Λοιμώδης μονοπυρήνωση
Η λοιμώδης μονοπυρήνωση είναι ένα κλινικό σύνδρομο με πυρετό, φαρυγγίτιδα και λεμφαδενοπάθεια, το οποίο προκαλείται συνήθως από τον ιό Ebstein Barr.
Είναι ιός ιδιαίτερα κοινός σε εφήβους και παιδιά και οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν προσβληθεί κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Στους ενήλικες μεταδίδεται συχνά μέσω του φιλιού (εξού και το όνομα: η νόσος του φιλιού) και σπανιότεροα με την σεξουαλική επαφή καθώς και την μετάγγιση μολυσμένου αίματος.
Στα παιδιά μεταδίδεται είτε από τον οικογενειακό περίγυρο είτε από το σάλιο των συμμαθητών τους.
Ο χρόνος από την μόλυνση μέχρι την εμφάνιση των συμπτωμάτων της νόσου είναι είναι 4-7 εβδομάδες ( ο χρόνος δηλαδή από την μόλυνση από τον ιό ως την εμφάνιση / των συμπτωμάτων). Οι ασθενείς είναι μεταδοτικοί από την αρχή της μόλυνσης, μπορεί δηλαδή να μεταδίδουν τον ιό ακόμα και όταν δεν έχουν συμπτώματα. Παραμένουν μεταδοτικοί καθ’ όλη τη διάρκεια της νόσου ενώ μπορεί να συνεχίζουν να τον μεταδίδουν πολλούς μήνες μετά την αποδρομή των συμπτωμάτων.
Οι περισσότεροι παραμένουν ασυμπτωματικοί. Η νόσος εμφανίζεται με εύκολη κόπωση, κακουχία, φαρυγγαλγία, πυρετό διογκωμένους τραχηλικούς λεμφαδένες. Συχνά συγχέεται με μικροβιακή (κοινή) αμυγδαλίτιδα. Άλλα συμπτώματα είναι ναυτία, ανορεξία, μυαλγία, κεφαλαλγία, εξάνθημα στα χέρια ή τον κορμό. Η διάρκεια των συμπτωμάτων είναι 2-4 εβδομάδες, ωστόσο η κόπωση μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες. Συχνή επιπλοκή της νόσου είναι η διόγκωση του σπληνός (σπληνομεγαλία) και σπανιότερα του ήπατος (ηπατομεγαλία) καθώς και η εμφάνιση ηπατίτιδας (αύξηση τρανσαμινασών) το 25% των ασθενών εμφανίζουν δευτερογενή λοίμωξη με στρεπτόκοκκο (πυώδη αμυγδαλίτιδα). Σπανιότερες και σοβαρότερες επιπλοκές είναι η ρήξη σπληνός και η απόφραξη του ανώτερου αεραγωγού από τις διογκωμένες αμυγδαλές.
Η διάγνωση θα γίνει από το ιατρικό ιστορικό, την κλινική εξέταση και θα επιβεβαιωθεί με εργαστηριακό έλεγχο. Από τη γενική αίματος το χαρακτηριστικό εύρημα είναι η λευκοκυττάρωση και μάλιστα η αύξηση των λεμφοκυττάρων (άτυπα ή διεγερμένα λεμφοκύτταρα). Συχνά επίσης ανευρίσκεται μικρή ως μέτρια αύξηση των τρανσαμινασών. Η διάγνωση τίθεται με την ανεύρεση ειδικών για τον ιό αντισωμάτων. Monotest: θετικό, περίπου 6-10 μέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων, IgM VCA: θετικό, αμέσως μετά την έναρξη της νόσου, ευαισθησία 100%.
Ειδική θεραπεία για τον ιό δεν υπάρχει. Η θεραπεία είναι συμπτωματική/υποστηρικτική και συνίσταται σε:
- αντιπυρετικά, αναλγητικά του τύπου της παρακεταμόλης ή και των ΜΣΑΦ.
- ανάπαυση, κλινοστατισμός
- τοπικά αντισηπτικά για την αντιμετώπιση της φαρυγγίτιδας
- αποφυγή άρσης βάρους για τις πρώτες 3 εβδομάδες
- αποφυγή αλκοόλ και χορήγηση άφθονων υγρών
- αντιβιοτικά δε χορηγούνται παρά μόνο εάν υπάρξει επιβεβαιωμένη δευτεροπαθής μικροβιακή λοίμωξη. Ειδικά η χορήγηση αντιβιοτικών της ομάδας των αμπικιλλινών μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση διάχυτου κνησμώδους εξανθήματος.
- κορτικοστεροειδή έχουν ένδειξη μόνο στην περίπτωση απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού.
Η λοιμώδης μονοπυρήνωση είναι μία συστηματική ιογενής λοίμωξη με παρατεταμένη διάρκεια η οποία περνά από μόνη της. Λόγω της διάρκειας των συμπτωμάτων και των πιθανών επιπλοκών, καλό είναι οι ασθενείς να έχουν την κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση.
*Άρθρο της Ελένης Γαλανίδη, Παθολόγου, Επιστημ. Συνεργάτιδας ΥΓΕΙΑ.