Μαγνητική τομογραφία καρδιάς: Μια εξέταση με πολλά πλεονεκτήματα
Η Μαγνητική Τομογραφία Καρδιάς αναπτύχθηκε τις δεκαετίες 1990 και 2000 και σήμερα έχει φτάσει σε επίπεδο ωριμότητας, ώστε πλέον αποτελεί μια καθιερωμένη διαγνωστική τεχνική στην καρδιολογία με εφαρμογές σε πληθώρα παθήσεων.
Η Μαγνητική Τομογραφία καρδιάς μπορεί να πραγματοποιείται σε τομογράφους ισχύος 0,5 - 3Tesla, αν και η πλειοψηφία των κλινικών εξετάσεων διενεργείται τομογράφους 1,5 και 3Tesla. Για να ληφθούν οι εικόνες χρησιμοποιούνται ειδικές ακολουθίες από ραδιοκύματα που διεγείρουν τους ιστούς, μεταφέροντας σε αυτούς ενέργεια και προκαλώντας συντονισμό της περιστροφής του πυρήνα των ατόμων υδρογόνου.
Για τη Μαγνητική Τομογραφία καρδιάς οι περισσότερες ακολουθίες είναι συγχρονισμένες με το ηλεκτροκαρδιογραφικό σήμα του/της εξεταζόμενου/ης και για πολλές από τις εικόνες χρειάζεται συγκράτηση της αναπνοής, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η αναπνευστική κίνηση. Εκούσια ή ακούσια κίνηση και αρρυθμία μπορεί να εισάγουν τεχνήματα (artifacts) και να υποβαθμίσουν τη διαγνωστική αξία της εξέτασης.
Ως μέθοδος, εγγενώς η Μαγνητική Τομογραφία έχει πολύ υψηλή χωρική διακριτική ικανότητα. Αυτή της η ιδιότητα την καθιστά ιδιαίτερα χρήσιμη στη μελέτη της ανατομίας της καρδιάς και των μεγάλων αγγείων. Η υψηλή ευκρίνεια χρειάζεται μεγαλύτερους χρόνους απεικόνισης, κάτι που δεν ευνοεί τη λειτουργική απεικόνιση. Έτσι στη Μαγνητική Τομογραφία καρδιάς υπάρχει συνήθως μια ισορροπία μεταξύ ταχύτητας στην απεικόνιση και ευκρίνειας, με διαφορετική βαρύτητα κάθε φορά στον τρόπο λήψης των δεδομένων, ανάλογα με το ζητούμενο ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε.
Η Μαγνητική Τομογραφία καρδιάς μπορεί να λάβει εικόνες σε οποιοδήποτε άξονα, επίπεδο και κατεύθυνση και έτσι να εφαρμοστεί για την εκτίμηση όλων των πλευρών του καρδιαγγειακού συστήματος (ανατομία, ιστική σύσταση, λειτουργικότητα, ροές, αιμάτωση και βιωσιμότητα του μυοκαρδίου), βρίσκοντας εφαρμογή σε ευρύ φάσμα καρδιολογικών ασθενών από τη νεογνική και παιδική ηλικία μέχρι και σε υπερήλικες. Η εξέταση είναι ασφαλής, αναίμακτη και δεν υπάρχει έκθεση σε ιονίζουσα ακτινοβολία. Τα σκιαγραφικά που χρησιμοποιούνται δεν είναι νεφροτοξικά και τα νεότερης γενιάς σκιαγραφικά δεν έχουν κλινικά σημαντικές παρενέργειες.
Σε μία εξέταση Μαγνητικής Τομογραφίας καρδιάς συνδυάζονται ακολουθίες λευκού και μαύρου αίματος, όπου η αιματική δεξαμενή απεικονίζεται με υψηλό σήμα (λευκό) ή χωρίς σήμα (μαύρο). Οι ακολουθίες μαύρου αίματος χρησιμοποιούνται κατεξοχήν για ανατομική απεικόνιση, τόσο των μεγάλων αγγείων, όσο και του μυοκαρδίου και των λοιπών καρδιακών δομών. Συνεπώς, ακολουθίες μαύρου αίματος έχουν εφαρμογή σε ασθενείς με συγγενείς καρδιοπάθειες, όγκους καρδιάς, μυοκαρδίτιδα και περικαρδίτιδα, παθήσεις των μεγάλων αγγείων και άλλη εξωκαρδιακή παθολογία. Με τις ακολουθίες λευκού αίματος μελετάται η λειτουργικότητα των κοιλιών και των καρδιακών βαλβίδων. Τέτοιες ακολουθίες έχουν εφαρμογή στην εκτίμηση της λειτουργικότητας αριστερής και δεξιάς κοιλίας για καθορισμό του κλάσματος εξώθησης σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, μυοκαρδίτιδες και μυοκαρδιοπάθειες, παθήσεις του περικαρδίου, βαλβιδική νόσο, συγγενείς καρδιοπάθειες και όγκους καρδιάς.
