Αρχίζει η εκταφή των Ελλήνων στρατιωτών πεσόντων στα βουνά της Αλβανίας
Στα ογδόντα πέντε της χρόνια, σήμερα, η Ερμιόνη Μπρίγκου, Ελληνίδα της Χιμάρας, φροντίζει, εκτός από τον εαυτό της και το νοικοκυριό της, και έξι νεκρά “παιδιά της”, τα οποία “φιλοξενεί” επί εβδομήντα οχτώ χρόνια, “εν τόπω χλοερώ”, στην αυλή του σπιτιού της.
Είναι έξι Έλληνες στρατιώτες που σκοτώθηκαν στον ελληνοϊταλικό πόλεμο στη μάχη της Χιμάρας και ο πατέρας της εννιάχρονης τότε Ερμιόνης, τους έθαψε σε δυο αυτοσχέδιους τάφους στον αυλόγυρο.
Το τίμημα ήταν βαρύ για τον πατέρα της, που επί κομμουνιστικού καθεστώτος εκτοπίστηκε επί ενάμισι χρόνο για την άρνησή του να αποκαλύψει που είχε ενταφιάσει τους Έλληνες στρατιώτες αλλά και η ίδια κράτησε επτασφράγιστο μυστικό την παρουσία τους στην αυλή του σπιτιού της, έως την ημέρα που κατέρρευσε το σύστημα του Χότζα.
Όλα αυτά τα χρόνια η Ερμιόνη Μπρίγκου φρόντιζε να μην λείπει τίποτα από τους “φιλοξενούμενους”.
Τους άναβε κρυφά κεριά, τους διάβαζε ευχές και πάνω από τα μνήματα είχε φυτέψει δυο αχλαδιές «για να έχουν ίσκιο τα παιδιά» και όταν αυτές με τα χρόνια στέγνωσαν τις αντικατέστησε με μυρτιές.
Οι έξι αυτοί πεσόντες είναι ταυτοποιημένοι και δεν πρόκειται να μεταφερθούν από τον κήπο της Ερμιόνης. Ούτε η ίδια το θέλει, ούτε και συντρέχουν λόγοι να εγκαταλείψουν τη φιλόξενη τελευταία τους κατοικία.
Χιλιάδες όμως άλλοι Έλληνες στρατιώτες- πεσόντες στον ίδιο πόλεμο- περιμένουν τη “δεύτερη ταφή” τους, επίσημη τούτη τη φορά, διαδικασία που ξεκινάει αύριο, Δευτέρα, μεταξύ Τεπελενίου και Κλεισούρας, στο πλαίσιο της ενεργοποίησης της σχετικής διμερούς συμφωνίας που είχε υπογραφεί το 2009 μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας.
Στις 11 το πρωί τοπική ώρα, στη θέση Ντραγκόντι, τεχνικά συνεργεία υπό την επίβλεψη της διμερούς επιτροπής, θα αρχίσουν παρουσία εμπειρογνωμόνων, Ελλήνων και Αλβανών, να σκάβουν σε σημεία όπου με βάση παλαιούς, ιταλικούς κυρίως χάρτες, αλλά και μαρτυρίες κάτοικων της περιοχής, ενταφιάστηκαν εκατοντάδες Έλληνες στρατιώτες που έπεσαν στις σφοδρές μάχες με τα ιταλικά στρατεύματα.
Οι εσκαφές θα επεκταθούν στο ορεινό ανάγλυφο μέχρι και την Κορυτσά, όπου υπολογίζεται ότι είναι πρόχειρα θαμμένοι γύρω στους 6.800, από τους 8.000 Έλληνες που σκοτώθηκαν μεταξύ του Νοεμβρίου του 1940 και του Απριλίου του 1941.
Η ενεργοποίηση της συμφωνίας του 2009, που παρέμενε παγωμένη, ενεργοποιήθηκε μετά τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δυο χωρών, Νίκου Κοτζιά και Ντιμίτρι Μπουσάτι στην Κρητη, και χαιρετίστηκε ως ένα βήμα στην επιχείρηση βελτίωσης των ελληνοαλβανικών σχέσεων που βρίσκεται σε εξέλιξη από τις δυο κυβερνήσεις.
Προβλέπεται ο εντοπισμός, η ταυτοποίηση και η εκταφή των Ελλήνων στρατιωτών και ο ενταφιασμός τους στη συνέχεια στα δυο συμφωνημένα νεκροταφεία, στο χωριό Βουλιαράτες και την Κλεισούρα.
Αναρίθμητες είναι οι ιστορίες Ελλήνων μειονοτικών που την περίοδο της κομμουνιστικής δικτατορίας φρόντιζαν τάφους πεσόντων στα βουνά της περιοχής, με κίνδυνο, πάντα, να μετοχοποιηθούν και να διωχθούν ως “εχθροί του έθνους”.
Επισήμως το θέμα της τύχης των νεκρών στρατιωτών τέθηκε από την Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του '80, με αφορμή την εκταφή από την Ιταλία και τη μεταφορά των οστών τους στην πατρίδα τους, 6.300 δικών της στρατιωτών.
Ικανοποίηση μετά τη συνάντηση Κοτζιά – Μπουσάτι
Για ουσιαστική πρόοδο που σημειώθηκε κατά τις διήμερες συνομιλίες στην Κορυτσά που είχαν ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και ο Αλβανός ομόλογός του Ντιτμίρ Μπουσάτι, κάνει λόγο το κοινό ανακοινωθέν των υπουργείων Εξωτερικών Ελλάδας και Αλβανίας.
Οι κ.κ. Κοτζιάς και Μπουσάτι συναντήθηκαν στην Κορυτσά, προχθές, προκειμένου να συνεχίσουν τις διαβουλεύσεις των δύο αντιπροσωπειών που ξεκίνησαν, με πρωτοβουλία του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, τον περασμένο Νοέμβριο στην Κρήτη.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση σημειώθηκε «ουσιαστική πρόοδος», ειδικότερα «προς την κατεύθυνση της εξεύρεσης βιώσιμων λύσεων σε γνωστά ζητήματα, προς αμοιβαίο όφελος των δύο χωρών και των πολιτών τους και σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κανόνες και αξίες».
Οι συζητήσεις, όπως τονίζεται, επίσης, διεξήχθησαν σε φιλική και εποικοδομητική ατμόσφαιρα και οι δύο πλευρές επανέλαβαν τη δέσμευσή τους να συνεχίσουν το διάλογο σε όλα τα επίπεδα τους επόμενους μήνες.