Το σκληρό “μοντέλο Δανίας” στα εργασιακά θέλουν οι δανειστές
Του Νίκου Ρογκάκου
Το σκληρό Δανικό μοντέλο επιθυμούν οι Θεσμοί στα εργασιακά, που προβλέπει την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.
Αυτό αποκαλύπτει η έκθεση του Προϋπολογισμού της Βουλής. Μεταξύ άλλων οι δανειστές, όπως αποκαλύπτεται από την τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής θέλουν:
-Κατάργηση των τριετιών-προσαυξήσεων λόγω εμπειρίας στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα
-επικράτηση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών και
-αύξηση του ποσοστού επιτρεπόμενων ομαδικών απολύσεων από 5% σε 10% προτείνουν
Ποιο είναι το «μοντέλο Δανίας»
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά αυτού του μοντέλου που θέλουν να φέρουν οι θεσμοί, έχει ως κυριότερα χαρακτηριστικά:
-το απορρυθμισμένο θεσμικό πλαίσιο προστασίας της απασχόλησης,
-οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης,
-η δια βίου μάθηση και
- ο κοινωνικός διάλογος. Πρόκειται για ένα μοντέλο το οποίο επιτρέπει την αριθμητική, λειτουργική ευελιξία αλλά και την ευελιξία των μισθών με την ταυτόχρονη παροχή κοινωνικών επιδομάτων.
Στο δανικό μοντέλο το «μυστικό» είναι η κινητικότητα της εργασίας, είναι το κύριο συστατικό του μοντέλου αυτού το όποιο όμως συνοδεύεται από ένα περιεκτικό δίκτυ ασφαλείας για τους ανέργους, ενώ είναι προϊόν κοινωνικού διαλόγου.
Το 25% των εργαζόμενων είναι νεοεισερχόμενοι, ενώ περίπου τα 2/3 προέρχονται από άλλη εργασία. Υπάρχει και ένα ποσοστό εργαζομένων που κάποια στιγμή είτε μένουν άνεργοι είτε λαμβάνουν κάποια βοήθεια, όμως μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα επανεντάσσονται στην αγορά εργασίας ή παρακολουθούν κάποιο πρόγραμμα ενεργητικής πολιτικής.
Το κόστος των ενεργητικών πολιτικών είναι υψηλό αλλά έχει θετικά αποτελέσματα γεγονός που αποδεικνύεται από το χαμηλό ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας. Και το ερώτημα είναι: πού θα βρεθούν στην Ελλάδα τα κονδύλια γι’ αυτό το δίχτυ προστασίας;
Οι απαιτήσεις των δανειστών, όπως περιγράφονται σε εσωτερικό έγγραφο που κοινοποιήθηκε στο Eurogroup με την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, είναι ξεκάθαρες και έρχονται στο φως μέσω της Έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής:
-Οι θεσμοί υποστηρίζουν την επέκταση του πεδίου των επιχειρησιακών συμβάσεων (μισθοί και απασχόληση) διότι βοηθούν τις επιχειρήσεις να προσαρμοστούν σε περιόδους οικονομικής δυσχέρειας ή προσαρμογής. Η μεταρρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων συμβάλλει, σύμφωνα με τους θεσμούς, στην ευελιξία των επιχειρήσεων προκειμένου να προσαρμόσουν το εργασιακό κόστος μέσω των τιμών και όχι μέσω των απολύσεων.
-Στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις αποτυγχάνουν, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα προσφυγής τόσο των εργοδοτών όσο και των εργαζομένων. Σε κάθε περίπτωση κατά τη διαδικασία της διαιτησίας θα λαμβάνονται υπόψιν οικονομικά κριτήρια που αφορούν στην εκάστοτε επιχείρηση, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί στον κλάδο των επιχειρήσεων, που συμμετέχουν στην διαδικασία διαιτησίας. Η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής, σύμφωνα με τους θεσμούς, θα συνεχίζει να υφίσταται.
-Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ήταν προϊόν διμερούς διαπραγμάτευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Εφεξής όμως θα αποφασίζεται από το κράτος και από το 2017 και μετέπειτα θα αποτελεί ένα μοναδικό ποσό αναφοράς χωρίς να περιλαμβάνει τα επιδόματα ωρίμανσης. Ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να αναπροσαρμόζεται έτσι ώστε να συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης και στην μείωση της ανεργίας, ενισχύοντας ταυτόχρονα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
-Ως προς τις ομαδικές απολύσεις οι θεσμοί κρίνουν απαραίτητη την κατάργηση των περιορισμών και την αύξηση του ποσοστού του ορίου των απολύσεων από 5% σε 10%. Με αυτή την πρακτική μειώνονται οι κίνδυνοι μαζικής ανεργίας, όπως συνέβη στις επιχειρήσεις Ηλεκτρονική, Softex και Sprider, όπου εκατοντάδες εργαζόμενοι έχασαν την εργασία τους.
-Για το συνδικαλιστικό νόμο, οι θεσμοί υποστηρίζουν ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στη δομή και την οργάνωση των συνδικάτων, στην εξασφάλιση της εκπροσώπησης όλων των εργαζομένων, καθώς και την εφαρμογή της «ανταπεργίας» («lockout»). Τέλος, επισημαίνουν ότι θα ήταν χρήσιμη η δημιουργία μιας πλατφόρμας ηλεκτρονικής καταγραφής των μελών των συνδικάτων που θα μείωνε τη γραφειοκρατία και θα καταπολεμούσε πρακτικές εκμετάλλευσης.
-Οι κύριοι στόχοι της μεταρρύθμισης είναι η δημιουργία κινήτρων για προσλήψεις, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους μέσω της καταπολέμησης της αδήλωτης απασχόλησης, αλλά και της ενίσχυσης των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης, έτσι ώστε να ενσωματωθούν οι άνεργοι στην αγορά εργασίας ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την απασχολησιμότητα.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το ζητούμενο της μεταρρύθμισης των εργασιακών είναι η ευελιξία αλλά με την προστασία των εργαζόμενων, η οποία όμως δεν θα πρέπει να είναι υπέρμετρη γιατί δημιουργούνται στρεβλώσεις.
Το δυστύχημα για την Ελλάδα είναι ότι το περιβόητο «ευρωπαϊκό κεκτημένο» που επικαλείται συχνά- πυκνά ο υπουργός Εργασίας έχει υποστεί δραματικές αλλαγές στα χρόνια της κρίσης, ακόμα και σε χώρες με παραδοσιακό δίχτυ ασφαλείας, όπως η Γαλλία.
Κι επειδή η μείωση της απασχόλησης και η αύξηση της ανεργίας δεν είναι… ουρανοκατέβατες αλλά συνυφασμένες με την κρίση, η ευρωπαϊκή πολιτική που προσπάθησε αρχικά να απορρυθμίσει την αγορά εργασίας συνδέοντας την ευελιξία με την κοινωνική προστασία, αποτυγχάνοντας παταγωδώς στράφηκε στην ευελιξία με ασφάλεια της απασχόλησης, δηλαδή στο «flexinsurance», όπου ο εργοδότης καλείται να συμβάλει στην κοινωνική προστασία των εργαζομένων αναλογικά με το βαθμό ευελιξίας της σύμβασης εργασίας.