ΤτΕ: Παράθυρο για ενιαία “bad bank”
Τη δυνατότητα δημιουργίας «Bad Bank» στο πλαίσιο της έντασης των προσπαθειών διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και τον «λογαριασμό» στα περίπου 5 δισ. ευρώ, αναφέρει η Ετήσια Έκθεση του διοικητή της ΤτΕ για το 2017. Ειδικότερα, όπως γράφει η εφημερίδα Ναυτεμπορική, η έκθεση σημειώνει ότι «θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε έναν ή περισσότερους κεντρικούς φορείς», μετά και τις επισημάνσεις από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές.
Παράλληλα στα 4 με 5 δισ. ευρώ εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος τις πρόσθετες προβλέψεις που θα αναγκαστούν να σχηματίσουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, λόγω της εφαρμογής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9 (ΔΠΧΑ 9/IFRS9). Ειδικότερα, στην έκθεση για το 2017, η ΤτΕ εκτιμά ότι η επίπτωση του IFRS 9, το οποίο έχει τεθεί σε εφαρμογή από τις αρχές του 2018, διαμορφώνεται στο προαναφερθέν ποσό και θα επιμεριστεί σε διάρκεια πέντε ετών.
Μείωση NPEs
Επίσης, τη σημαντική επιτάχυνση του ρυθμού μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κατά το τέταρτο τρίμηνο του έτους διαπιστώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, με το συνολικό χαρτοφυλάκιο να διαμορφώνεται σε περίπου 95 δισ. ευρώ στα τέλη του 2017, έναντι 100,4 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2017.
Όπως ανέφερε και στην ομιλία του ο κ. Γ. Στουρνάρας, ο οποίος τόνισε ότι δεν είναι κακό να υπάρχει προληπτική πιστωτική γραμμή μετά το τέλος του μνημονίου, το 2017 παρατηρήθηκε αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ως αποτέλεσμα της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας και της σταδιακής ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού προς το τραπεζικό σύστημα.
Περαιτέρω, η επιβράδυνση της πιστωτικής επέκτασης κατά τα χρόνια της κρίσης φαίνεται να μην είναι τόσο έντονη πλέον. Τα τραπεζικά επιτόκια καταθέσεων εξακολούθησαν να μειώνονται, με χαμηλότερο όμως ρυθμό, και τα επιτόκια τραπεζικού δανεισμού για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις συνέχισαν να αποκλιμακώνονται.
Η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αποτελεί το κρισιμότερο πρόβλημα που η κρίση κληροδότησε στις τράπεζες και που αυτές καλούνται σήμερα να αντιμετωπίσουν, προκειμένου να εξυγιανθεί πλήρως το δανειακό χαρτοφυλάκιό τους και να καταστεί έτσι δυνατή η αύξηση της τραπεζικής χρηματοδότησης, τονίζει ο κ. Γ. Στουρνάρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί ως προς την απομάκρυνση των εμποδίων για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και ειδικότερα η επίπτωση από την έναρξη των πρώτων ηλεκτρονικών πλειστηριασμών στη συμπεριφορά των στρατηγικών κακοπληρωτών αποτέλεσε έναν από τους βασικούς παράγοντες για τη θετική εικόνα του τέταρτου τριμήνου.
Όπως τονίζει, οι τράπεζες ακολουθούν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για τον προοδευτικό περιορισμό του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, με στόχο τη μείωση του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μεταξύ Ιουνίου 2017 και Δεκεμβρίου 2019 περίπου κατά 37%. Εξάλλου, η κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων με συσσωρευμένες προβλέψεις είναι ικανοποιητική και η τιμή του δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) ήταν τον Σεπτέμβριο του 2017 στο 17,1%, υψηλότερη του μέσου όρου της Ε.Ε. (15%).
Στο αμέσως προσεχές διάστημα, οι τράπεζες πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, οι οποίοι για τα επόμενα δύο έτη είναι υψηλοί και φιλόδοξοι, αλλά εφικτοί, ιδίως τώρα που η οικονομία έχει επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Οι τράπεζες επιβάλλεται να διευρύνουν το ταχύτερο δυνατόν τις λύσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες και να προχωρήσουν στη λήψη πιο δραστικών αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά τις ενέργειες αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, τη συντονισμένη αντιμετώπιση των οφειλετών με πολλαπλούς πιστωτές, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις.
Μετά τη δημοσίευση σχετικών κατευθύνσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταβίβασης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων σε έναν ή περισσότερους κεντρικούς φορείς που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν για τον σκοπό αυτό. Επίσης, οι τράπεζες θα πρέπει να αναθεωρήσουν το επιχειρησιακό τους σχέδιο, δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη νέων εργασιών και στην περαιτέρω περιστολή του λειτουργικού τους κόστους.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θετικό παραμένει το γεγονός ότι οι τράπεζες εφαρμόζουν πλέον κατά πρώτο λόγο λύσεις ρυθμίσεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, αν και στην πλειονότητα των περιπτώσεων επιλέγεται μόνο η λύση της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής, και δευτερευόντως οριστικής διευθέτησης, με έμφαση στη διαγραφή δανείων. Οι δύο αυτές κατηγορίες ρυθμίσεων συνεχίζουν να αντιπροσωπεύουν μερίδιο επί του συνόλου των λύσεων ελαφρώς άνω του 60%.
ΔΗ.ΣΥ: αυτοί που μας λοιδορούσαν τώρα αποδέχονται την πρόταση μας
Ο επικεφαλής επικεφαλής του Τομέα Ανάπτυξης της Κ.Ο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, σχολιάζοντας με τα σχέδια της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για τη δημιουργία “bad bank”, δήλωσε:
Στις 4 Απριλίου 2017, η Δημοκρατική Συμπαράταξη κατέθεσε και παρουσίασε την πρότασή της για την διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων, προτείνοντας, μεταξύ άλλων, και την δημιουργία “bad bank”. Η πρότασή μας συζητήθηκε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο και υιοθετήθηκε μάλιστα από το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ECOFIN) της 11ης Ιουλίου 2017.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε, στις 28 Απριλίου 2017, τον νόμο για τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια, παραδίδοντάς τα στα funds – τα «κοράκια», όπως έλεγε όταν ήταν αντιπολίτευση. Η ΝΔ δεν είχε καμία ουσιαστική αντιπρόταση. Δυστυχώς, κάποιοι άλλοι λοιδόρησαν την πρόταση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
Σήμερα, που φαίνεται πως η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να αποδέχεται την πρότασή μας, και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας μιλά ανοιχτά για τη δημιουργία “bad bank”, η πρόταση αυτή πρέπει άμεσα να εφαρμοσθεί, προς όφελος των ελληνικών επιχειρήσεων και της οικονομίας.