Ακράτεια ούρων: αποτελεσματική και ασφαλής θεραπεία
Ακράτεια ούρων ονομάζουμε την απώλεια ούρων παρά τη θέλησή μας. Ταλαιπωρεί εκατομμύρια γυναίκες σε όλον τον κόσμο και δυστυχώς συνεχίζει να αποτελεί θέμα ταμπού, με αποτέλεσμα πολλές γυναίκες να μην αναζητούν την κατάλληλη ιατρική βοήθεια και να υποφέρουν χωρίς λόγο.
Η ακράτεια δεν είναι οργανική ασθένεια, επηρεάζει όμως δραματικά την καθημερινότητα και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Η γυναίκα αισθάνεται ηλικιωμένη και στιγματισμένη, ενώ παραιτείται από πολλές καθημερινές δραστηριότητες και κλείνεται στον εαυτό της.
Η σχέση με τον σύντροφο και η οικογενειακή της ζωή διαταράσσονται σοβαρά, αφού η γυναίκα νιώθει ανασφάλεια και ντροπή. Ειδικά τα συμπτώματα της υπερλειτουργικής κύστης περιορίζουν σημαντικά τις δραστηριότητες και την κοινωνικότητα της γυναίκας, ενώ η παρουσία συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια της νύχτας οδηγεί σε διαταραχές του ύπνου με σοβαρά επακόλουθα.
Διακρίνουμε δυο μορφές ακράτειας ούρων:
- Ακράτεια από προσπάθεια: Η γυναίκα χάνει ούρα κατά τον βήχα, το φτέρνισμα, το γέλιο ή την ανύψωση βάρους. Σε πιο προχωρημένο στάδιο, παρατηρείται απώλεια ούρων και κατά το ανέβασμα σκάλας και τη βάδιση, ενώ στο τελικό στάδιο η απώλεια ούρων είναι συνεχής.
- Υπερλειτουργική κύστη: Εμφανίζονται συχνά επεισόδια ξαφνικής και έντονης ανάγκης για ούρηση στη διάρκεια της ημέρας, αλλά και της νύχτας με ή χωρίς απώλεια ούρων.
Πού οφείλεται η ακράτεια ούρων;
Η ακράτεια από προσπάθεια οφείλεται στη χαλάρωση του σφιγκτήρα μυ της ουροδόχου κύστης, ο οποίος είναι «υπεύθυνος» για τη στεγανότητά της. Παράγοντες που οδηγούν στη χαλάρωση αυτή, είναι η χρόνια σωματική κόπωση, οι τοκετοί, η εμμηνόπαυση κ.ά.. Η ακράτεια εμφανίζεται πολύ συχνά μαζί με πρόπτωση μήτρας και ουροδόχου κύστης (δηλ. Κυστεοκήλη), αφού και η ακράτεια οφείλεται στη γενικότερη χαλάρωση του πυελικού εδάφους.
Η Υπερλειτουργική κύστη είναι ένα φαινόμενο, το οποίο οφείλεται σε μια αυξημένη διέγερση του εξωστήρα μυ, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος μυς για την κένωση της ουροδόχου κύστης.
Τί εξετάσεις απαιτούνται για μια ασφαλή διάγνωση της ακράτειας;
Η διάγνωση τίθεται στο πλαίσιο μιας απλής επίσκεψης στο γυναικολόγο, μέσω της λήψης του ιστορικού των συμπτωμάτων και της διενέργειας υπερηχογραφήματος. Ο ουροδυναμικός έλεγχος, μια εξέταση αρκετά δυσάρεστη και δαπανηρή, δεν είναι πλέον απαραίτητος.
Ποιά είναι η θεραπεία της ακράτειας;
Η θεραπεία της ακράτειας από προσπάθεια είναι χειρουργική. Η επέμβαση γίνεται λαπαροσκοπικά, δηλαδή μέσω τριών μικρών εντομών μισού έως ενός εκατοστού στο κάτω μέρος της κοιλιάς και χωρίς κολπικό τραύμα. Κατά την επέμβαση γίνεται μια ενίσχυση του σφιγκτήρα μυ, η οποία οδηγεί στη θεραπεία της Ακράτειας. Στο ΜΗΤΕΡΑ, εφαρμόζουμε την ασφαλέστερη χειρουργική μέθοδο (Λαπαροσκοπική Κολποανάρτηση), όπου η ενίσχυση του σφιγκτήρα μυ γίνεται λαπαροσκοπικά με ραφές, χωρίς χρήση πλέγματος, ταινίας ή άλλων συνθετικών υλικών. Εάν συνυπάρχει πρόπτωση της μήτρας ή/και κυστεοκήλη, αυτές διορθώνονται και πάλι λαπαροσκοπικά στην ίδια επέμβαση, έτσι ώστε η θεραπεία της ακράτειας να είναι αποτελεσματική. Η γυναίκα μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι της την επόμενη κιόλας ημέρα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια εναλλακτική και απλή λύση αποτελεί η έγχυση υαλουρονικού, όπου στο πλαίσιο μιας κυστεοσκόπησης γίνεται έγχυση υαλουρονικού στην περιοχή του χαλαρωμένου σφιγκτήρα μυός. Δημιουργούνται λοιπόν 3-4 «μαξιλάρια» συμπαγούς υαλουρονικού, τα οποία προκαλούν μια «στένωση» στη θέση αυτή, θεραπεύοντας έτσι την ακράτεια.
Η θεραπεία της υπερλειτουργικής κύστης είναι είτε φαρμακευτική, είτε επεμβατική. Έχουμε στη διάθεσή μας αρκετά σκευάσματα που μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση των συμπτωμάτων. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι αρκετό, η θεραπεία είναι επεμβατική. Στο πλαίσιο της Κυστεοσκόπησης, η οποία μπορεί να γίνει κάτω από μερική (μέθη) ή τοπική νάρκωση, γίνεται έγχυση Botox στην ουροδόχο κύστη.
Μετά από αυτές τις επεμβάσεις, πάντα συστήνουμε ειδικές ασκήσεις φυσιοθεραπείας, ώστε να πετύχουμε μια μακροπρόθεσμη ενδυνάμωση του πυελικού εδάφους.
Οι παραπάνω επεμβάσεις προσφέρουν σύγχρονη και ασφαλή θεραπεία για την ακράτεια και έχουν αρκετά πλεονεκτήματα, σε σύγκριση με τις προηγούμενες τεχνικές (π.χ. κολπικές ταινίες) που εφαρμόζονταν μέχρι σήμερα, με κυριότερο την απουσία επιπλοκών σε βάθος χρόνου.
Ο κ. Δρ. Δ. Παναγιωτόπουλος, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΜΗΤΕΡΑ, είναι Χειρουργός Γυναικολόγος με εξειδίκευση στη Λαπαροσκοπική Χειρουργική και Ουρογυναικολογία. Είναι κάτοχος της ανώτατης διάκρισης MIC III της Γερμανικής Εταιρίας Λαπαροσκοπικής Χειρουργικής, ενώ είναι διεθνώς πιστοποιημένος Εκπαιδευτής- Χειρουργός στην Λαπαροσκοπική Χειρουργική του Πυελικού Εδάφους.