ΕΣΕΕ: 12 ενέργειες για την ανάπτυξη των μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων
Σταθερή αξία σε Ελλάδα και Ε.Ε. αποτελούν οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, όπως επισημαίνει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η ΕΣΕΕ, το δυναμικό των μικρών οικογενειακών και των παραδοσιακών επιχειρήσεων για την προώθηση της ανάπτυξης και της οικονομικής μεγέθυνσης στις περιφέρειες εξετάζεται πλέον σοβαρά στην Ευρώπη.
Οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις, το ιστορικό πλαίσιο και η σημασία τους είναι άξια προσοχής σε πλήθος τοπικών επιχειρηματικών εξελίξεων και τάσεων. Τα ταχέως μεταβαλλόμενα επιχειρηματικά μοντέλα, η παγκοσμιοποίηση, η συνεργατική οικονομία και οι πιο καινοτόμες πηγές ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος αποτελούν επί του παρόντος το σημείο εστίασης της διαδικασίας χάραξης πολιτικής της ΕΕ. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να αναγνωριστεί ότι οι πολίτες θα πρέπει να μπορούν να διαβιούν παντού στην ΕΕ, ακόμη και σε περιοχές όπου η τάση εξέλιξης ενδέχεται να μην φτάσει εύκολα. Χωρίς να υπονομεύεται η σημασία αυτών των νέων τάσεων και υποστηρίζοντας, παράλληλα, τις πολιτικές προσπάθειες που αποσκοπούν στην προώθησή τους, είναι απαραίτητο να υπενθυμιστεί ότι η πλειονότητα των θέσεων εργασίας στις περιφέρειες της ΕΕ παρέχεται επί του παρόντος από πολύ παραδοσιακές ΜΜΕ και μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν μακρά ιστορία και δικές τους παραδόσεις, εμπειρίες και πολλές επιχειρηματικές επιτυχίες στο ενεργητικό τους. Αυτή η ομάδα επιχειρήσεων περιλαμβάνει κατά κανόνα τις ακόλουθες υποομάδες:
- μικρές, πολύ μικρές και μονοπωλιακές επιχειρήσεις·
- πολύ παραδοσιακές ΜΜΕ, που δραστηριοποιούνται σε ιστορικά και παραδοσιακά καθορισμένους κλάδους·
- ΜΜΕ σε απομακρυσμένες περιοχές – όπως κωμοπόλεις, χωριά, ορεινές περιοχές, νησιά κτλ.·
- μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις·
- βιοτεχνικές επιχειρήσεις·
- αυτοαπασχολούμενοι.
Όπως έχει επισημανθεί πολλές φορές, οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά πολλών οικονομιών σε παγκόσμια κλίμακα και αυξάνονται με εντυπωσιακό ρυθμό. Διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην περιφερειακή και στην τοπική ανάπτυξη, καθώς και ιδιαίτερο και εποικοδομητικό ρόλο στο πλαίσιο των τοπικών κοινοτήτων. Οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι περισσότερο σε θέση να αντέξουν δύσκολες περιόδους ύφεσης και στασιμότητας. Οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν μοναδικά χαρακτηριστικά διαχείρισης διότι οι ιδιοκτήτες τους νοιάζονται βαθιά για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της επιχείρησής τους, ως επί το πλείστον επειδή διακυβεύεται η περιουσία, η φήμη και το μέλλον της οικογένειάς τους. Η διαχείρισή τους χαρακτηρίζεται κατά κανόνα από ασυνήθιστη αφοσίωση στη διαιώνιση της εταιρείας, σε συνδυασμό με αδιάλειπτη μέριμνα για το σύνολο των εργαζομένων τους, καθώς και από την επιδίωξη στενότερων σχέσεων με τους πελάτες τους, με μέλημα τη διατήρηση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Στο παρελθόν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κλήθηκε να υιοθετήσει μια ενεργή στρατηγική, με σκοπό την προώθηση βέλτιστων πρακτικών για τις οικογενειακές επιχειρήσεις στα κράτη μέλη. Τα τελευταία χρόνια, πολλές μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με αυξανόμενες δυσκολίες κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, επειδή:
