Δικαστική απόφαση ανατρέπει το ηλικιακό όριο στις υιοθεσίες
Πρωτοποριακή απόφαση περιφερειακού Πρωτοδικείου σχετικά με την ηλικιακή διαφορά ηλικίας μεταξύ θετού γονέα και θετού παιδιού, άναψε το «πράσινο φως» για υιοθεσίες ακόμα και στην περίπτωση που η διαφορά ξεπερνά τα 50 χρόνια, όπως ορίζει ο Αστικός Κώδικας.
Βάσει της απόφασης, ανοίγει ο δρόμος για περισσότερες υιοθεσίες, αφού καταφεύγει σε διεθνείς συμβάσεις για την προσπέλαση του «πλαφόν» που βάζει η ελληνική νομοθεσία, ξεκαθαρίζοντας πως, «το ενδιαφέρον για τον θεσμό της υιοθεσίας έχει επικεντρωθεί στο συμφέρον του υιοθετούμενου ανήλικου παιδιού και στην παροχή σε αυτό της δυνατότητας να μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον με ανάπτυξη σχέσεων στοργής και αφοσίωσης, με σωστή ηθική και πνευματική διαπαιδαγώγηση, με ομαλή εξέλιξη της προσωπικότητάς του».
Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, ο θετός γονέας πρέπει να έχει ηλικίας 30 με 60 χρονών ενώ η διαφορά του με το παιδί θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 18 έτη (ή 15 έτη, αν συντρέχει σημαντικός λόγος) και σε ανώτατο όριο η διαφορά μπορεί να φτάσει μέχρι τα 50 έτη.
Το δικαστήριο, σύμφωνα με το Έθνος, επισημαίνει ότι ο Έλληνας νομοθέτης θέσπισε ως προϋπόθεση κατώτατο αλλά και ανώτατο όριο ηλικιακής διαφοράς για λόγους κοινωνικούς και ηθικούς, προκειμένου να έχει ομαλή πορεία η υιοθεσία, από τη μια με την ύπαρξη ενός γονέα ηλικιακά ώριμου και ακμαίου και από την άλλη με τη δικαιολογία ότι οι θετοί γονείς μεγάλης ηλικίας δεν παρέχουν εχέγγυα για την ομαλή ανατροφή του παιδιού.
Ταυτόχρονα παρατηρεί ότι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις δεν πρέπει να ερμηνεύονται αποκομμένες, αλλά σε συνδυασμό με τη γενική αρχή της προστασίας του συμφέροντος του παιδιού, ενώ επικαλείται και διεθνή σύμβαση που υπογράφηκε προ 40ετίας.
Σύμφωνα με αυτήν, η διαφορά ηλικίας ως προς το κατώτατο όριο αποτελεί κριτήριο για το πότε η υιοθεσία εξυπηρετεί το συμφέρον του υιοθετούμενου και τη δημόσια τάξη, ενώ αντίθετα το ανώτατο όριο δεν αποτελεί κριτήριο διασφάλισης του συμφέροντος του παιδιού, ούτε το επιβάλλουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος.
Επομένως, κατά το δικαστήριο, η ηλικιακή διαφορά μπορεί να επιμηκυνθεί γιατί «έχει σχετική και επιβοηθητική σημασία», ενώ δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως αυστηρή προϋπόθεση της υιοθεσίας, ούτε να θεωρηθεί ότι καθιερώνει «απαράβατο τυπικό κώλυμα υιοθεσίας» όταν εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού.