“Κόφτης” και στα φάρμακα των ασθενών
Μια σειρά από αλλαγές στο σύστημα συνταγογράφησης επεξεργάζεται ο ΕΟΠΠΥ, προκειμένου να μειώσει τα κονδύλια που διατίθενται από τον οργανισμό και να μειώσουν την πολυφαρμακία.
Στο ηλεκτρονικό σύστημα του Οργανισμού θα καταγράφεται ο αριθμός των χαπιών που έχει ήδη χορηγηθεί σε κάθε ασθενή. Σε περίπτωση που χρειαστεί εκ νέου συνταγογράφηση, το σύστημα θα δείχνει εάν έχει φτάσει ή ξεπεράσει την ποσότητα του φαρμάκου που έχει χορηγήσει ο γιατρός του με προηγούμενη συνταγή.
Στο παράδειγμα που αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα του «Έθνους», ο συμβεβλημένος γιατρός χορηγεί στον ασφαλισμένο συνταγή, στην οποία αναφέρεται ότι πρέπει να λάβει τρία χάπια για επτά μέρες (σύνολο 21 χάπια). Ο ασθενής πηγαίνει στο φαρμακείο και παίρνει δύο κουτιά του φαρμάκου, τα οποία περιέχουν 15 χάπια το καθένα (σύνολο 30 χάπια).
Στην περίπτωση που ο ίδιος ασθενής χρειαστεί εκ νέου την ίδια θεραπεία, δηλαδή άλλα 21 χάπια, θα μπορεί να πάρει από το φαρμακείο μόνο ένα κουτί με 15 χάπια, άσχετα εάν η συνταγή αναγράφει δύο κουτιά.
Το σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης του ΕΟΠΥΥ θα έχει ήδη καταγράψει το «υπόλοιπο» των εννέα χαπιών που προέκυψε από την προηγούμενη θεραπεία και σε αυτό θα προστίθενται τα 15 χάπια του νέου κουτιού (σύνολο 24).
Στην περίπτωση που χρειαστεί πάλι την ίδια αγωγή, θα υπολογίζεται υπόλοιπο τριών χαπιών από την προηγούμενη θεραπεία, στην οποία είχαν χορηγηθεί 24, ενώ η συνταγή προέβλεπε 21 χάπια...
Ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ, Σωτήρης Μπερσίμης, ανέφερε στο «Έθνος» ότι το σύστημα βρίσκεται στην τελική φάση της υλοποίησής του. Εκτιμάται ότι θα ισχύσει από τον Σεπτέμβριο και δεν θα μπορεί να παρακαμφθεί σε κανένα στάδιο εκτέλεσης μιας συνταγής.
Η παραγγελία των επιπλέον ποσοτήτων φαρμάκου θα «κόβεται» στο φαρμακείο. Στην οθόνη του φαρμακοποιού θα βγαίνει η ένδειξη «ο ασφαλισμένος έχει φτάσει στην ποσότητα του φαρμάκου που του έχει χορηγηθεί».
Η διοίκηση του Οργανισμού στοχεύει στον περιορισμό της πολυφαρμακίας. Ο «έλεγχος της ζήτησης», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, θεωρείται σχεδόν μονόδρομος στον έλεγχο της δαπάνης για φάρμακα. Στην περίοδο της κρίσης υπήρξαν πολλές οριζόντιες παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα οι τιμές των σκευασμάτων να έχουν φτάσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Αυτό έχει προκαλέσει επιπτώσεις, όπως οι επανεξαγωγές φαρμάκων («παράλληλες εξαγωγές») και οι ελλείψεις στην εγχώρια αγορά.
Οι μειώσεις συνεχίζονται και με το νέο δελτίο τιμών σε 6.231 φάρμακα, που αναρτήθηκε την περασμένη Παρασκευή και θα ισχύσει για τις φαρμακευτικές εταιρείες και τα νοσοκομεία από την Πέμπτη και για τους συνεταιρισμούς και τα φαρμακεία από τις 21 Ιουλίου.
Από το υπουργείο Υγείας εκτιμάται ότι η μεσοσταθμική μείωση των τιμών είναι της τάξης του 3%. Σε 2.262 φάρμακα υπάρχουν μειώσεις από 14% έως 16%, ενώ μειώσεις τιμών πάνω από 15% υπάρχουν σε 161 σκευάσματα.