- δεν είναι δεόντως εξοπλισμένες για να προβλέπουν το ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον και να προσαρμόζονται σε αυτό·
- οι παραδοσιακές επιχειρηματικές τους συνήθειες δεν είναι πλέον τόσο ανταγωνιστικές όσο κατά το παρελθόν, λόγω των μεταβαλλόμενων επιχειρηματικών μοντέλων – ήτοι, της ψηφιοποίησης, των αποτελεσματικότερων τρόπων διοίκησης των επιχειρήσεων, της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών·
- έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε πόρους – π.χ. σε οικονομικούς πόρους, πληροφορίες, ανθρώπινο κεφάλαιο, δυνατότητες επέκτασης της αγοράς κτλ.·
- αντιμετωπίζουν περιορισμούς οργανωτικής φύσης, όπως έλλειψη χρόνου, ποιοτικής και μελλοντοστραφούς ιδιοκτησίας και διαχείρισης, καθώς και αδράνεια ως προς την αλλαγή συμπεριφοράς·
- διαθέτουν περιορισμένες δυνατότητες διαμόρφωσης του εξωτερικού περιβάλλοντος και μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ, αλλά εξαρτώνται περισσότερο από το εν λόγω περιβάλλον.
Οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις δεν αποτελούν το σημείο εστίασης των μέσων πολιτικής στήριξης, όπως καταδεικνύεται από το γεγονός ότι ελάχιστα μέσα πολιτικής (μόλις το 7% της συνολικής δημόσιας συνεισφοράς) προσανατολίζονται προς ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους τομείς, ο συνηθέστερος εκ των οποίων είναι ο τουρισμός. Αυτό καταδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι περίπου το 54% των δικαιούχων ΜΜΕ προέρχονται από τον μεταποιητικό τομέα και τον κλάδο των ΤΠΕ (10%), ενώ μόλις το 16% από τους τομείς του χονδρικού και του λιανικού εμπορίου και το 6% από δραστηριότητες υπηρεσιών στέγασης και εστίασης που θεωρούνται παραδοσιακοί τομείς. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου προγραμματισμού, η στήριξη προς τις ΜΜΕ διαρθρώθηκε υπό το πρίσμα της βαθιάς οικονομικής κρίσης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη μετατόπισης των πόρων από την καινοτομία προς μια γενικότερη οικονομική ανάπτυξη. Πρόσθετη σοβαρή πρόκληση όσον αφορά την παροχή αποτελεσματικής στήριξης στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις αποτελεί το γεγονός ότι οι πολιτικές προώθησης διαμορφώνονται κυρίως βάσει του μεγέθους των υποστηριζόμενων επιχειρήσεων και όχι βάσει πιο ενδεδειγμένων χαρακτηριστικών που επηρεάζουν περισσότερο τις δραστηριότητές τους. Η προσέγγιση αυτή είναι πιθανώς παρωχημένη και υπερβολικά ευρεία και αδυνατεί να συνεκτιμήσει τις διαφορετικές ανάγκες διαφόρων ομάδων, όπως οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Κατά συνέπεια, τονίζεται συνεχώς σε γνωμοδοτήσεις η ανάγκη καλύτερα στοχευμένων και επακριβέστερα καθορισμένων πολιτικών προώθησης των ΜΜΕ στην Ευρώπη, καθώς και η ανάγκη επικαιροποίησης του ορισμού των ΜΜΕ προκειμένου να αντικατοπτρίζει καλύτερα την ποικιλομορφία τους.
