ΕΚΤ: τίτλοι τέλους για το waiver στις 21 Αυγούστου
Την κατάργηση του waiver από τις 21 Αυγούστου, με τη λήξη δηλαδή του προγράμματος προσαρμογής, ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως είχε προαναγγείλει ο πρόεδρός της, Μάριο Ντράγκι.
Σύμφωνα με την απόφαση της ΕΚΤ, την οποία υπογράφει ο κ. Ντράγκι, «το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε ότι από τις 21 Αυγούστου 2018 θα πρέπει στα εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εκδίδει ή εγγυάται πλήρως η Ελληνική Δημοκρατία να εφαρμόζονται τα ενιαία κριτήρια και τα ελάχιστα όρια πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ευρωσυστήματος και ότι τα εν λόγω χρεόγραφα θα υπόκεινται στις ενιαίες περικοπές αποτίμησης που καθορίζονται στην κατευθυντήρια γραμμή (Ε.Ε.) 2016/65 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας».
Στην απόφαση τονίζεται επίσης ότι «από τις 21 Αυγούστου 2018 η Ελληνική Δημοκρατία δεν μπορεί να θεωρείται κράτος μέλος της ζώνης του ευρώ που τελεί υπό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης/του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 2 της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2014/31, θα παύσουν να πληρούνται από την εν λόγω ημερομηνία οι όροι για την προσωρινή αναστολή των ελάχιστων ορίων πιστοληπτικής διαβάθμισης του Ευρωσυστήματος όσον αφορά εμπορεύσιμα χρεόγραφα που εκδίδει ή εγγυάται πλήρως η Ελληνική Δημοκρατία».
Το waiver, δηλαδή η κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του ευρωσυστήματος, επέτρεπε στις ελληνικές τράπεζες να έχουν πρόσβαση στον φθηνό δανεισμό της ΕΚΤ.
Τραπεζίτες εκτιμούν ότι οι άμεσες συνέπειες θα είναι περιορισμένες στο μέτωπο της ρευστότητας. Κι αυτό διότι η ρευστότητα που έχει αντλήσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από τους εν λόγω τίτλους ανέρχεται μόλις σε 3,5 δισ. ευρώ.
Τραπεζικές πηγές υπογραμμίζουν ότι τα ενέχυρα που θα επιστρέψουν στις τράπεζες μπορούν δυνητικά να τοποθετηθούν στην αγορά repos και η ρευστότητα που θα μπορούσε να αντληθεί αναμένεται να είναι μεγαλύτερη καθώς η ΕΚΤ έκανε τους έκανε αποδεκτούς με υψηλό haircut.
Ωστόσο, το πρόβλημα που μπορεί να ανακύψει συνδέεται με την βραδεία αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας από τους ξένους οίκους αξιολόγησης, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και κατ` επέκταση τις τράπεζες.