Στον Τσίπρα οι Πρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων μετά τον "εμφύλιο" στο ΣτΕ
Στο Μέγαρο Μαξίμου αυτήν την ώρα οι πρόεδροι του Αρείου Πάγου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η Βασιλική Θάνου, η Ανδρονίκη Θεοτοκάτου και ο Νίκος Σακελλαρίου θα έχουν συνομιλίες με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα μετά τον “εμφύλιο” που προκάλεσε στο ΣτΕ, η αναβολή της Ολομέλειας για τις τηλεοπτικές άδειες.
Την αναβολή αποφάσισε ο πρόεδρος του ΣτΕ, Νίκος Σακελλαρίου, μετά την έντονη αντιπαράθεση μεταξύ Συμβούλων της Επικρατείας και του ίδιου του Προέδρου.
Δύο Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι Χρήστος Ράμμος και Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, με επιστολές τους, παραιτήθηκαν από μέλη της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, προχωρώντας σε βαριές καταγγελίες, αναδεικνύοντας τον «εμφύλιο» που μαίνεται στο ΣτΕ.
Το ιστορικό των εξελίξεων
Την Παρασκευή, μετά την αναβολή της διάσκεψης, ο κ. Σακελλαρίου εξέδωσε ανακοίνωση – που προκάλεσε αίσθηση στην κοινωνία και ποικίλες αντιδράσεις αναφέροντας ότι - «εν όψει του κλίματος, το οποίο επιχειρείται να διαμορφωθεί (..) ως προς την έκβαση της διασκέψεως (…) για τις εκκρεμείς υποθέσεις των τηλεοπτικών αδειών, ο Πρόεδρος του ΣτΕ έκρινε ότι πρέπει να ματαιωθεί η (…) διάσκεψη επί των υποθέσεων αυτών».
Ακολούθως, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, εξέδωσε ανακοίνωση, υπογεγραμμένη από τον Πρόεδρο και τον Γ.Γ. της Ένωσης, κ. Αντωνόπουλο και Παπαγιάννη αντιστοίχως, στην οποία αναφερόταν, μεταξύ άλλων ότι «ο μόνος λόγος για τον οποίο ματαιώθηκε η διάσκεψη της Ολομέλειας είναι το κλίμα που έχει διαμορφωθεί» και ότι «όσα αντίθετα αναφέρονται στον Τύπο δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Βαριές καταγγελίες από τους Αντιπροέδρους του ΣτΕ
Αυτή η ανακοίνωση πυροδότησε τις εξελίξεις και τις παραιτήσεις των δύο Αντιπροέδρων, οι οποίοι εγκαλούν τους επικεφαλής της Ένωσης ότι λειτούργησαν ως «Γραφείο Τύπου» του κ. Σακελλαρίου.
Κυρίως όμως, οι δύο Αντιπρόεδροι υποστηρίζουν ότι η αναβολή της διάσκεψης της Ολομέλειας δεν είναι τίποτα άλλο από «αρνησιδικία», όπως προκύπτει από την άποψη που δέχεται ότι το ΣτΕ «αντί να διασκεφθεί και να εκδώσει απόφαση επί οποιασδήποτε υποθέσεως ανεξαρτήτως της φύσεως της, είναι σκόπιμο να αναβάλει επ΄ αόριστον τη διάσκεψη του με την επίκληση ενός κάποιου κλίματος (το οποίο το δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει)» και προσθέτουν ότι η ανακοίνωση αποτελεί ατόπημα που πλήττει καίρια το θεσμικό ρόλο του της Ένωσης του ΣτΕ και «σηματοδοτεί αλλαγή στη μακροχρόνια πορεία της από ανεξάρτητο όργανο έκφρασης του συνόλου των μελών του ΣτΕ σε διοικητική υπηρεσία».