Υπάρχει ανησυχία επειδή μόνον ένα μικρό τμήμα της στήριξης που παρέχεται από το ΕΤΠΑ έχει αποφέρει μέχρι στιγμής τεκμηριωμένα αποτελέσματα, αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ότι ασκεί πραγματική επίδραση στην οικονομία. Το γεγονός αυτό θέτει υπό αμφισβήτηση την πραγματική επίδραση των κεφαλαίων που επενδύονται για τη στήριξη των ΜΜΕ και χρειάζεται να διενεργηθεί εκτίμηση του πραγματικού αντικτύπου, η οποία να περιλαμβάνει επίσης ανάλυση της στήριξης που παρέχεται στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Το ΕΤΠΑ δεν είναι η μοναδική πηγή στήριξης των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων. Υπάρχουν και άλλες πηγές που παρέχουν και αυτές στήριξη στις ΜΜΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΕΤΘΑ), το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) ή το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε μεμονωμένα ή μέσω των εδαφικών μέσων (τοπική ανάπτυξη με πρωτοβουλία των τοπικών κοινοτήτων [CLLD/Community-Led Local Development]) και των ολοκληρωμένων εδαφικών επενδύσεων. Ωστόσο, οι πηγές αυτές δεν εστιάζονται στις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις, οι οποίες επωφελούνται μόνο από ένα πολύ μικρό τμήμα της διαθέσιμης χρηματοδότησης. Σύμφωνα με εκπροσώπους των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων, οι ανάγκες τους δεν γίνονται δεόντως κατανοητές ή δεν καλύπτονται ικανοποιητικά.
Οι προκλήσεις και οι τρόποι αντιμετώπισής τους, με στόχο την καλύτερη προώθηση της ανάπτυξης των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων στην ΕΕ των 27 εστιάζονται στις παρακάτω 12 ενέργειες:
1) Η πρόσβαση σε χρηματοδότηση αποτελεί συχνά διαβόητο πρόβλημα. Σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες εταιρείες, οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερες διακυμάνσεις ως προς την κερδοφορία, την επιβίωση και την ανάπτυξή τους, πράγμα το οποίο εξηγεί τα ιδιαίτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σχετικά με τη χρηματοδότηση. Οι ΜΜΕ τείνουν, γενικά, να έρχονται αντιμέτωπες με υψηλότερα επιτόκια και με περιορισμένη προσφορά πιστώσεων (credit rationing) ελλείψει επαρκών εγγυήσεων. Οι δυσκολίες ως προς τη χρηματοδότηση διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των επιχειρήσεων που αναπτύσσονται με βραδύ ρυθμό και εκείνων που αναπτύσσονται ταχέως.
2) Η επέκταση των επιχειρηματικών κεφαλαίων, των αγορών ιδιωτικών κεφαλαίων ―συμπεριλαμβανομένων των ανεπίσημων αγορών και των επιχειρηματικών αγγέλων― της συμμετοχικής χρηματοδότησης (crowdfunding) και, γενικότερα, η ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών βελτίωσαν την πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια για συγκεκριμένες κατηγορίες ΜΜΕ, αλλά οι μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις θεωρείται απίθανο να μπορέσουν να επωφεληθούν σημαντικά από αυτές τις εξελίξεις και αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από παραδοσιακά τραπεζικά δάνεια. Ακόμη και για τις καινοτόμες, τις νεοσύστατες και τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, τα μέσα αυτά δεν είναι πάντα εύχρηστα και εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών λόγω του επιπέδου ανάπτυξης των τοπικών κεφαλαιαγορών και της έλλειψης κατάλληλης νομοθεσίας.
3) Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση με την παροχή εγγυήσεων επιδοκιμάζεται. Εντούτοις, το καθεστώς που επιλέχθηκε φαίνεται να προκαλεί στρεβλώσεις στην αγορά εγγυήσεων και, τελικά, ανεπιθύμητες επιπτώσεις στη δραστηριότητα των οργανισμών εγγυήσεων. Υπάρχουν διαθέσιμα εμπειρικά στοιχεία (η Ισπανία είναι π.χ. μια τέτοια περίπτωση) που υποδεικνύουν ότι οι εμπορικές τράπεζες προτείνουν ρητώς στους υφιστάμενους δανειολήπτες τους να ζητούν εγγύηση ―η οποία θα εκδίδεται άμεσα προς όφελός τους από την ΕΕ με τη μορφή άμεσης εγγύησης― προκειμένου να είναι η τράπεζα σε θέση να καλύψει τους υπάρχοντες κινδύνους μέσω της εγγύησης, χωρίς να χρειάζεται να αυξηθεί η κατηγορία κινδύνου στην οποία κατατάσσονται. Οι «μειονεκτούσες ΜΜΕ» (ήτοι, οι ΜΜΕ που πασχίζουν να αποκτήσουν πίστωση) μένουν εκτός. Η αυξημένη διοχέτευση δημόσιου χρήματος, μέσω της παροχής αντεγγυήσεων, θα μεγιστοποιήσει την αποδοτική χρήση των δημόσιων πόρων και θα δημιουργήσει μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην αγορά και στην ευρύτερη οικονομία.
