Ενώπιον της Γερουσίας η Ντίλμα Ρουσέφ
Η πρόεδρος της Βραζιλίας Ντίλμα Ρουσέφ θα εμφανιστεί ενώπιον της Γερουσίας για να υπερασπιστεί τον εαυτό της στη δίκη της, μια παρέμβαση της ύστατης ώρας πριν από την πιθανή καθαίρεσή της, που θα σημάνει το τέλος των 13 ετών διακυβέρνησης της κεντροαριστεράς στη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Παρότι όλα τα προγνωστικά είναι εναντίον της, η 68χρονη θα πάει σε αυτό το ιστορικό ραντεβού «ήρεμη,όπως πάντα», όπως διαβεβαίωσε ένας από τους συμβούλους της το Γαλλικό Πρακτορείο.
«Πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι», είπε η Ρουσέφ απευθυνόμενη σε υποστηρικτές της την περασμένη εβδομάδα.
Η Ρουσέφ θα αντιμετωπίσει τους γερουσιαστές, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων υποστηρίζει την καθαίρεσή της, σύμφωνα με έρευνες βραζιλιάνικων μέσων ενημέρωσης. Θα συνοδεύεται από τον πολιτικό της μέντορα Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, προκάτοχό της στην προεδρία, τον διάσημο τραγουδιστή Τσίκο Μπουάρκε, στρατευμένο επί δεκαετίες στην αριστερά, και πάνω από δέκα πρώην υπουργούς.
Υποστηρικτές της θα πάνε με λεωφορεία στην Μπραζίλια για να διαδηλώσουν σε ένδειξη υποστήριξης στο πρόσωπό της και ορισμένοι ελπίζουν να μπορέσουν να της προσφέρουν τριαντάφυλλα για να την ενθαρρύνουν.
Χθες Κυριακή πάντως μια κινητοποίηση υπέρ της Ρουσέφ δεν συγκέντρωσε παρά περίπου 200 ανθρώπους στην πρωτεύουσα, ένδειξη της μεγάλης πτώσης της απήχησης του Κόμματος Εργατών (PT).
Επί μήνες, η πρώτη γυναίκα η οποία εξελέγη στην προεδρία της Βραζιλίας το 2010 διακηρύσσει την αθωότητά της και καταγγέλλει ένα θεσμικό «πραξικόπημα» που λέει πως απεργάστηκε ο μεγάλος κερδισμένος της διαδικασίας της παραπομπής της σε δίκη: ο πρώην αντιπρόεδρος της που μετατράπηκε στον πιο σκληρό πολιτικό της αντίπαλο, ο Μισέλ Τέμερ (PMDB, κεντροδεξιά), 75 ετών.
Ο Τέμερ ανέλαβε προσωρινός πρόεδρος αφότου η Ρουσέφ παύθηκε προσωρινά την 12η Μαΐου, με τις ψήφους των δύο τρίτων και πλέον των γερουσιαστών. Θα παραμείνει αρχηγός του κράτους ως τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές οι οποίες θα διεξαχθούν στη Βραζιλία στα τέλη του 2018 εάν η Ρουσέφ καθαιρεθεί.
Η Ρουσέφ θα έχει τον λόγο για τριάντα λεπτά και θα αποφασίσει κατόπιν εάν θα δεχθεί ή όχι ερωτήσεις από τα μέλη της Γερουσίας. Στην περίπτωση που δεχθεί, θα έχει πέντε λεπτά για να απαντήσει σε καθεμιά.