Μείωση φόρων και εισφορών με τα υπερπλεονάσματα ζητά ο ΣΕΒ
Να αξιοποιηθούν τα υπερπλεονάσματα του προϋπολογισμού για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και εργοδοτών ώστε να ενισχυθούν η απασχόληση, το διαθέσιμο εισόδημα και να αντιμετωπιστεί το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας προτείνει ο ΣΕΒ με το εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
Τάσσεται πάντως υπέρ της μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων, υποστηρίζοντας ότι έτσι αντιμετωπίζονται τα αυξανόμενα ελλείμματα του συνταξιοδοτικού συστήματος στο μέλλον λόγω της ταχείας γήρανσης του πληθυσμού και επιπλέον διευρύνεται η φορολογική βάση, ώστε να διαμοιράζεται το φορολογικό βάρος σε περισσότερους φορολογούμενους (να πληρώνουν όλοι από λίγα και όχι λίγοι από πολλά) και να ανταμείβεται η συμμετοχή των ατόμων υψηλών δεξιοτήτων και προσόντων στην αγορά εργασίας.
«Η υπερφορολόγηση και η υπερπροοδευτικότητα των φορολογικών συντελεστών προκαλούν στρεβλώσεις», τονίζει ο Σύνδεσμος, «καθώς οδηγούν την οικονομική δραστηριότητα σε χαμηλότερα επίπεδα (χαμηλές επενδύσεις, χαμηλή απασχόληση), στην παρανομία (αδήλωτη εργασία, φοροδιαφυγή, λαθρεμπόριο), και στο εξωτερικό (brain drain, οικονομική μετανάστευση επιχειρήσεων). Οι τάσεις αυτές μπορούν να ανατραπούν με προσεκτικές και σταδιακές μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικών συντελεστών και μείωση της υπερπροοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος, όχι γιατί έτσι ωφελούνται οι πλούσιοι, το κεφάλαιο κλπ., αλλά γιατί έτσι εξυπηρετείται η αξιοκρατία και αμείβεται η επιχειρηματική επιτυχία και η επαγγελματική προσπάθεια, ενώ δημιουργούνται και περισσότεροι πόροι για αποταμίευση και επενδύσεις».
Αναλύοντας τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου για την απασχόληση στο Δημόσιο την περίοδο 2018-2022 ο ΣΕΒ εκτιμά ότι το πλήθος των υπαλλήλων θα μειωθεί, ωστόσο η δαπάνη για μισθούς θα αυξηθεί κατά 1,2 δισ. γεγονός που οφείλεται κυρίως σε αυξήσεις αμοιβών παρά την αποχώρηση υψηλόμισθων και την πρόσληψη χαμηλόμισθων νεοεισερχόμενων υπαλλήλων.
Ο ΣΕΒ ζητά εξάλλου να επαναξιολογηθούν από μηδενική βάση τα ελλείμματα των τομέων του κράτους που χρηματοδοτεί ο προϋπολογισμός, νομικών προσώπων (- 1,7 δισ.), νοσοκομείων (- 1,2 δισ.), οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (- 3,9 δισ.) και του κοινωνικού προϋπολογισμού (- 14,9 δισ.) με σκοπό τη μείωση του φορολογικού βάρους της οικονομίας.
«Τα ελλείμματα αυτά», καταλήγει ο ΣΕΒ, «δεν μπορούν να εξαφανισθούν, αλλά μπορούν κάλλιστα να περιορισθούν. Πρέπει να βρεθεί μια νέα ισορροπία, ώστε να μην αναγκάζεται το κράτος να καλύπτει αδυναμίες διοικήσεων και διαφυγούσες ευκαιρίες εσόδων (π.χ. στα νοσοκομεία, που δεν υπάρχει λόγος να μην βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους και να χρεώνουν τους πελάτες κάποιου εισοδηματικού επιπέδου, σε ανταγωνισμό με τα ιδιωτικά νοσοκομεία). Δεν υπάρχει λόγος να μην αυξήσουν τα έσοδα τους οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, προσφέροντας υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας στους πολίτες (και κίνητρα στους επενδυτές), πέραν των καλοκαιρινών φεστιβάλ και των ποδηλατοδρόμων, χωρίς καν να έχουν λύσει τα ζητήματα της βρεφονηπιακής φροντίδας και των απορριμμάτων. Και, βεβαίως, στα νομικά πρόσωπα, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στις διοικήσεις να διερευνήσουν τις ευκαιρίες προσπορισμού εσόδων και περιορισμού του κόστους λειτουργίας με υπεργολαβίες στον ιδιωτικό τομέα, όπου αυτό είναι θεμιτό».