4) Οι ευρωπαϊκές και τοπικές κανονιστικές επιβαρύνσεις εξακολουθούν να αποτελούν μείζον εμπόδιο για τις μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις, οι οποίες τείνουν να μην διαθέτουν τα κατάλληλα εφόδια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν λόγω υπερβολικής ρύθμισης. Γι’ αυτό το λόγο, χρειάζεται να διευκολυνθεί η πρόσβαση των εν λόγω επιχειρήσεων σε πληροφορίες σχετικά με τους κανονισμούς και να βελτιωθεί η ενημέρωσή τους όσον αφορά τα τεχνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα. Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής οφείλουν να διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες συμμόρφωσης δεν είναι ασκόπως δαπανηρές, περίπλοκες ή χρονοβόρες. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει συστηματικός και προσεκτικός έλεγχος των νέων κανονισμών και της εφαρμογής τους από τις αρμόδιες τοπικές επιχειρηματικές ενώσεις.
5) Η πρόσβαση σε καλύτερη πληροφόρηση δεν είναι απαραίτητη μόνο σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις. Η ενημέρωση σχετικά με το τοπικό επιχειρηματικό περιβάλλον και τις ευκαιρίες που προσφέρει η αγορά σε περιφερειακό επίπεδο είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τις παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις. Οι σύγχρονες τεχνολογίες, εάν είναι σχεδιασμένες με τρόπο φιλικό προς τον χρήστη, διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες για την κάλυψη του κενού πληροφόρησης. Ιδιαίτερα χρήσιμη θα ήταν η δημιουργία μιας μονοαπευθυντικής θυρίδας με στόχο να καταστούν διαθέσιμες σε ένα ενιαίο σημείο όλες οι απαραίτητες πληροφορίες που επηρεάζουν τις στρατηγικές και τις αποφάσεις των επιχειρήσεων, όπως συμβαίνει ήδη σε ορισμένες χώρες. Τα μέτρα για την ενθάρρυνση των δικτύων πληροφόρησης πρέπει να επιδιώκουν την εξατομίκευση των βάσεων δεδομένων και την αποφυγή του υπερβολικού φόρτου πληροφοριών.
6) Τα πρόσφατα μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές επικεντρώθηκαν πρωτίστως στις διεθνείς αγορές. Η πολιτική στον εν λόγω τομέα αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των μειονεκτημάτων που βιώνουν οι ΜΜΕ ελλείψει πρόσβασης σε ανθρώπινο δυναμικό, εξωτερικές αγορές και τεχνολογία. Όμως, όπως επισημάνθηκε πιο πάνω, αυτό συχνά δεν έχει μεγάλη σημασία για τις μικρές παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες θα πρέπει να προσανατολίζονται προς τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των διοργανωτών εμπορικών αποστολών σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς και προς την παροχή μεγαλύτερης βοήθειας για την εξεύρεση αξιόπιστων επιχειρηματικών εταίρων. Μια άλλη δυνατότητα στον ίδιο τομέα συνίσταται στην επίταση των προσπαθειών για την αύξηση του «μεριδίου» που λαμβάνουν οι μικρές επιχειρήσεις στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων κρατικών προμηθειών.
