Κορονοϊός: Γιατί χάνουν τη ζωή τους νέοι άνθρωποι
Στην περίπτωση του 35χρονου που κατέληξε από κορονοϊό στη χώρα μας, στάθηκε ο καθηγητής λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας στην επίσημη ενημέρωση του υπουργείου Υγείας και παραδέχτηκε ότι «δυστυχώς καταγράφονται και θάνατοι σε νεαρούς συμπολίτες μας χωρίς να έχουν άλλα προβλήματα υγείας».
Ο κ. Τσιόδρας παρέθεσε και στοιχεία που αφορούν τους θανάτους στη χώρα μας τονίζοντας ότι κανένας θάνατος δεν έχει καταγραφεί σε παιδιά ηλικίας 0-17 των ενώ έχουν καταγραφεί μόλις δύο θάνατοι σε νέους 18-39 ετών και 29 θάνατοι σε ανθρώπους ηλικίας 40-64 ετών.
Εξήγησε ότι ο θάνατος σε νέους ανθρώπους έχει παρατηρηθεί και σε άλλες σοβαρές πνευμονίες που προκαλούνται από τον πνευμονιόκοκκο και τη γρίπη.
Παραδέχθηκε ότι παραμένει αναπάντητο το ερώτημα γιατί καταλήγουν οι νέοι άνθρωποι από τις επιπλοκές τέτοιων ιών και εξήγησε τι μπορεί να συμβαίνει: «Ίσως να είχαν άλλα υποκείμενα νοσήματα τα οποία δεν γνώριζαν. Σε κάποιες περιπτώσεις μένουμε με αναπάντητο το ερωτηματικό τι συνέβη και πως συνέβη. Κάποιοι πιστεύουν ότι η αντίδραση του οργανισμού μπορεί να είναι χειρότερη αν εκτεθείς περισσότερο στον ιό. Για παράδειγμα, αν ένας ασθενής που νοσεί βήξει δίπλα μου έχει μεγάλες ποσότητες του ιού τις οποίες θα εισπνεύσω. Επίσης, άλλοι υποστηρίζουν την προδιάθεση σε μια συγκεκριμένη νόσο και μάλιστα γίνονται μελέτες που εξετάζουν αν κάποιοι είναι πιο ευάλωτοι στον κορονοϊό».
Μια τρίτη εκδοχή, όπως ανέφερε ο κ. Τσιόδρας, είναι αυτή της πολυσυστηματικής μορφής στα σοβαρά περιστατικά που αφορά τον πνεύμονα και την καρδιά. Είναι αυτό που ονομάζουμε ιογενή σήψη, ανέφερε χαρακτηριστικά και μπορεί σε κάποιους νέους να οδηγήσει σε κατάρρευση είτε έχουν καλό είτε αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα.
Τέλος, ο κ. Τσιόδρας επιχειρώντας να αιτιολογήσει τους θανάτους σε νέους, αναφέρθηκε σε κάτι πρωτόγνωρο ακόμη και για τους ίδιους τους επιστήμονες που παρατηρείται και στη χώρα μας: «Κάποιοι σοβαρά ασθενείς που έχουν χαμηλά επίπεδα οξυγόνου δεν έχουν τόσο σοβαρή δύσπνοια και μπορούν ακόμη και να μιλούν στα τηλέφωνά τους, έχουν αυτήν τη σιωπηρή χαμηλή οξυγόνωση, φθάνουν στα τελικά στάδια της ανεπάρκειας των πνευμόνων». Αυτή μπορεί να είναι ακόμη μια η εξήγηση για αυτούς τους γρήγορους και περίεργους θανάτους από τον κορονοϊό σε νέους.
«Δεν θα θέλαμε να ανακάμψει η πανδημία στη χώρα μας»
Εξακολουθούμε να πηγαίνουμε καλά, παρατήρησε ο Σωτήρης Τσιόδρας τονίζοντας ότι αυτό οφείλεται στα μέτρα και την καλή συμπεριφορά όλων μας γιατί συνειδητοποιήσαμε έγκαιρα την απειλή του κορονοϊού.
«Η καμπύλη των σοβαρά νοσηλευομένων μειώνεται, το Ρ0 είναι σημαντικά κάτω από το 1 κι αυτό μας δίνει ένα περιθώριο χαλάρωσης των μέτρων που θα γίνει σταδιακά και με προσοχή».
Τα μαθηματικά μοντέλα, όπως είπε, τα οποία έχουν αναπτυχθεί θα μας δίνουν πραγματικά δεδομένα για την πορεία της επιδημίας ώστε να μπορούμε έγκαιρα και αποτελεσματικά να προσαρμόζουμε την ένταση των μέτρων όταν αυτό χρειάζεται με στόχο τον έλεγχο της επιδημίας, ανέφερε ο κ. Τσιόδρας και συμπλήρωσε «δεν θα θέλαμε να ανακάμψει η πανδημία στη χώρα μας μετά από μια τόσο επιτυχημένη πορεία». Για αυτό το λόγο, όπως εξήγησε, είναι σημαντική η συνέχιση της επιδημιολογικής επιτήρησης ώστε να μπορεί να ανιχνευτεί και να αντιμετωπιστεί έγκαιρα μια τυχόν επιδημική έξαρση, αναφέροντας το παράδειγμα της δομής προσφύγων στο Κρανίδι.
Όσον αφορά την επαναλειτουργία των σχολείων, ο κ. Τσιόδρας είπε ότι η επιστημονική επιτροπή του υπουργείου Υγείας θα εισηγηθεί πάντα με γνώμονα την δημόσια υγεία και την προστασία των παιδιών.
Με προσοχή τα κλιματιστικά
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το αν η χρήση κλιματιστικού ευνοεί τη μετάδοση του κορονοϊού, με αφορμή περιστατικά που έχουν καταγραφεί κυρίως στην Κίνα, είπε ότι μας απασχολεί το θέμα των κλιματιστικών για τους κλειστούς χώρους και προτιμούμε να τηρείται η αποφυγή του συγχρωτισμού, δηλαδή να τηρούνται τα 2 μέτρα απόσταση, και να αερίζονται φυσικά οι χώροι. «Καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση τους ειδικά όταν έχουμε περιστατικό κορονοϊού στο σπίτι μας. Θα το συζητήσουμε και στην επιτροπή αν πρέπει να παρθούν ειδικά μέτρα στους κλειστούς χώρους».
Όπως εξήγησε μέχρι στιγμής αυτό που γνωρίζει με σιγουριά η επιστημονική κοινότητα, είναι ότι η μετάδοση του κορονοϊού γίνεται με τα αεροσταγονίδια, τα οποία μπορούν να ταξιδέψουν από το στόμα ή τη μύτη κάποιου έως και δύο μέτρα μακριά και μετά πέφτουν στο έδαφος. «Κάποιες επιστημονικές ομάδες στην Ελλάδα έχουν βρει και σε κάποια κλιματιστικά παρουσία του ιού όταν υπήρχε θετικό κρούσμα στον χώρο. Θέλει λοιπόν προσοχή», κατέληξε ο κ. Τσιόδρας.