Πρόεδρος ΣτΕ: ο ανταγωνισμός δεν είναι υπεράνω δόγματος και θρησκείας
Της Έρρικας Βαλλιάνου
Για την «αργία της Κυριακής» έγινε πολύς λόγος σήμερα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά την συζήτηση στην Ολομέλεια για το θέμα της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές.
Πάντως, την μεγαλύτερη αίσθηση από όλα όσα ακούστηκαν, δημιούργησε μια αποστροφή του Προέδρου του ΣτΕ, Σωτήρη Ρίζου, ο οποίος είπε ότι «ο ανταγωνισμός δεν είναι υπεράνω των δικαιωμάτων των εργαζομένων, δεν είναι υπεράνω από δόγμα και θρησκεία».
Η τελική απόφαση αναμένεται μέχρι το τέλος του χρόνου ενώ μέχρι τότε θα ισχύει η προσωρινή απόφαση του ΣτΕ, βάσει της οποίας δεν λειτουργούν τα καταστήματα.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας έχουν προσφύγει η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, η ΓΣΕΒΕΕ, η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδος, ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης και 10 έμποροι.
Οι δικηγόροι των εμπόρων επικαλέστηκαν απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας που έκρινε ότι με την λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές ο νομοθέτης παραβιάζει το καθήκον του, καθώς πλήττεται η εξοικονόμηση των δυνάμεων των εργαζομένων.
Οι δικηγόροι των υπαλλήλων επικαλέστηκαν ότι η Κυριακή-αργία έχει μια κοινωνική λειτουργία και οι μικροκαταστηματάρχες τόνισαν ότι δεν Θα μπορούν ποτέ να ανταγωνιστούν τα μεγάλα καταστήματα.
Οι έμποροι προσκόμισαν στο Δικαστήριο πρόσφατη μελέτη της ΕΣΕΕ, από τον φετινό Αύγουστο, που αποδεικνύει ότι με την λειτουργία των καταστημάτων δεν υπήρξε ιδιαίτερη κερδοφόρα κίνησα στα καταστήματα.
Ο νομικός σύμβουλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού υποστήριξε ότι η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και ότι δεν έχουν το ίδιο συμφέρον εργαζόμενοι και καταστηματάρχες.
Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Σωτήρης Ρίζος, επεσήμανε ότι το Δικαστήριο θα σταθμίσει οπωσδήποτε την προστασία της Κυριακής-αργίας και θα εφαρμόσει το Εργατικό Δίκαιο, συνυπολογίζοντας για την ααπόφαση του και την κατάσταση των εργαζομένων.
Παράλληλα είπε ότι η Διοίκηση (ενν. η Κυβέρνηση) βγάζει έναν νόμο που δεν έχει αιτιολογική έκθεση, αλλά ούτε τα αναγκαία στοιχεία και μελέτες.