7) Ένα πολύ ιδιαίτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν πρόσφατα οι μικρές παραδοσιακές και οικογενειακές επιχειρήσεις είναι η πρόσβαση σε ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Η δημογραφική εικόνα σε απομακρυσμένες περιοχές και σε πολυάριθμες περιφέρειες που παρουσιάζουν αναπτυξιακή καθυστέρηση επιδεινώνεται, με αποτέλεσμα να παρατηρείται σημαντική έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε πολλές περιοχές. Επομένως, οι εν λόγω επιχειρήσεις χρειάζονται βοήθεια τόσο για τον εντοπισμό και την προσέλκυση ανθρώπινου δυναμικού όσο και για την κατάρτισή του. Τα προγράμματα κατάρτισης θα πρέπει να είναι εξατομικευμένα και να υλοποιούνται κατά τις νεκρές περιόδους. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί ένα σύστημα για την προσφορά των προγραμμάτων αυτών σε τακτική βάση, δεδομένου ότι οι μικρές επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίζουν υψηλό ποσοστό αποχωρήσεων.
8) Στις οικογενειακές επιχειρήσεις, είναι σύνηθες τα παιδιά της ίδιας οικογένειας να εργάζονται σε αυτές. Η εν λόγω πρακτική είναι παραδοσιακή και ωφέλιμη για την εκάστοτε επιχείρηση επειδή διευκολύνει την ομαλή μεταβίβασή της από τη μία γενιά στην επόμενη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι ιδιοκτήτες/διευθυντές χρειάζεται να έχουν πάντοτε κατά νου ότι οι συνθήκες εργασίας πρέπει να είναι κατάλληλες για τα παιδιά.
9) Η κατάρτιση είναι απαραίτητη και όχι μόνο για τους εργαζόμενους σε μικρές οικογενειακές και παραδοσιακές επιχειρήσεις. Στις αγροτικές και στις απομακρυσμένες περιοχές, οι τραπεζικοί υπάλληλοι και οι ενώσεις εργοδοτών συχνά δεν διαθέτουν την παραμικρή γνώση σχετικά με τα διάφορα προγράμματα και τις δυνατότητες που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά ούτε και για τα έγγραφα και τις διαδικασίες που απαιτούνται. Αυτό το δίκτυο ενδιάμεσων φορέων είναι εξαιρετικά σημαντικό για την αποτελεσματική στήριξη των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων. Κρίνεται σκόπιμο να προαχθούν προγράμματα ενημέρωσης και ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εν λόγω ενδιάμεσων φορέων. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί ένα ενιαίο σημείο επαφής για όλα τα είδη χρηματοδότησης και προγραμμάτων.
10) Σημαντικό μέτρο πολιτικής θα πρέπει να αποτελέσει η «ποιοτική αναβάθμιση» των ιδιοκτητών/διευθυντών των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι στις εν λόγω εταιρείες τα πάντα συναρτώνται άμεσα με τη συγκεκριμένη παράμετρο. Η αναβάθμιση αυτή θα μπορούσε να επιτευχθεί με την ενθάρρυνση της κατάρτισης ή/και με τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες παροχής συμβουλών. Χρειάζεται να προαχθεί η δια βίου μάθηση· τα διαδικτυακά εκπαιδευτικά εργαλεία σε τομείς όπως ο επιχειρηματικός σχεδιασμός, τα πρότυπα παραγωγής, η νομοθεσία για τους καταναλωτές ή άλλες κανονιστικές ρυθμίσεις θα μπορούσαν να είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
11) Ένα άλλο μέτρο συνίσταται στην προτροπή των μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων να επανεπενδύουν τα κέρδη τους. Εάν τους δοθούν κατάλληλα κίνητρα προς το σκοπό αυτό, οι εν λόγω επιχειρήσεις θα καταστούν περισσότερο σταθερές, λιγότερο εξαρτημένες από τραπεζικά δάνεια και λιγότερο ευάλωτες σε κρίσεις.
12) Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να συγκεντρωθούν σε έναν συνοπτικό κατάλογο οι βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται σε διάφορες χώρες και σε τομείς με αυξημένη παρουσία μικρών οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων –όπως ο τουρισμός, η γεωργία, η αλιεία κτλ.–·και, κατόπιν, να παρουσιαστούν στα κράτη μέλη.