Μάρδας: Σχεδόν κανένα πρόβλημα στις εταιρείες από τα capital contol
Για επιτυχημένη διαχείριση των κεφαλαιακών περιορισμών κάνει λόγο ο υφυπουργός Εξωτερικών, Δημήτρης Μάρδας, σε άρθρο του, μέσω του οποίου απαντά σε όσους υποστηρίζουν ότι τα capital controls έκλεισαν μεγάλες επιχειρήσεις.
Ο κ. Μάρδας τονίζει ότι κακώς χρησιμοποιούνται τα capital controls ως αιτία κλεισίματος των εταιριών που δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν την αρνητική θέση της Επιτροπής Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών.
Παραδέχεται ότι τα capital controls έπληξαν τις λιανικές πωλήσεις, αλλά με την ενίσχυση της χρήσης του πλαστικού χρήματος η εικόνα στο λιανεμπόριο βελτιώνεται.
Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι με τη σταδιακή χαλάρωση των capitals controls οι εταιρίες και ιδίως οι εισαγωγικές, δεν αντιμετωπίζουν πλέον ιδιαίτερα προβλήματα.
Είχε άλλωστε προηγηθεί δημοσίευση στο Facebook, από τον κ. Μάρδα, της τραπεζικής κίνησης της Ηλεκτρονικής Αθηνών, θέλοντας να καταδείξει ότι, για την πτώχευση της εταιρίας δεν ευθύνονται τα capital controls.
Ολόκληρο το άρθρο του Δημήτρη Μάρδα:
Η θέσπιση τραπεζικής αργίας και η επιβολή περιορισμών στις διασυνοριακές πληρωμές και την κίνηση κεφαλαίων (Capital Controls) υπήρξαν αναγκαστικά μέτρα στις 28 Ιουνίου 2015 προκειμένου να διαφυλαχθεί η σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η κίνηση αυτή ήταν επιβεβλημένη μετά από την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) την ίδια ημέρα, να διακόψει τη χρηματοδότηση των τραπεζών (μέσω του παγώματος του μηχανισμού ELA).
Παρότι δεν υπήρχε πρόσφατη πρότερη εμπειρία επιβολής κεφαλαιακών περιορισμών στην χώρα μας, οι ενέργειες σε κυβερνητικό και υπηρεσιακό επίπεδο, τα βήματα ως προς την προοδευτική χαλάρωση των περιορισμών τους μήνες που ακολούθησαν και η υπεύθυνη συμπεριφορά επιχειρήσεων και νοικοκυριών, συνέβαλαν στον μετριασμό των επιπτώσεων, που επιφέρει στην οικονομία η εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου.
Από τα ανωτέρω δεν υπονοείται ότι ένα δυσάρεστο μέτρο, που προκάλεσε μια σοβαρή αναταραχή σε εταιρίες και νοικοκυριά, δεν είχε δυσμενείς επιπτώσεις ιδίως στις επιχειρήσεις. Η σταδιακή όμως χαλάρωση των capitals controls από πέρυσι έως τις ημέρες μας οδηγεί στο ακόλουθο συμπέρασμα: Οι εταιρίες και ιδίως οι εισαγωγικές, δεν αντιμετωπίζουν πλέον ιδιαίτερα προβλήματα.
Συγκεκριμένα, με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) της 28ης Ιουνίου 2015 το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους επωμίστηκε την ευθύνη για την σύσταση και λειτουργία της Επιτροπής Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών (ΕΕΤΣ). Από την πρώτη ημέρα, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου, υπηρεσιακά στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών, της Τράπεζας της Ελλάδας, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθώς και της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών ανταποκρίθηκαν, όσο το επέτρεπαν οι συνθήκες, στις απαιτήσεις των ακραίων έκτακτων συνθηκών που είχαν δημιουργηθεί. Άμεση προτεραιότητα δόθηκε στις συναλλαγές ζωτικού χαρακτήρα, αναφορικά με τα φάρμακα, πετρέλαιο, τρόφιμα, στρατιωτικό υλικό, δαπάνες υγείας στο εξωτερικό κλπ.
