Δεν βρίσκουν δουλειά και δεν σπουδάζουν όσοι νέοι … μένουν Ελλάδα
Του Νίκου Ρογκάκου
Περί τις 500.000 νέοι άνθρωποι, κατά κύριο λόγο επιστήμονες, αναγκάστηκαν να φύγουν από την χώρα, για να μην πεινάσουν, όταν από αυτούς που έμειναν πίσω οι 2 στους 4 ούτε έχουν δουλειά ούτε καταρτίζονται ή σπουδάζουν, ενώ όσοι «τυχεροί» βρήκαν μια θέση εργασίας είναι ως επί τον πλείστον κακοπληρωμένη ή στη «γκρίζα» ζώνη της αγοράς.
Με αυτά τα δεδομένα, αναμφίβολα αυτή η χώρα δεν μπορεί να αισθάνεται υπερήφανη ούτε ιδιαιτέρως αισιόδοξη για το μέλλον της.
Το περιβόητο brain drain έγινε- ως ήταν αναμενόμενο- αντικείμενο της μακράς προεκλογικής διαμάχης, με εξαγγελίες για το πώς μπορούν να έρθουν πίσω αυτοί οι άνθρωποι, έτσι ώστε να σηματοδοτήσουν τη φυγή της Ελλάδας προς τα εμπρός, την αλλαγή σελίδας.
Ωστόσο, οι μετρήσεις της Eurostat για μια ακόμα φορά μας προσγειώνουν ανώμαλα στην πραγματικότητα, καθώς αποκαλύπτουν στους ανυποψίαστους και επιβεβαιώνουν σε όσους δεν στρουθοκαμηλίζουν, ότι οι συνθήκες στην Ελλάδα μόνο ιδανικές για επαναπατρισμό δεν μπορούν να θεωρηθούν.
Και δεν σπουδάζουν και δεν βρίσκουν δουλειά όσοι έμειναν!
Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία μέτρησε πόσοι νέοι ηλικίας 20- 34 ετών είτε δεν βρίσκονται στην αγορά εργασίας είτε βρίσκονται εκτός εκπαιδευτικού πλαισίου, δηλαδή ούτε σπουδάζουν ούτε παρακολουθούν κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης και το αποτέλεσμα ήταν ότι 1 στους 6 νέους στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σε αυτήν τη «γκρίζα» ζώνη. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι περίπου 15 εκατομμύρια νέοι άνθρωποι στην Ευρώπη ατενίζουν με απαισιοδοξία το μέλλον τους και το δυστύχημα είναι ότι τα Ελληνόπουλα βρίσκονται στις πρώτες θέσεις αυτής της κατηγορίας.
Τα ποσοστά διαφοροποιούνται μεταξύ των κρατών- μελών κι αυτό αναδεικνύει αν μη τι άλλο την Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων. Τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφονται στη Σουηδία (8%), στην Ολλανδία(8,4%), στο Λουξεμβούργο (9,9%), ενώ στον αντίποδα, την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Ιταλία με ποσοστό 28,9%. Ποια είναι η δεύτερη χώρα; Δυστυχώς η Ελλάδα, όπου το 26,8% των νέων 20- 34 ετών ούτε εργάζεται ούτε εκπαιδεύεται.
Η ανάλυση των στοιχείων για την Ελλάδα αποκαλύπτει κι άλλες πτυχές του προβλήματος. Το 2010, μπαίνοντας στο τούνελ της κρίσης, το εν λόγω ποσοστό βρισκόταν στο 23,7% έναντι 19,1% στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2015 το ποσοστό είχε ανέβει στο 32,4% ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη έπεσε στο 18,9% και το 2018 διαμορφώνεται στο 26,8% έναντι 16,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κάτι που σημαίνει πρακτικά ότι η «ψαλίδα» έχει ανοίξει ήτοι ότι οι νέοι στην Ελλάδα βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση.
Το δεύτερο στοιχείο, που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι ότι οι Ελληνίδες αυτής της ηλικίας ήταν και παραμένουν σε πολύ δυσμενέστερη θέση όχι μόνο έναντι των Ευρωπαίων αλλά και έναντι των νέων ανδρών στην Ελλάδα, καθώς το ποσοστό στη διάρκεια της κρίσης «παίζει» μεταξύ 32,3% και 37,2%.
Τα στοιχεία απασχόλησης της ΕΛΣΤΑΤ έρχονται για να ενισχύσουν την εικόνα μιζέριας για τους νέους ανθρώπους στην Ελλάδα. Το ποσοστό ανεργίας στις ηλικίες 20- 24 ετών διαμορφώνεται στο απίστευτο 39,7% και στις- υποτίθεται παραγωγικές- ηλικίες 25 ως 34 ετών στο 24,3%, δηλαδή πολύ πιο πάνω από το μέσο όρο του 18,1%.
Οι νέοι δουλεύουν με μισθούς της πείνας
Και τι γίνεται με αυτούς που καταφέρνουν τελικά να βρουν κάποια δουλειά; Ειδικά σε αυτές τις μικρές ηλικίες, ένα μεγάλο ποσοστό εργάζεται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στις ηλικίες 20- 29 ετών, επί συνόλου 463.000 εργαζόμενων, οι 81.700- δηλαδή σχεδόν το 18%- απασχολείται μερικώς, συνεπώς οι «μισθοί» τους δεν φτάνουν ούτε στα 400 ευρώ. Όσον αφορά, δε, σε όσους εργάζονται ανασφάλιστοι, πρόκειται για terra incognita.
Σύμφωνα με την αποκαλυπτική έρευνα του ΣΕΒ- το… κερασάκι στην τούρτα- η υπερφορολόγηση μεγιστοποιείται στη μεσαία τάξη και ιδιαίτερα στα εισοδήματα των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, που κατά τεκμήριο έχουν υψηλές δεξιότητες και καταλαμβάνουν θέσεις ευθύνης στην αγορά εργασίας. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Οι πλέον παραγωγικοί συμπολίτες μας περιορίζονται συχνά σε επαγγελματικές σταδιοδρομίες με χαμηλότερα εισοδήματα ή μεταναστεύουν μαζικά. Έτσι όμως η οικονομία και οι επιχειρήσεις χάνουν τα πλέον παραγωγικά και διεθνώς περιζήτητα στελέχη τους…