ΚΕΠΕ
Δημοσίευση: 21 Ιουλίου 2014 17:56Στο 23% τα παράνομα τσιγάρα σύμφωνα με το ΚΕΠΕ
Τη σοβαρότητα του προβλήματος του παράνομου εμπορίου καπνικών προϊόντων αναδεικνύει με έρευνά του το ΚΕΠΕ, με σκοπό να προσδιορίσει την έκταση του προβλήματος, να εντοπίσει τις επιπτώσεις στα δημόσια έσοδα και στην εγχώρια οικονομία, και να προτείνει τρόπους αντιμετώπισής του.
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, η σημαντική αύξηση του ελάχιστου ΕΦΚ και του πάγιου ΕΦΚ και η επακόλουθη αύξηση των τιμών κυρίως των «φθηνών» τσιγάρων τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με τη μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος λόγω της παρατεταμένης ύφεσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής, είχε αρνητικές επιπτώσεις για τα φορολογικά έσοδα του δημοσίου από τον ΕΦΚ στα προϊόντα καπνού, με σημαντικό τμήμα της πραγματικής κατανάλωσης να κατευθύνεται όλο και περισσότερο στα (πολύ φθηνότερα) λαθραία τσιγάρα.
Αυτό που χρειάζεται να αναθεωρηθεί, αναφέρει η μελέτη, είναι περισσότερο η διάρθρωση του φορολογικού σχήματος, παρά ο συνολικός φόρος αυτός καθ' εαυτός ως ποσοστό επί της ΜΣΛΤ. Με άλλα λόγια, δεν έχει τόσο σημασία εάν αυξηθεί η μειωθεί κατά τι ο συνολικός φόρος αλλά ποιό κομμάτι τού φόρου θα αλλάξει.
Η αναπροσαρμογή του υψηλού επιπέδου του ελάχιστου ΕΦΚ και της δομής του ΕΦΚ, ο οποίος από κατ' εξοχήν αναλογικός έχει μετατραπεί σε κατ' εξοχήν πάγιο, θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, στην αύξηση των φορολογικών εσόδων και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών τσιγάρων. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στον προσδιορισμό του ελάχιστου ΕΦΚ και του πάγιου στοιχείου του ΕΦΚ από τις αρμόδιες υπηρεσίες, λαμβάνοντας υπ' όψη τις αρνητικές επιπτώσεις τους στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών τσιγάρων και το λαθρεμπόριο. Η επανεξέταση του ΕΦΚ θα πρέπει να είναι συνεχής, λαμβάνοντας πάντα υπ' όψη τη διάσταση του λαθρεμπορίου.
Όπως γίνεται σαφές, τονίζεται στη μελέτη, το θέμα είναι ιδιαιτέρως σοβαρό και απαιτείται η συνεχής επανεξέταση της αποτελεσματικότητας της υιοθετούμενης φορολογικής πολιτικής βάσει της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης και της εκτιμούμενης έκτασης του λαθρεμπορίου.
Ένας συνδυασμός πολιτικής, που θα περιέχει αναπροσαρμογή των φορολογικών συντελεστών -και ιδιαίτερα του ελάχιστου ΕΦΚ- σε επίπεδα που θα μπορέσουν να καταστήσουν τη φορολογική πολιτική πιο αποτελεσματική, σε συνδυασμό με την εντατικοποίηση των ελέγχων για την πάταξη του λαθρεμπορίου, την επιβολή αυστηρότερων ποινών για τους λαθρέμπορους τσιγάρων και την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των καταναλωτών, είναι ένας ενδεδειγμένος συνδυασμός που μπορεί να αποφέρει αύξηση των κρατικών εσόδων, αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών τσιγάρων και ταυτόχρονα δραστική μείωση του καλπάζοντος λαθρεμπορίου και των αρνητικών του επιπτώσεων για τη δημόσια υγεία, δεδομένου ότι η διεθνής βιβλιογραφία έχει αναδείξει το γεγονός ότι τα λαθραία τσιγάρα περιέχουν υψηλότερες συγκεντρώσεις των επικίνδυνων ουσιών σε σχέση με τα νόμιμα τσιγάρα και ως εκ τούτου είναι ακόμα πιο επιβλαβή για τους καπνιστές.
Οι διαδοχικές μεταβολές των φορολογικών συντελεστών των προϊόντων καπνού στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει τη δομή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ), από κατ' εξοχήν αναλογικό σε κατ' εξοχήν πάγιο, με ταυτόχρονη αύξηση του ελάχιστου και του συνολικού ΕΦΚ.
