Συστάσεις ΔΝΤ για αφορολόγητο, αγορά εργασίας και “κόκκινα” δάνεια
Του Νίκου Ρογκάκου
Μπορεί η πρώτη Μεταπρογραμματική Έκθεση του ΔΝΤ να μην είναι τόσο αιχμηρή, όπως οι προηγούμενες, όμως επιμένει σαφώς σε πολλά θέματα, όπως η μείωση του αφορολογήτου, το θέμα του κατώτατου μισθού και τα κόκκινα δάνεια.
Η Έκθεση του Ταμείου, που αναμένεται να συζητηθεί και στο Eurogroup της Δευτέρας, ενοχλεί καθώς περιέχει συστάσεις που αγγίζουν «ευαίσθητες» χορδές, όπως για παράδειγμα η μείωση του αφορολογήτου. Μετά από την Έκθεση της Κομισιόν, που έδειξε ότι η προγραμματισμένη μείωση του αφορολογήτου από 1/1/2020 χαρακτηρίζεται από τους Ευρωπαίους ως διαρθρωτική φορολογική μεταρρύθμιση άρα η αντιμετώπιση δεν είναι ανάλογη με αυτή της μείωσης των συντάξεων, έρχεται το ΔΝΤ για να συνυπογράψει.
Δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να κάνει διαφορετικά, καθώς το Ταμείο ήταν αυτό που επέμεινε και τελικά πέρασε το «ψαλίδισμα» του αφορολογήτου κατά 3.000 ευρώ, ως μέτρο όχι μόνο δημοσιονομικό αλλά και αναπτυξιακό.
Αυτό ακριβώς επαναλαμβάνει στη νέα του Έκθεση, σημειώνοντας ότι η «η κυβέρνηση θα πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα την μείωση των συντελεστών φορολογίας σε μισθούς και κέρδη, η οποία θα χρηματοδοτηθεί από την -προγραμματισμένη για την επόμενη χρονιά- διεύρυνση της φορολογικής βάσης στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων».
Η δεέτερη παρατήρηση που ενοχλεί στοχεύει στην αύξηση του κατώτατου μισθού, την οποία, άλλωστε, δεν έχουν «χωνέψει» καλά- καλά ούτε οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι σύμφωνα με πληροφορίες περιμένουν τα στοιχεία της απασχόλησης- ποσοτικά και ποιοτικά- των επόμενων μηνών, προκειμένου να διαπιστώσουν αν επιβεβαιώνονται οι ανησυχίες τους. «Η περισσότερη ευελιξία θα βοηθούσε την άμβλυνση τυχόν αρνητικών επιδράσεων στην ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση από μισθολογικές πιέσεις, οι οποίες υπερβαίνουν την αύξηση της παραγωγικότητας και από την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού», παρατηρεί το ΔΝΤ, το οποίο θεωρεί ότι γενικά οι αγορές εργασίας και προϊόντων παραμένουν υπερρυθμισμένες, δεδομένων των αναγκών της ελληνικής οικονομίας.
Το τρίτο πεδίο κριτικής δεν είναι άλλο από τις αναφορές στο θέμα των «κόκκινων» δανείων και ειδικά του νέου πλαισίου προστασίας για την α’ κατοικία, που φαίνεται ότι έχει «κολλήσει» στη μελέτη επιπτώσεων για τους ισολογισμούς των τραπεζών. Κάποιος… κακεντρεχής, θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι το ΔΝΤ θα ήθελε να επιβεβαιωθεί για την πρόβλεψη του ότι οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν κάποιες κεφαλαιακές «ενέσεις». Στην Τράπεζα της Ελλάδας αλλά και στο υπουργείο Οικονομικών έχουν κάθε λόγο να του επιστρέψουν ως άκυρη αυτήν την πρόβλεψη…
Η Κυβέρνηση θέλει αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ
Το οικονομικό επιτελείο έχει δύο σοβαρούς λόγους για να ξεφορτωθεί τα δάνεια του ΔΝΤ όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Ο πρώτος είναι ότι στοιχίζουν πολύ ακριβά και συγκεκριμένα γύρω στο 4,9% τα 4-5 δις εξ αυτών, όταν τα δάνεια του Ευρωμηχανισμού κινούνται στο 1%. Ο δεύτερος είναι ότι θα απαλλαγεί από τις ενοχλητικές συστάσεις και παρατηρήσεις, όπως αυτές που περιλαμβάνει η πρώτη Έκθεση Μεταπρογραμματικής Παρακολούθησης.
Παρ’ ότι το ΔΝΤ δεν έχει κάποιου είδους χρηματοδοτικό πρόγραμμα- τα τελευταία ποσά που εκταμίευσε ήταν το καλοκαίρι του 2014- με την Ελλάδα, τα συμπεράσματα του για την ελληνική οικονομία πάντα τραβάνε την προσοχή και τυγχάνουν ιδιαίτερης επεξεργασίας από τις αγορές, αν και η τελευταία μάλλον «χλιαρή» Ανάλυση Βιωσιμότητας του ελληνικού Χρέους, δείχνει ότι το Ταμείο έχει επιλέξει να χρησιμοποιεί πιο διπλωματική γλώσσα. Η ουσία είναι ότι τα… χρωστούμενα των περίπου 9 δις ευρώ, του δίνουν- εκ του Καταστατικού του- τη δυνατότητα να «συμβουλεύει» τις Ελληνικές Αρχές.