Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: το κοινωνικό μέρισμα ακυρώνεται από την υψηλή φορολογία
Την επιμονή της κυβέρνησης να εμφανίζει στον προϋπολογισμό υψηλότερα πρωτογενή πλεόνασμα ακόμη και από τον ήδη εξαιρετικά υψηλό μνημονιακό στόχο (3,8% έναντι 3,5%) στηλιτεύει στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Στην έκθεση που συνέταξε με αφορμή την κατάθεση του προϋπολογισμού στη Βουλή υποστηρίζει ότι αυτή η τακτική «συνεπάγεται υπερβολική λιτότητα και επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη».
Σε ότι αφορά τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος, υπογραμμίζεται ότι ναι μεν έχει κοινωνική διάσταση, αλλά αυτή ακυρώνεται από άλλα μέτρα που περιλαμβάνει ο Προϋπολογισμός του 2018.
«Τη γενική στόχευση ως προς την κοινωνική διάσταση υπηρετεί μεν η εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης και η διανομή του “κοινωνικού μερίσματος”, αλλά αυτήν ακριβώς αντιστρατεύονται άλλα μέτρα που προβλέπει το ίδιο το Σχέδιο Προϋπολογισμού (π.χ. η σαφής προτίμηση υπέρ των έμμεσων φόρων, ειδικά όσο οι έμμεσοι φόροι δεν χρηματοδοτούν αναδιανεμητικές μεταβιβάσεις, η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών στα νησιά, η μείωση του επιδόματος θέρμανσης κ.α».
Αυστηρή κριτική ασκείται και για τη φορολογική πολιτική. «Το Σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2018 συνεχίζει τη φοροκεντρική προσαρμογή για την επίτευξη του στόχου ως προς ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ σύμφωνα με το τρέχον πρόγραμμα. Η συντριπτική υπεροχή της στάθμισης των παρεμβάσεων στα φορολογικά έσοδα σε σχέση με τις συνολικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις βασίζονται κυρίως σε αυξήσεις φορολογικών εσόδων παρά σε μόνιμες περικοπές πρωτογενών δαπανών».
Ειδικότερα όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στην έκθεση, «η επιστημονική επιτροπή του Γραφείου εκφράζει την ανησυχία της για την επίμονη επιδίωξη υψηλότερων του στόχου (και των δεσμεύσεων της χώρας) πρωτογενών πλεονασμάτων» επισημαίνεται στην εισαγωγή της έκθεσης και προστίθεται.
«Προφανώς συνεπάγονται υπερβολική λιτότητα και επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη. Όμως επηρεάζουν και τα διαπραγματευτικά περιθώρια της χώρας, επιτρέπουν στην κυβέρνηση να διοχετεύσει πόρους σε στόχους που έχουν για την ίδια πολιτική προτεραιότητα και οδηγούν στη δημιουργία ταμειακών αποθεμάτων, ιδίως για τη μεταβατική περίοδο μετά τη λήξη του Μνημονίου».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού και η διάψευση των κυβερνητικών μύθων
«Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής έρχεται να καταρρίψει τους κυβερνητικούς μύθους και επιβεβαιώνει, με τον πλέον επίσημο τρόπο, την κριτική που ασκήσαμε στον προϋπολογισμό των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για το 2018. Η επιστημονική επιτροπή του Γραφείου εκφράζει την ανησυχία της για την επίμονη επιδίωξη υψηλότερων του στόχου (και των δεσμεύσεων της χώρας) πρωτογενών πλεονασμάτων, επισημαίνοντας ότι «συνεπάγονται υπερβολική λιτότητα και επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη». Καλεί μάλιστα την κυβέρνηση να επανεξετάσει αν είναι σκόπιμο να υπερβαίνει τα προβλεπόμενα πρωτογενή πλεονάσματα «αφού χρηματοδοτούνται κυρίως μέσω φόρων». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: οι πολύ υψηλοί φορολογικοί συντελεστές -κυρίως στην εργασία αλλά και στο κεφάλαιο και στην κατανάλωση- οδηγούν σε σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά, δηλαδή σε μειωμένα κίνητρα για εργασία, κατανάλωση και επενδύσεις, αλλά και σε αύξηση της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής που με τη σειρά τους οδηγούν σε ένα φαύλο κύκλο μειωμένων ρυθμών ανάπτυξης και συνεπώς εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού. Εκφράζονται, δε, αμφιβολίες για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων του 2018, όπως ακριβώς έγινε και με τον στόχο για το 2017, που οι αισιόδοξες προβλέψεις διαψεύστηκαν παταγωδώς. Οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνηθίζουν αντί να ακούνε την κριτική, να στοχοποιούν αυτούς που την ασκούν. Ακόμη και όταν αποδεικνύεται ότι έχουν δίκιο», αναφέρει σε ανακοίνωση του Το Ποτάμι.