Η τραπεζική αργία έληξε στις 20 Ιουλίου 2015, οπότε και επαναλειτούργησαν τα πιστωτικά ιδρύματα, με περιορισμένο αριθμό εργασιών. Μέχρι την ημερομηνία εκείνη είχαν αποτυπωθεί τα προβλήματα και οι δυσλειτουργίες των διαδικασιών για επιχειρήσεις και πολίτες. Κομβικού χαρακτήρα, για την διευκόλυνση των συναλλαγών των επιχειρήσεων, υπήρξε η από τότε απόφαση για αποκέντρωση των εργασιών της ΕΕΤΣ. Αυτό έγινε με την ενεργοποίηση των ειδικών ανά πιστωτικό ίδρυμα υποεπιτροπών εγκρίσεων, με αρμοδιότητα την εξέταση αιτημάτων εξαγωγής συναλλάγματος (για εισαγωγές κ.λπ) που βρίσκονται εντός συγκεκριμένων ορίων.
Τα όρια αυτά από τότε διευρύνθηκαν σημαντικά. Σήμερα, εγκρίσεις από τις νε λόγω υποεπιτροπές των τραπεζών, διαμορφώνονται σε 250.000 ευρώ ανά πελάτη ημερησίως (από 100.00 ευρώ αρχικά). Αιτήσεις άνω των 250.000 ευρώ εξετάζονται από την ΕΕΤΣ, σε χρόνο 4-5 ημερών. Ταυτόχρονα, έχουν απλοποιηθεί εξαιρετικά οι εγκρίσεις για την πληρωμή τιμολογίων μέχρι 20.000 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, η συναλλαγή στις περισσότερες των τραπεζών μπορεί να γίνει ηλεκτρονικά με ελάχιστη τεκμηρίωση μέσα από την κατάθεση υπεύθυνης δήλωσης των επιχειρήσεων. Είναι γεγονός ότι τα capital controls, την βραχυπρόθεσμη περίοδο, έπληξαν τις λιανικές πωλήσεις, λόγω περιορισμού της ρευστότητας των καταναλωτών. Με την ενίσχυση όμως της χρήσης του πλαστικού χρήματος η εικόνα στο λιανεμπόριο σταδιακά βελτιώνεται.
Επίσης θεσπίστηκαν από την ΕΕΤΣ αντικειμενικές διαδικασίες διαχείρισης και προτεραιοποίησης των αιτημάτων πελατών, λαμβάνοντας υπόψη το χρονικό περιθώριο πληρωμής, π.χ. ληξιπρόθεσμα τιμολόγια, τον τύπο του εισαγόμενου προϊόντος κ.λπ. Για το σκοπό αυτό σημαντική υπήρξε η απόφαση, που αφορούσε στον ορισμό ειδικού πίνακα, όπου σημειώνεται η σειρά προτεραιότητας για τις διάφορες κατηγορίες εισαγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Αυτές σταδιακά διευρύνθηκαν και συμπεριλαμβάνουν πλέον όλες τις συναλλαγές.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η διαχείριση των κεφαλαιακών περιορισμών, μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες υπήρξε επιτυχημένη. Τα διευρυμένα όρια εγκρίσεων που ισχύουν σήμερα, το ξεπέρασμα των αρχικών δυσλειτουργιών και των καθυστερήσεων στην έγκριση των αιτημάτων, έχουν εξομαλύνει τις αρχικές επιπτώσεις όσον αφορά το διεθνές εμπόριο. Ωστόσο, η ύπαρξη κεφαλαιακών περιορισμών, δημιουργεί εκ των πραγμάτων πρόσθετο διοικητικό κόστος και στρέβλωση της επιχειρηματικότητας. Στοίχημα του επόμενου διαστήματος μετά την επιτυχή αξιολόγηση αποτελεί η περαιτέρω χαλάρωση με στόχο την ολοκληρωτική άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, προκειμένου να επιστρέψουν κεφάλαια στο τραπεζικό σύστημα και να υλοποιηθούν σημαντικές επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Συχνά τα capital controls χρησιμοποιούνται ως αιτία διακοπής λειτουργίας διαφόρων εταιριών. Εφόσον η όποια ενδιαφερόμενη εταιρία δεν αντιμετώπισε την αρνητική θέση της ΕΕΤΣ σε οποιοδήποτε αίτημά της αναφορικά με τις εισαγωγές, που ήθελε να κάνει ή οτιδήποτε σχετικό, κακώς χρησιμοποιούνται τα capital controls ως τέτοια αιτία. Στις περιπτώσεις αυτές λοιπόν αλλού εντοπίζονται οι λόγοι κλεισίματος των εταιριών.