Υπογραμμίζουν δε στις επιστολές τους ότι η Ένωση για πρώτη φορά στην ιστορία της «μετατράπηκε ουσιαστικά σε γραφείο Τύπου του προέδρου του ΣτΕ» και ότι - παραγνωρίζοντας τον θεσμικό της ρόλο - «εξέφρασε γνώμη για ζήτημα, το οποίο ούτε είχε θεσμικά τη δυνατότητα να γνωρίζει ως συλλογικό όργανο (πως δηλαδή, υπό ποιες συνθήκες και για ποιο πραγματικά λόγο διακόπηκε μια διάσκεψη), ούτε ανήκει στις αρμοδιότητες της».
Οι δύο Αντιπρόεδροι επισημαίνουν ακόμη ότι, με την ανακοίνωση της, η Ένωση προκατέλαβε την άποψη για το θέμα αυτό, όσων (πλην του προέδρου της) εκ των μελών της Ένωσης μετείχαν στη διάσκεψη και ενδεχομένως έχουν άλλη άποψη για τη διακοπή της διάσκεψης» και ότι «ακόμη χειρότερα, αποδοκιμάζει ως ψευδή, «όσα αντίθετα αναφέρονται στον Τύπο», με βάση όχι τη δική της αντίληψη για τα πράγματα, αλλά την ανακοίνωση του πρόεδρου του δικαστηρίου, μετατρέποντας ουσιαστικά την Ένωση, για πρώτη φορά, σε γραφείο Τύπου του προέδρου του δικαστηρίου».
Στην επιστολή τους αναφέρουν ακόμη ότι με την ανακοίνωση της, «δημιουργείται σαφώς η εντύπωση ότι η Ένωση θεωρεί ότι ήταν επαρκής λόγος για τη διακοπή της διάσκεψης η δημιουργία κλίματος δημοσίων αντεγκλήσεων» και εκεί «βρίσκεται το μεγαλύτερο ατόπημα, διότι αφορά την ίδια την λειτουργία του θεσμού».
Ερωτήματα από τις «αρνήσεις» του κ. Σακελλαρίου
Κατά την επίμαχη διάσκεψη της περασμένης Παρασκευής, ο κ. Σακελλαρίου, σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, αρνήθηκε να δώσει στους δικαστές που συμμετείχαν στη διάσκεψη την προεισήγηση των βοηθών του εισηγητή της υπόθεσης Γιώργου Παπαγεωργίου.
Η προεισήγηση είναι εκτενής και δίνει την πλήρη εικόνα της υπόθεσης για την οποία πρόκειται να διασκεφτούν, καταγράφοντας αναλυτικά όλα τα νομικά δεδομένα, τη νομολογία του ΣτΕ, κ.λπ. και περιλαμβάνει πρόταση προς τα μέλη της διάσκεψης για το αν πρέπει να γίνουν δεκτές ή όχι οι αιτήσεις ακύρωσης και για ποιους λόγους. Με βάση τις προεισηγήσεις και τα όσα ελέχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία, οι δικαστές κατά τη διάσκεψη αποφασίζουν και ψηφίζουν.
Παρασκευόπουλος: ισχύει ότι για όλες τις δίκες
Σε δήλωση του ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, αναφέρει «σε σχέση με την εξέλιξη της δίκης για τις τηλεοπτικές άδειες στο Συμβούλιο της Επικρατείας επισήμανα ό,τι προκύπτει γενικώς από την έννομη τάξη για την ανάγκη προόδου κάθε δίκης και ως προς τη ματαίωση μιας συζήτησης. Την ίδια θέση πιστεύω ότι ενστερνίζονται και ο Πρόεδρος του ΣτΕ και το σύνολο των δικαστών και των πολιτών που προσδοκούν μια ανεξάρτητη και αποτελεσματική δικαιοσύνη».
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Πρόεδρος του ΣτΕ για την άρνησή του να δώσει τις προεισηγήσεις επικαλέστηκε ότι υπάρχει φόβος διαρροής του περιεχομένου τους στον Τύπο από τους Συμβούλους Επικρατείας, κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Συμβούλων, με τον κ. Σακελλαρίου να δεσμεύεται ότι τελικώς θα τους εγχειρίσει τις προεισηγήσεις.