Ειδικότερα, την περίοδο Ιούλιος 2009- Νοέμβριος 2012, ο ελάχιστος ΕΦΚ (ευρώ/1000 τσιγάρα) αυξήθηκε κατά 66,67%, ο πάγιος ΕΦΚ (ευρώ/1000 τσιγάρα) αυξήθηκε κατά 1351,85%, ο αναλογικός ΕΦΚ (% επί της λιανικής τιμής) μειώθηκε κατά 62,84% και ο συνολικός ΕΦΚ (% επί της Μέσης Σταθμισμένης Λιανικής Τιμής- ΜΣΛΤ) αυξήθηκε κατά 19,57%.
Ως αποτέλεσμα αυτού, η Ελλάδα το 2013 είχε το υψηλότερο ποσοστό συνολικού φόρου (ΕΦΚ και ΦΠΑ) στην ΕΕ (87,45% επί της ΜΣΛΤ) και τον δεύτερο υψηλότερο συντελεστή συνολικού ΕΦΚ (68,75% επί της ΜΣΛΤ) μετά το Ηνωμένο Βασίλειο.
Επιπλέον, ο πάγιος ΕΦΚ ανά 1000 τσιγάρα ως ποσοστό της ΜΣΛΤ έφτασε το 48,75% για την Ελλάδα, έναντι 33,82% που ήταν ο μέσος όρος στην ΕΕ, και ο ελάχιστος ΕΦΚ (ως % του ΕΦΚ επί της ΜΣΛΤ ανά 1000 τσιγάρα) ήταν ο πέμπτος υψηλότερος της ΕΕ, ενώ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης είναι ο έκτος υψηλότερος για τις εξεταζόμενες χώρες της ΕΕ.
Η ριζική αλλαγή της δομής του ΕΦΚ, με μια σημαντική αύξηση του πάγιου στοιχείου και του ελάχιστου ΕΦΚ, κατέστησαν το μεγαλύτερο μέρος τού φόρου πάγιο, με τις επακόλουθες επιπτώσεις στη μείωση της διαφοράς της τιμής μεταξύ «ακριβών» και «φθηνών» τσιγάρων, αλλά και στην αύξηση της διαφοράς μεταξύ «φθηνών» και λαθραίων τσιγάρων, αναφέρει η μελέτη.
Πιο συγκεκριμένα, η σταθμισμένη μέση τιμή των «φθηνών» τσιγάρων αυξήθηκε κατά 45,4% την περίοδο ανάλυσης (2009-9/2013), έναντι αύξησης 18,1% της μέσης τιμής των «ακριβών» τσιγάρων την ίδια περίοδο.
Έτσι, η σχετική διαφορά της τιμής τους από 40,7% το 2009 έπεσε στο 14,3%, οδηγώντας παράλληλα σε σημαντική αύξηση της διαφοράς μεταξύ των τιμών των νόμιμων «φθηνών» τσιγάρων και των λαθραίων τσιγάρων.
Το 2013 όλες οι λιανικές τιμές τσιγάρων μέχρι τη ΜΣΛΤ (3,5 ευρώ ανά πακέτο των 20 τσιγάρων) επιβαρύνονταν με τον ίδιο συνολικό ΕΦΚ, ο οποίος στην ουσία είναι ο ελάχιστος ΕΦΚ.
Η εντυπωσιακή αύξηση του πάγιου στοιχείου του ΕΦΚ αύξησε τη φορολογική επιβάρυνση στα «φθηνά» τσιγάρα και τη μείωσε στα «ακριβά». Ακόμη, η σημαντική αύξηση του ελάχιστου ΕΦΚ επιβάρυνε μόνο τα «φθηνά» τσιγάρα. Ο συνδυασμός των ανωτέρω έπληξε την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών τσιγάρων και αύξησε τη διαφορά τιμής μεταξύ νόμιμων και λαθραίων τσιγάρων, με αποτέλεσμα την εκτίναξη του λαθρεμπορίου (από 3% το 2009 σε πάνω από 20% το 2013), με αρνητική επίπτωση στα φορολογικά έσοδα από ΕΦΚ και ΦΠΑ (σημαντική μείωση της φορολογηθείσας ποσότητας τσιγάρων σε σχέση με το 2009 και μειωμένα φορολογικά έσοδα).
Πιο συγκεκριμένα, βάσει της ανάλυσης των δεδομένων για τα φορολογικά έσοδα από ΕΦΚ στα προϊόντα καπνού την εξεταζόμενη περίοδο, φαίνεται ότι μια πρόσθετη αύξηση του ΕΦΚ αναμένεται να προκαλέσει μείωση των φορολογικών εσόδων.