Σε μουσουλμανικό διδασκαλείο του Πακιστάν είχε φοιτήσει η Τασφίν Μαλίκ
Η γυναίκα η οποία σκότωσε μαζί με τον σύζυγό της 14 ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής την περασμένη εβδομάδα είχε φοιτήσει σε ένα από τα πιο γνωστά μουσουλμανικά ιεροδιδασκαλεία του Πακιστάν για γυναίκες, όπως ανακοίνωσε ο ίδιος ο μεντρεσές αυτός σήμερα, πιθανόν σηκώνοντας λίγο ακόμη το πέπλο που καλύπτει το πώς ριζοσπαστικοποιήθηκε.
Η 29χρονη Τασφίν Μαλίκ είχε γραφτεί το 2013 στο Ινστιτούτο αλ Χούντα της πόλης Μουλτάν, στο κεντρικό Πακιστάν, ένα ίδρυμα για γυναίκες της μεσαίας τάξης που θέλουν να βαθύνουν την ισλαμική τους πίστη, δήλωσε σήμερα ο διευθυντής του Ιμράν Αμίρ.
Πρόκειται για μια κορανική σχολή για γυναίκες και κορίτσια που επεκτείνεται τα τελευταία χρόνια στο Πακιστάν, όπου έχει 11 παραρτήματα, ενώ διατηρεί επίσης γραφεία στη Βρετανία, στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στην Ινδία και στη Σαουδική Αραβία.
Ο συγκεκριμένος μεντρεσές δεν έχει καμιά γνωστή σύνδεση με εξτρεμιστικές οργανώσεις, αλλά έχει κατηγορηθεί πως ενσταλάζει μια ιδεολογία κοντινή σε εκείνη των Ταλιμπάν, σύμφωνα με τους επικριτές του.
Σήμερα πράκτορες των υπηρεσιών πληροφοριών και της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας του Πακιστάν στο Μουλτάν έκαναν μια σύντομη επίσκεψη στο ιεροδιδασκαλείο. Κατά την έξοδό τους, στελέχη των υπηρεσιών αυτών διαβεβαίωσαν δημοσιογράφους του Γαλλικού Πρακτορείου ότι πρόκειται για ένα ειρηνικό ινστιτούτο που δεν έχει απολύτως καμιά σχέση με τζιχαντιστικές οργανώσεις.
Η Τασφίν Μαλίκ και ο σύζυγός της Σάγεντ Ριζουάν Φαρούκ, 28 ετών, σκοτώθηκαν από πυρά αστυνομικών αφού διέπραξαν την περασμένη Τετάρτη στο Σαν Μπερναρντίνο της Καλιφόρνιας μια σφαγή την ευθύνη για την οποία ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος, χαρακτηρίζοντας το ζευγάρι «στρατιώτες του χαλιφάτου».
Οι υπηρεσίες που διεξάγουν έρευνα για το μακελειό υποψιάζονται ότι η νέα, η οποία μετανάστευσε στις ΗΠΑ με συζυγική βίζα αφού έζησε στο Πακιστάν και στη Σαουδική Αραβία, έπαιξε καθοριστικό ρόλο να ριζοσπαστικοποιηθεί επίσης ο σύζυγός της. Η έρευνα έχει σκοπό να εξακριβωθεί εάν βρισκόταν σε επαφή με εξτρεμιστές στη μια ή στην άλλη χώρα όπου έζησε.
Η Τασφίν Μαλίκ είχε γραφτεί σε πολλά μαθήματα, περιλαμβανομένου ενός για το Κοράνι, το 2013, διευκρίνισε ο Αμίρ, ο διευθυντής του αλ Χούντα. «Αλλά δεν ολοκλήρωσε τον κύκλο σπουδών της, έμεινε πολύ λίγο καιρό», ανέφερε, κρίνοντας παράλληλα ότι ήταν ένα «πολύ ντροπαλό και συνεσταλμένο κορίτσι, όπως κάθε κορίτσι, και δεν υπήρχε τίποτε ξεχωριστό σε αυτήν. Ποιος ξέρει τι την ώθησε να κάνει αυτό που έκανε; Πάντως, δεν το έμαθε στο αλ Χούντα».
Μια εκπαιδευτικός στο ιεροδιδασκαλείο επιβεβαίωσε ότι η Τασφίν Μαλίκ δεν αποφοίτησε από τον μεντρεσέ.
Σύμφωνα με παλιές συμφοιτήτριες της στο πανεπιστήμιο Μπαχαουντίν Ζακαρίγια του Μουλτάν, όπου σπούδασε φαρμακευτική από το 2007 ως το 2012, πήγαινε ήδη από τα δύο τελευταία χρόνια των σπουδών της στα βραδινά μαθήματα του αλ Χούντα.
Το Ινστιτούτο αλ Χούντα, το οποίο είχε ιδρυθεί το 1994 από τον Φαρχάτ Χάσμι, διαφέρει από τα χιλιάδες άλλα ιεροδιδασκαλεία του Πακιστάν όπου φοιτούν εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές και μαθήτριες κάθε χρόνο στο ότι έχει στόχο να προσελκύει κυρίως μέλη της μεσαίας και ανώτερης τάξης.
