηκε καμία απολύτως απάντηση από την πλευρά του LAAF, παρά το γεγονός ότι επίσης συμπεριλαμβανόταν στα ευρήματα των εμπειρογνωμόνων. Σημειώνεται ότι δύο μέλη του εν λόγω δικτύου, σύμφωνα με τις έρευνες των εμπειρογνωμόνων, επίσης συνδέονται με τις ένοπλες δυνάμεις του Χαφτάρ.