Δύο φορές ετησίως
Στη διαδικασία της ανατιμολόγησης, η οποία θα επαναλαμβάνεται δύο φορές τον χρόνο, αξιολογήθηκαν συνολικά 9.522 σκευάσματα, σε πολλά από τα οποία δεν υπήρξαν διαφοροποιήσεις τιμών.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται 5.822 αντίγραφα (γενόσημα) φάρμακα, στα οποία οι μειώσεις τιμών έφτασαν έως και μέχρι 15%. Η κυβέρνηση επιχειρεί να προστατεύσει μερικώς τις τιμές των εν λόγω φαρμάκων, τα οποία παράγονται κυρίως στην Ελλάδα.
Αυξητικές οι τάσεις στην κατανάλωση σκευασμάτων από το 2013 και μετά
Αυξητική είναι η τάση στην κατανάλωση φαρμάκων στην Ελλάδα. Με την έναρξη της κρίσης, το 2009, ο αριθμός των συσκευασιών που κυκλοφορούσαν στην ελληνική αγορά άρχισε να σημειώνει μία αξιοσημείωτη κάμψη, η οποία συνεχίστηκε έως και το 2012.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), η κατανάλωση άρχισε να ανακάμπτει (σε ποσότητες κουτιών) από το 2013, τάση που συνεχίστηκε και το 2014. Το ίδιο διάστημα η δαπάνη σημειώνει μία συνεχή πτωτική τάση, καθώς οι τιμές των φαρμάκων δεν έχουν σταματήσει να μειώνονται.
Αυξητική τάση έχουν οι υπερβάσεις στη φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ. Ο Οργανισμός έχει έναν «κλειστό» προϋπολογισμό για φάρμακα, ο οποίος παραμένει σταθερός στο 1,94 δισ. ευρώ έως και το 2018. Στο διάστημα αυτό οι τυχόν υπερβάσεις πληρώνονται από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις μέσω του αυτόματου μηχανισμού κάλυψης (clawback).
Ενδεικτικό της τάσης είναι ότι οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις πλήρωσαν «clawback» 205 εκατομμύρια ευρώ το 2014, ποσό που ανήλθε στα 340 εκατομμύρια το 2015 και εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει στα 400 εκατομμύρια έως το τέλος του 2016.
30 εκ. υψηλότερη
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η μηνιαία φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ είναι κατά 30 εκατομμύρια υψηλότερη από την προϋπολογισθείσα (162 εκατομμύρια ευρώ). Με δεδομένες τις συνεχείς μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, η διοίκηση του Οργανισμού αναζητεί τρόπους να ελέγξει τη ζήτηση, τη χορήγηση, δηλαδή, περισσότερων φαρμάκων από όσα πραγματικά χρειάζονται οι ασφαλισμένοι.
Λόγω και της μείωσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει αναλογικά και υψηλή φαρμακευτική δαπάνη. Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το κράτος δαπανά για φάρμακα πάνω από το 1% του ΑΕΠ, όταν η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν μειώσει το ποσοστό κάτω από το 1%.
Το επιχείρημα αυτό ακούν συχνά οι Έλληνες από τους εκπροσώπους των θεσμών, οι οποίοι πιέζουν για περαιτέρω μείωση της δαπάνης, η οποία έχει υποχωρήσει στο 1,1% του ΑΕΠ έναντι 1,9% το 2013.
Τα περί υψηλής φαρμακευτικής δαπάνης αμφισβητούνται από τους εκπροσώπους της φαρμακοβιομηχανίας, οι οποίοι αναφέρουν ότι η κατά κεφαλήν δαπάνη για φάρμακα στην Ελλάδα υστερεί κατά 30% από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Αντί της σύγκρισης με βάση το ΑΕΠ εισηγούνται τον καθορισμό ορίων ασφαλείας.
Από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, πάντως, προκύπτει ότι οι Έλληνες γιατροί συνταγογραφούν κατά 50% περισσότερα αντιβιοτικά σε σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών του Οργανισμού. Προτείνουν να παρακολουθείται πιο αποφασιστικά η χορήγηση των εν λόγω φαρμάκων και να γίνεται πιο ορθολογική τους χρήση με το σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.