Σύμφωνα με δυο παλιές της συμφοιτήτριες στο πανεπιστήμιο, η Τασφίν Μαλίκ «άλλαξε εντελώς» την περίοδο που πήγαινε στην κορανική σχολή. «Λίγο-λίγο έγινε πιο σοβαρή και πιο αυστηρή», είπε η μία, ζητώντας να μην κατονομαστεί.
Ο Αρίφ Ραφίκ, ειδικός στο Ινστιτούτο της Μέσης Ανατολής (Ουάσινγκτον) εκτίμησε πως το γεγονός ότι η γυναίκα αυτή πήγαινε «σε ένα τέτοιο ίδρυμα υποδεικνύει πως είχε ενστερνιστεί μια εκδοχή του Ισλάμ πιο σύγχρονη, αλλά και πιο αυστηρή».
«Αυτό μπορεί να την έκανε πιο ευπρόσβλητη από την ιδεολογία μιας διεθνικής τρομοκρατικής οργάνωσης, όπως το ΙΚ», πρόσθεσε ο ίδιος, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως είναι μάλλον σπάνιο πρόσωπα που έχουν φοιτήσει στο αλ Χούντα να μετατραπούν σε εξτρεμιστές.
Οι σπουδές της στο αλ Χούντα αφ' εαυτών «δεν απαντούν στο ερώτημα πώς μια συντηρητική έγινε μουσουλμάνα σαλαφίστρια και τζιχαντίστρια», επισήμανε.
Η Τασφίν Μαλίκ προστίθεται σε μια σειρά εξτρεμιστών από το Πακιστάν. Ανάμεσά τους ήταν ο Φάιζαλ Σάχζαντ, που αποπειράθηκε να διαπράξει μια επίθεση στην Τάιμς Σκουέαρ το 2010, ο Χάλιντ Σέιχ Μοχάμεντ, ο φερόμενος ως εγκέφαλος των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, και η «κυρία αλ Κάιντα», η Αάφια Σιντίκι, πτυχιούχος νευροεπιστήμονας που εκτίει ποινή κάθειρξης 86 ετών διότι επιτέθηκε εναντίον Αμερικανών στρατιωτών στο Αφγανιστάν.
Η κυβέρνηση του Πακιστάν προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ιεροδιδασκαλείων, ειδικά εκείνων που υπάρχουν υποψίες ότι προωθούν τη μισαλλοδοξία και αποτελούν εύφορο έδαφος για τον εξτρεμισμό. Αλλά οι προσπάθειές της έχουν προκαλέσει οργή σε ιερωμένους που κατηγορούν τις αρχές πως προωθούν μια «αντιισλαμική άποψη».
Ανησυχίες πάντως υπάρχουν και για το πανεπιστήμιο Μπαχαουντίν Ζακαρίγια των 35.000 φοιτητών, όπου σταθμεύουν μονίμως αστυνομικοί και στελέχη της υπηρεσίας πληροφοριών. Η αύξηση των μέτρων ασφαλείας και παρακολούθησης επιβλήθηκαν μετά τη σφαγή 134 μαθητών σε ένα σχολείο για παιδιά στρατιωτικών στην Πεσάβαρ πριν από έναν χρόνο, η ευθύνη για το οποίο αποδόθηκε στο Κίνημα των Πακιστανών Ταλιμπάν.
«Το πανεπιστήμιο βρίσκεται υπό παρακολούθηση 24 ώρες το 24ωρο», είπε ένας αστυνομικός. Τον περασμένο μήνα είχαν ανακαλυφθεί όπλα σε μια εστία, είχαν συλληφθεί τρεις φοιτητές και είχαν κατασχεθεί κινητά τηλέφωνα και φορητοί υπολογιστές.
Ένα άλλο στέλεχος των υπηρεσιών ασφαλείας στην πανεπιστημιούπολη, ένας αξιωματικός της αστυνομίας που ζήτησε να μην κατονομαστεί, είπε πως πριν από λίγους μήνες, ο πρύτανης έλαβε μια επιστολή από μια οργάνωση εκτός νόμου που απειλούσε να σφαγιάσει φοιτητές.
«Αυτό το είδος της εξτρεμιστικής σκέψης υπάρχει εδώ (σ.σ. στο νότιο Πουντζάμπ) γενικά, και φυσικά θα αντανακλαστεί στο πανεπιστήμιο», είπε ο αξιωματικός.
Ο εκπρόσωπος του πανεπιστημίου Μπαμπάρ Χακάν είπε πως το ίδρυμα προωθεί «καλές αξίες» και καταδίκασε τη μαζική δολοφονία που διέπραξε η Τασφίν Μαλίκ.
Λίγη ώρα μετά τη δήλωσή του, τέσσερα οχήματα γεμάτα αστυνομικούς συνόδευσαν εκτός πανεπιστημιούπολης μια ομάδα δημοσιογράφων του Ρόιτερς, κάνοντας λόγο περί απειλών για την ασφάλειά τους.