Το κρίσιμο εικοσαήμερο της κυβέρνησης
Σε είκοσι μέρες θα βρεθεί στην Αθήνα το κλιμάκιο της τρόικας με απαιτήσεις για αλλαγές στα εργασιακά και το ασφαλιστικό, τη στιγμή που η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, εφόσον οι ελεγκτές επιμείνουν σε απαιτήσεις που μπορούν να προκαλέσουν «πόλεμο».
Λίγο πριν αρχίσει να μπαίνει στη ζώνη του «πυρός» η κυβέρνηση, δηλαδή το προσεχές εικοσαήμερο, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς συναντήθηκε με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Ευάγγελο Βενιζέλο. Οι δύο τους άκουσαν το Γκίκα Χαρδούβελη να υπογραμμίζει την εμμονή της τρόικας στο ζήτημα των εργασιακών και της κοινωνικής ασφάλισης, περιγράφοντας παράλληλα με μελανά χρώματα τη στάση των εταίρων μας στο Eurogroup. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Καθημερινής, ο υπουργός Οικονομικών προέβλεψε μια εξαιρετικά δύσκολη διαπραγμάτευση η οποία θα πρέπει να γίνει και με πολιτικούς όρους.
Σαμαράς και Βενιζέλος συμφώνησαν ότι παρά το ότι δεν μπορούν να γίνουν νέες αλλαγές στα εργασιακά και το ασφαλιστικό, δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να ακουστεί από ελληνικής πλευράς ένα σκέτο «όχι». Το «όπλο» που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί είναι η ανάδειξη της πορείας των μεταρρυθμίσεων που συντελούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, σε συνδυασμό με διαρθρωτικές αλλαγές που θα έχουν τα ίδια αποτελέσματα, αλλά δε θα προκαλέσουν κοινωνική έκρηξη. Υπό αυτό το πρίσμα δεν υπάρχει σκοπός αναθεώρησης άλλων στόχων, όπως οι απολύσεις στο Δημόσιο, οι οποίες θα γίνουν κανονικά.
Ο πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κλήθηκαν να «ρυθμίσουν» τα επόμενα βήματά τους, εν μέσω μιας ήδη καυτής εβδομάδας. Αφενός κυριαρχούν οι αντιδράσεις από τους βουλευτές για τον ΕΝΦΙΑ, αφετέρου οι πιέσεις ΕΚΤ και Eurogroup για την υλοποίηση του προγράμματος, αλλά και η παρουσία του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξη Τσίπρα, το Σάββατο στην ΔΕΘ. Επιπλέον, το βαρύ κλίμα στο εσωτερικό της κυβέρνησης που τάσσονταν μέχρι τώρα υπέρ της εξάντλησης του χρόνου της κυβέρνησης κι έχουν αρχίσει να οπισθοχωρούν, σε συνδυασμό με την επίτευξη ή όχι στην επερχόμενη εκλογή της Προεδρίας, συντελούν σε ακόμα ένα ανοιχτό μέτωπο που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση.
Στη χθεσινή συνάντηση των κυβερνητικών εταίρων, ο κ.Βενιζέλος επανέφερε στη χθεσινή τους συνάντηση το αίτημα για την αλλαγή του εκλογικού νόμου με την κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα. Η απάντηση που έλαβε από τον πρωθυπουργό ήταν όχι. Ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης σχολίασε το γεγονός εξερχόμενος του Μεγάρου Μαξίμου λέγοντας, σημειώνοντας ότι για η αλλαγή του εκλογικού νόμου περιλαμβάνεται στην προγραμματική συμφωνία των δύο κομμάτων, προσθέτοντας:
«Δεν θέλω να αντιμετωπίζουμε τα θέματα αυτά συγκυριακά ούτε να στέλνουμε λάθος μηνύματα. Χρειάζονται θεσμικές λύσεις. Οι θεσμικές λύσεις ξεκινούν από αυτό που προβλέπει το Σύνταγμα, τη συναίνεση για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας... Ας δούμε πώς αντιμετωπίζεται το ζήτημα αυτό και έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε και άλλα θέματα, όταν έρθει η ώρα».
Η αλλαγή του νόμου ωστόσο έχει ήδη προκαλέσει διαφορετικά στρατόπεδα στη Νέα Δημοκρατία, ήδη από το 2009 με ισχυρά στελέχη του να τάσσονται υπέρ της κατάργησής του, με πρώτο τον Ευάγγελο Μεϊμαράκη. Στον κατάλογο προστέθηκε και η Ντόρα Μπακογιάννη.