Οι “ενστάσεις” των πλειοδοτών για τις τηλεοπτικές άδειες
Του Κώστα Τσουρού
Ενστάσεις και επιφυλάξεις εκφράστηκαν στην συνάντηση των τεσσάρων πλειοδοτών στον πλειστηριασμό για τις τηλεοπτικές άδεις εθνικής εμβέλειας με τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, που είχε ως στόχο να συζητηθούν τα επόμενα βήματα για τη διαμόρφωση του νέου τηλεοπτικού περιβάλλοντος.
Επόμενος «κρίσιμος» σταθμός είναι η 16η Σεπτεμβρίου, ημέρα που στο Συμβούλιο της Επικρατείας συζητούνται τα ασφαλιστικά μέτρα που έχουν καταθέσει υποψήφιοι ζητώντας την ακύρωση του διαγωνισμού ως αντισυνταγματικού, αλλά και τον αποκλεισμό συγκριμένων διεκδικητών. Η 16η Σεπτεμβρίου είναι η ίδια ημέρα που, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, θα πρέπει να γίνει και η κυρωτική πράξη για τους οριστικούς πλειοδότες και να καταβληθεί η πρώτη από τις τρεις δόσεις του τιμήματος.
Η πλευρά των τεσσάρων πλειοδοτών έθεσε στους κυβερνητικούς παράγοντες τέσσερα καίρια ερωτήματα που περιμένουν απαντήσεις:
-να μην οριστικοποιηθεί ο πίνακας των πλειοδοτών και να μην καταβληθεί η α΄ δόση του τιμήματος πριν από τις 16 Σεπτεμβρίου, οπότε στο ΣτΕ συζητούνται τα ασφαλιστικά μέτρα
-να τροποποιηθεί ο νόμος για τη διαφήμιση, που τίθεται υπό κρατικό έλεγχο, καθώς εκτιμάται ότι είναι ασύμβατος με την ελεύθερη αγορά και απειλεί τη βιωσιμότητα των καναλιών
-να αποσαφηνιστεί πόσες θα είναι τελικά οι πάσης φύσεως άδειες που θα δοθούν στο μέλλον
-να υπογραφούν συμβάσεις του Δημοσίου με τον κάθε ένα ξεχωριστά, όπου θα αναφέρονται οι υποχρεώσεις των καναλιών αλλά και του Δημοσίου απέναντί τους
«Στον αέρα» εκατοντάδες εργαζόμενοι
Ο Υπουργός Επικρατείας δείχνει να μην συμμερίζεται τις ανησυχίες των πλειοδοτών και μολονότι τόνισε ότι οι συναντήσεις έγιναν σε κλίμα συναίνεσης, υποστήριξε ότι το χρονοδιάγραμμα και ο σχεδιασμός θα ακολουθηθούν ως έχουν.
«Στον αέρα» ωστόσο παραμένουν χιλιάδες εργαζόμενοι στους σταθμούς που δεν πήραν άδεια, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να αποτινάξει από πάνω της το πελώριο κύμα ανεργίας στον κλάδο που διακρίνεται στον ορίζοντα.
«Είναι απόλυτα λογικό να ανησυχούν οι εργαζόμενοι στους τηλεοπτικούς σταθμούς που δεν πήραν άδεια», δηλώνει στο Πρώτο Πρόγραμμα, ο Γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, Λευτέρης Κρέτσος, συμπληρώνοντας μόνο ότι «ο νόμος βάζει ένα όριο ελάχιστων εργαζομένων σε κάθε τηλεοπτικό σταθμό και υπάρχουν δύο νέα κανάλια, που σημαίνει ότι θα απορροφήσουν πολλούς εργαζόμενους».
Ζήτημα θεματικών καναλιών, που ήταν μια ελπίδα για πολλούς εργαζόμενους, προς ώρας δεν υπάρχει στον ορίζοντα της Κυβέρνησης, επανέλαβε ο Νίκος Παππάς, ο οποίος εκτίμησε ότι η χορήγηση των νέων αδειών στους πλειοδότες θα ολοκληρωθεί νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν.
Αδιάκοπο το πολιτικό σφυροκόπημα
Σε παράλληλο επίπεδο, συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό η πολιτική αντιπαράθεση, με τη Νέα Δημοκρατία να κάνει σαφές με κάθε ευκαιρία ότι αν έρθει στην εξουσία θα δώσει κι άλλες άδειες.
Αναφερόμενη στο θέμα των πλειοδοτών των αδεών, αλλά και στους εργαζόμενους υφιστάμενων σταθμών που δ πήραν άδεια, η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Εύη Καρακώστα, είπε στον ΒΗΜΑ FM ότι η Κυβέρνηση «δεν απολύει κανέναν. Ανοίγουνε καινούρια κανάλια, τα οποία θα πάρουν εργαζόμενους», ενώ αναφερόμενη στον επιχειρηματία Καλογρίτσα τόνισε ότι «ο νόμος λέει σαφώς ότι δεν μπορεί να έχει δημόσια έργα. Από δω και στο εξής λοιπόν, δεν μπορεί να έχει, δημόσιο έργο. Σε καμία περίπτωση. Βεβαίως δεν θα ξαναπάρει (σημ: έργο από το Δημόσιο), αφού λέει ο νόμος σαφώς ότι δεν μπορεί. Πώς θα πάρει; Αφού είναι σαφέστατο, το λέει ο νόμος.
Η Νέα Δημοκρατία επιμένει ότι ο νόμος Παππά για τις τέσσερις άδειες εθνικής εμβέλειας είναι αντισυνταγματικός και επαναλαμβάνει ότι όταν έρθει στην εξουσία θα δώσει και άλλες άδειες. Όπως τόνισε μιλώντας στον ΣΚΑΙ ο Νίκος Δένδιας «η ΝΔ έχει καθαρή θέση: λέμε ότι ο νόμος Παππά είναι απολύτως αντισυνταγματικός και η όλη διαδικασία έπρεπε να γίνει από το ΕΣΡ. Εμείς θα καταργήσουμε το νόμο και θα χορηγήσουμε και άλλες άδειες, και κατά συνέπεια θα υπάρξει και οικονομικό όφελος».
Ως την Παρασκευή αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος πόθεν έσχες των τεσσάρων πλειοδοτών, για τον οποίο 55 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσαν ερώτηση στη Βουλή αναζητώντας απαντήσεις για ποιο λόγο ο έλεγχος έπεται του διαγωνισμού και ζητώντας να μάθουν πώς και ποιοι τον κάνουν.