Eurobank
Δημοσίευση: 12 Μαΐου 2014 14:52«Το ελληνικό χρέος είναι σήμερα πιο βιώσιμο σε σχέση με το 2009»
Παρά την αύξηση του λόγου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας την τελευταία 5ετία, το δημόσιο χρέος της χώρας είναι σήμερα πιο βιώσιμο σε σύγκριση με το αρχικό σημείο αναφοράς (δηλ. το έτος 2009) και αυτό που θα είχε προκύψει χωρίς την υλοποίηση (ή την ελλιπή υλοποίηση) του υφιστάμενου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τη μελέτη με τίτλο «Δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής, αυτόματοι σταθεροποιητές & δημόσιο χρέος - Μια άσκηση προσομοίωσης για την Ελλάδα», που δημοσιεύει στο περιοδικό της δελτίο Greece Macro Monitor η Διεύθυνση Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank.
Τη συγγραφή της έκθεσης επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής της Διεύθυνσης Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank. Η μελέτη εξετάζει την εξέλιξη του ελληνικού δημόσιου χρέους σύμφωνα με μια σειρά διακριτών σεναρίων για:
- το μέγεθος και το βαθμό επιμονής (persistence) του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή δηλ. το ενδεχόμενο συνεχιζόμενης μείωσης του ονομαστικού ΑΕΠ για ένα ή περισσότερα έτη πέραν του έτους εφαρμογής της δημοσιονομικής προσαρμογής,
- το συνολικό μέγεθος και το χρονικό ορίζοντα εφαρμογής της δημοσιονομικής προσαρμογής, και
- την αντίδραση των αγορών στα μέτρα σύσφιξης της δημοσιονομικής πολιτικής.
Τα βασικά συμπεράσματα και οι επισημάνσεις της μελέτης συνοψίζονται ακολούθως:
Προγενέστερες οικονομετρικές μελέτες μας για τις υφεσιακές επιπτώσεις των προγραμμάτων λιτότητας στην Ελλάδα σε περιόδους μεγάλης συρρίκνωσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας εκτιμούν - σε συμφωνία με σειρά άλλων πρόσφατων μελετών στην διεθνή βιβλιογραφία - δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές υψηλότερους της μονάδας.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το τρέχον επίπεδο του λόγου δημοσίου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας, η επιβολή μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να οδηγήσει σε άμεση αύξηση του ανωτέρου λόγου εάν ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής είναι υψηλότερος του 0,5.
Η ανωτέρω εκτίμηση αιτιολογεί, σε μεγάλο βαθμό, την αύξηση (κατά 45,3 μονάδες) του λόγου χρέους-ΑΕΠ της χώρας την περίοδο 2010-2013 παρά την πρωτόγνωρη δημοσιονομική προσαρμογή που συντελέσθηκε την αντίστοιχη περίοδο (βελτίωση 19,4 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ στο κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης).
Παρά την ανεπιθύμητη αυτή εξέλιξη, η αποφυγή λήψης δημοσιονομικών μέτρων ή ακόμη και μια πιο σταδιακή / λιγότερο «εμπροσθοβαρής» εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής τα τελευταία 4-5 έτη θα οδηγούσε σε εκρηκτική αύξηση του λόγου δημοσίου χρέους-ΑΕΠ ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε σταθεροποίηση του λόγου σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από τα υφιστάμενα.
Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης της παρούσας μελέτης υποδηλώνουν, μεταξύ άλλων, ότι η κατά το ήμισυ υλοποίηση ή η μη υλοποίηση του υφιστάμενου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής θα οδηγούσε το λόγο δημοσίου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας σε επίπεδα μεταξύ 185% και 250% το 2020 και μεταξύ 215% και 360% το 2030, ακόμα και υπό την (ιδιαίτερα αισιόδοξη) υπόθεση ότι, και στην περίπτωση αυτή, η χώρα θα τύγχανε:
- επαρκούς χρηματοδότησης με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους από τους δανειστές του επίσημου τομέα, και
- επιπλέον ελάφρυνση του δημοσίου χρέους από μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ήδη (PSI+, πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων κ.α.).
Τα ανωτέρω επίπεδα συγκρίνονται με σχετικό (αναθεωρημένο) στόχο του προγράμματος προσαρμογής για μείωση του λόγου χρέους-ΑΕΠ στο 125% περίπου το 2020 (και 112% το 2012) καθώς και εκτίμησής μας για περαιτέρω υποχώρησή του στο 82% του ΑΕΠ περίπου το 2030, βάσει του υφιστάμενου μακροοικονομικού σεναρίου.
Σημειώνεται τέλος ότι, σε συμφωνία με τη διεθνή βιβλιογραφία, η παρούσα μελέτη προσδιορίζει το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής βάσει της ετήσιας μεταβολής του κυκλικά προσαρμοσμένου πρωτογενούς ισοζυγίου της Γενικής Κυβέρνησης. Ως εκ τούτου, δεν επιχειρεί αξιολόγηση του εφαρμοζόμενου μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής (λ.χ. μισθολογικές περικοπές έναντι αυξήσεων στους φορολογικούς συντελεστές κλπ).