Ειδικότερες εφαρμογές περιλαμβάνουν την μελέτη αντίθεσης φάσης, όπου η μεταβολή της φάσης στην περιστροφή των ατόμων υδρογόνου εξαρτάται από την ταχύτητα με την οποία κινούνται σε ένα διαβαθμιζόμενο μαγνητικό πεδίο και συνεπώς η μετρούμενη μεταβολή αποκωδικοποιείται σε ταχύτητα ροής. Η μέθοδος έχει εφαρμογή σε βαλβιδοπάθειες και συγγενείς καρδιοπάθειες. Οι χαρακτηριστικές μαγνητικές ιδιότητες του μυοκαρδίου μπορούν να ποσοτικοποιηθούν και να χαρακτηρίσουν την ιστική σύσταση του μυοκαρδίου, τεχνική με ιδιαίτερη εφαρμογή σε ασθενείς με μυοκαρδίτιδες και μυοκαρδιοπάθειες.
Η κατανομή των παραμαγνητικών σκιαγραφικών ουσιών κατά την έλευσή τους στο μυοκάρδιο μελετάται σε απεικόνιση πρώτης διάβασης (first-pass) και χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της αιμάτωσης του μυοκαρδίου, τόσο σε ηρεμία, όσο και μετά την ενδοφλέβια χορήγηση αγγειοδιασταλτικών φαρμάκων, για εκτίμηση της εφεδρείας στεφανιαίας αιματικής ροής (ισχαιμία). Η κατακράτηση του σκιαγραφικού στη μεσοκυττάρια ουσία του μυοκαρδίου αναδεικνύεται με τη λήψη εικόνων καθυστερημένα μετά τη χορήγηση του σκιαγραφικού. Η μέθοδος αυτή αποτελεί τον κατεξοχήν τρόπο εκτίμησης της βιωσιμότητας του μυοκαρδίου και έχει εφαρμογή σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο και μυοκαρδίτιδες / μυοκαρδιοπάθειες.
Τέλος, αγγειογραφικές τεχνικές, με ή χωρίς ενδοφλέβιο σκιαγραφικό, απεικονίζουν εκλεκτικά τον εσωτερικό αυλό των αγγείων και χρησιμοποιούνται για την απεικόνιση των μεγάλων αγγείων αλλά και των στεφανιαίων αρτηριών, με εφαρμογή σε ασθενείς με συγγενείς καρδιοπάθειες, παθήσεις της αορτής (ανεύρυσμα, διαχωρισμός, αγγειίτιδες, κλπ.).
Λόγω της διάρκειας της εξέτασης, της διαθεσιμότητας χρόνου και εξειδίκευσης για τη διενέργεια και την ερμηνεία της εξέτασης, η Μαγνητική Τομογραφία καρδιά συνήθως δεν αποτελεί την αρχική απεικονιστική εξέταση στους καρδιολογικούς ασθενείς, συχνά όμως αποτελεί την καταληκτική και αυτή που θα καθορίσει τη βέλτιστη θεραπευτική προσέγγιση.
Η Μαγνητική Τομογραφία καρδιάς θεωρείται διεθνώς ως η μέθοδος αναφοράς (gold standard) για τη μέτρηση των όγκων των κοιλιών και του κλάσματος εξώθησης, τον ιστικό χαρακτηρισμό του μυοκαρδίου και σχετιζόμενων παθήσεων, την ποσοτική μέτρηση των διαβαλβιδικών ροών και τη μυοκαρδιακή βιωσιμότητα. Η εκτίμηση της αιμάτωσης και της εφεδρείας ροής έχει παρόμοια, αν όχι καλύτερη αποτελεσματικότητα από άλλες απεικονιστικές τεχνικές και η χρήση της αυξάνεται ταχύρρυθμα. Στην εκτίμηση των στεφανιαίων αρτηριών η μαγνητική μπορεί αξιόπιστα να απεικονίσει την έκφυση και την πορεία τους, υστερεί όμως έναντι της αξονικής στεφανιογραφίας σε διακριτική ικανότητα και κλινική πληροφορία για παρουσία αθηροσκληρωτικής στεφανιαίας νόσου.
Στο ΥΓΕΙΑ το 2002 ιδρύθηκε το Τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης Μαγνητικής Τομογραφίας Καρδιάς και έκτοτε έχουν ολοκληρωθεί περίπου 10.000 εξετάσεις. Η ανάλυση των 1.000 πρώτων περιστατικών δημοσιεύθηκε στην Ελληνική Καρδιολογική Επιθεώρηση και περιστατικά από το κέντρο μας έχουν συμπεριληφθεί σε ξενόγλωσσο σύγγραμμα μαγνητικής τομογραφίας καρδιάς.
*Άρθρο των
Πέτρου Γ. Δανιά (Καρδιολόγου, Υπεύθυνου Τμήματος Έρευνας και Ανάπτυξης MRI Καρδιάς_), και
Ιωάννη Ανδρέου, Ακτινολόγου Διευθυντής Απεικονιστικών Τμημάτων ΥΓΕΙΑ - ΜΗΤΕΡΑ