Σκληρή κόντρα για την Δικαιοσύνη
«Εδώ και καιρό η Νέα Δημοκρατία επανειλημμένα έχει εκφράσει την έντονη ανησυχία και τον προβληματισμό της για την κατάσταση που επικρατεί στην Ελληνική Δικαιοσύνη. Για τις σοβαρές δυσλειτουργίες, τις περίεργες μεθοδεύσεις και τις απαράδεκτες κυβερνητικές παρεμβάσεις σε αυτήν», αναφέρει σε ανακοίνωση του ο Γιώργος Κουμουτσάκος, συμπληρώνοντας «η σημερινή παραίτηση δύο Αντιπροέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας από μέλη της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, επιβεβαιώνει και ενισχύει ακόμα περισσότερο τις έντονες αυτές ανησυχίες μας. Ανησυχίες που για ακόμα μία φορά υπογράμμισε ο Πρόεδρος του Κόμματος, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, με τη χθεσινή δημόσια παρέμβασή του. Είναι θέμα δημοκρατικής ευθύνης και καθήκοντος για τη Νέα Δημοκρατία να μην επιτρέψει οποιασδήποτε μορφής υπονόμευση της ανεξαρτησίας της Ελληνικής Δικαιοσύνης».
Άμεση ήταν η απάντηση στην Νέα Δημοκρατία από το Μαξίμου. Σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού αναφέρεται ότι «η ακαριαία αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας στην παραίτηση δύο δικαστικών από την Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, αλλά και τα όσα ανέφερε εχθές στην ομιλία του ο κ. Μητσοτάκης, καθιστούν σαφές, ακόμα και στον πλέον ανυποψίαστο πολίτη, το ποιος προσπαθεί, με κάθε μέσον και τρόπο, να επηρεάσει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης».
«Η επιβεβαίωση, μέσω των καταγγελιών τους, ότι η ματαίωση της Διάσκεψης του ΣτΕ για την αδειοδότηση των καναλιών, αποτελεί μορφή ¨αρνησιδικίας¨, αναδεικνύει ακόμα περισσότερο την κρίση στην οποία έχει περιέλθει η Δικαιοσύνη από κάθε είδους εξωτερικές παρεμβάσεις. Οι Έλληνες δικαστές πρέπει να προστατεύσουν το κύρος και το ρόλο τους μακριά από κάθε πολιτική σκοπιμότητα. Η Δικαιοσύνη είναι θεσμός της Δημοκρατίας και όχι αντικείμενο χειραγώγησης από τον Πρωθυπουργό και τους εντεταλμένους Υπουργούς και άλλους ¨παράγοντες¨ της Κυβέρνησης», δήλωσε ο Θεόδωρος Παπαθεοδώρου, εκ μέρους της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Σε ανακοίνωση του, με τίτλο «η Δικαιοσύνη δεν είναι παράρτημα της κυβέρνησης», Το Ποτάμι υπογραμμίζει ότι οι παραιτήσεις και οι καταγγελίες των δύο Αντιπροέδρων του ΣτΕ «αποδεικνύουν ότι η κατάσταση στη Δικαιοσύνη έχει γίνει θεσμικά επικίνδυνη. Οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πρέπει να σταματήσουν τις πιέσεις και πρέπει να καταλάβουν ότι η Δικαιοσύνη δεν είναι και δεν θα γίνει παράρτημα της εξουσίας τους».
Για «Κυβέρνηση-ολετήρα που καταρρακώνει το κύρος της Δικαιοσύνης» κάνει λόγο ο ανεξάρτητος βουλευτής Χάρης Θεοχάρης, σημειώνοντας ότι «η παραίτηση των δύο Αντιπροέδρων του ΣτΕ και οι σοβαρότατες καταγγελίες στις οποίες προέβησαν, κλονίζουν συθέμελα το Κράτος Δικαίου και καταδεικνύουν τις εγκληματικές ευθύνες της Κυβέρνησης στην υπόθεση -όνειδος των τηλεοπτικών αδειών».