Άγνωστη λέξη η “ευτυχία” για τους 30 και άνω
Οι ενήλικες άνω των 30 ετών δεν είναι τόσο ευτυχείς όσο ήταν στο παρελθόν, αλλά οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες είναι πιο ευτυχισμένοι από ποτέ, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Social Psychological and Personality Science.
Αμερικανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα τελευταία χρόνια και ειδικά μετά την εξάπλωση της οικονομικής κρίσης, το “πλεονέκτημα ευτυχίας” που είχαν σταθερά οι πολίτες μετά τα 30 χρόνια ζωής, εξαφανίστηκε! Δεν υπάρχει πλέον καμία θετική συσχέτιση μεταξύ της ηλικίας και της ευτυχίας μεταξύ των ενηλίκων. Οι ενήλικες άνω των 30 ετών δεν είναι πλέον σημαντικά πιο ευτυχισμένοι από εκείνους ηλικίας 18-29, το οποίο ίσχυε στο παρελθόν.
Η λογική ήταν ότι μετά τα 30 χρόνια, το άτομο έχει κατασταλάξει επαγγελματικά, έχει ξεκινήσει να δημιουργεί τη δική του οικογένεια και έχει κάνει επαρκή αποταμίευση για να μπορεί να απολαμβάνει ορισμένες “μικρές χαρές” στην καθημερινότητά του. Όλα αυτά, ωστόσο, έχουν... πάει περίπατο με την οικονομική κρίση, αλλά και λόγω της δυτικής κουλτούρας για την “αυτο-ολοκλήρωση” του ατόμου, η οποία του “επιβάλλει” να πετύχει υπερβολικά στον επαγγελματικό τομέα και την αποκόμιση πλούτου.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές συνέλεξαν και ανέλυσαν στοιχεία από τέσσερα εθνικά αντιπροσωπευτικά δείγματα συνολικά 1,3 εκατομμυρίων Αμερικανών πολιτών ηλικίας 13 έως 96 ετών κατά την περίοδο 1972 – 2014.
Δραματική μείωση των "χαρούμενων"
Τα δεδομένα έδειξαν ότι το 38% των ενηλίκων ηλικίας άνω των 30 ετών ανέφερε ότι ήταν “πολύ χαρούμενο” στις αρχές του 1970, ποσοστό που μειώθηκε στο 32% στη δεκαετία από το 2010 και μετά. Το 28% των ενηλίκων ηλικίας 18 έως 29 ετών ανέφεραν ότι ήταν “πολύ χαρούμενο” στις αρχές του 1970, ποσοστό που τώρα έχει αυξηθεί στο 30% από το 2010 και μετά.
Την ίδια στιγμή και η ευτυχία εφήβων αυξήθηκε: Ήταν στο 19% για τα παιδιά έως 18 ετών στα τέλη της δεκαετίας του 1970, έναντι 23% τα τελευταία χρόνια.
Η δυτική κουλτούρα, η οποία επηρεάζει ολοένα και περισσότερο και την ελληνική κοινωνία, δίνει ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση στις υψηλές προσδοκίες και την εκπλήρωση των “ονείρων”, σκέψεις που μας κάνουν να νιώθουμε καλά όταν είμαστε νέοι. Ωστόσο, ο μέσος όρος των πιο ώριμων ενηλίκων συνειδητοποιεί ότι τα όνειρά του δεν γίνεται τελικά να εκπληρωθούν, με το αναπόφευκτο αποτέλεσμα να είναι η δραματική μείωση της ευτυχίας και η ταυτόχρονη έξαρση της κατάθλιψης.
Σε προηγούμενες εποχές, δεν υπήρχε τόσο αυξημένη “απαίτηση” από την κοινωνία για την αυτο-ολοκλήρωση ενός ατόμου, οι προσδοκίες δεν ήταν τόσο μεγάλες και ως εκ τούτου, η τελική έκβαση της ζωής και της καθημερινότητας αυτού του ατόμου δεν φάνταζε ως μία “αποτυχία” ή ως μία παραδοχή (και αποδοχή) ότι της πραγματικότητας.