Καμπανάκι κινδύνου από την ΕΚΤ για την Ελλάδα και την ευρωζώνη
Αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περιόρισαν σήμερα τις προσδοκίες να χαλαρώσει άμεσα το πλαίσιο της χρηματοδότησης για την Ελλάδα, λέγοντας πως σε ό,τι αφορά την αποδοχή των ομολόγων της χώρας ως εγγύηση για τη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα, η απάντηση παραμένει «όχι».
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Φρανκφούρτη, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε τη σοβαρότητα της κατάστασης αναφορικά με την Ελλάδα. «Μόνο όταν θα έχει ολοκληρωθεί και θα είναι επιτυχής η τελική αξιολόγηση του προγράμματος, εμείς, το διοικητικό συμβούλιο, μπορούμε να εξετάσουμε πιθανή αλλαγή. Αλλά όχι πριν από τότε» δήλωσε ο Βίτορ Κονστάνσιο, σχολιάζοντας την χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Τα σχόλιά του απηχούν τις δηλώσεις που έκανε νωρίτερα ο Έβαλντ Νοβότνι, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. «Υπάρχει πάντα πολύ θόρυβος σε μια τέτοια κατάσταση και νομίζω ότι το βασικό είναι να ξεχωρίζουμε το θόρυβο από το γεγονότα», δήλωσε ο Νοβότνι στην τηλεόραση του CNBC. «Για εμάς, είναι αρκετά ξεκάθαρο ότι έχουμε συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται. Η μία είναι εάν μπορούμε για παράδειγμα να αποδεχθούμε ελληνικούς τίτλους, ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα. Η απάντηση προς το παρόν είναι: όχι» είπε.
Παράλληλα, διαμήνυσε ότι, ενώ η Ελλάδα δεν θα βγει από την ευρωζώνη, θα μπορούσε εντούτοις να χρεοκοπήσει. «Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν θα συμβεί μια έξοδος της Ελλάδας» είπε προσθέτοντας ότι «αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να συμβούν πολλά πράγματα που δεν θα είναι καλά».
Αναφορικά με τις τράπεζες, ο Βίτορ Κονστάνσιο εξήγησε ότι «δεν υπάρχει αυτόματη σύνδεση μεταξύ, ας πούμε, μιας χρεοκοπίας της ελληνικής κυβέρνησης και αφερεγγυότητας των ελληνικών τραπεζών».
Η ΕΚΤ εκφράζει εξάλλου την ανησυχία του για την απουσία συμφωνίας για την Ελλάδα, κάτι που δημιουργεί τον κίνδυνο να αυξηθούν τα κόστη χρηματοδότησης στις αγορές άλλων χωρών της ευρωζώνης, κυρίως αυτών της περιφέρειας.
Η «εύρωστη» ανάπτυξη της παράλληλης οικονομίας στην ευρωζώνη, μαζί με εκείνη των τραπεζικών δραστηριοτήτων που δεν υπόκεινται στον έλεγχο των αρχών, αυξάνει τον εν δυνάμει κίνδυνο μετάδοσης σε περίπτωση κρίσης, προστίθεται στην έκθεση.
Ο θεσμός διαπιστώνει ότι η εμπιστοσύνη στις χρηματαγορές υπήρξε «συνολικά θετική» τους έξι τελευταίους μήνες και εκφράζει την ικανοποίησή του για τη βελτίωση των πιστώσεων στην πραγματική οικονομία.
Εντούτοις «υπήρξαν στιγμές επανειλημμένων εντάσεων στις παγκόσμιες χρηματαγορές», προσθέτει ο θεσμός, ο οποίος εντοπίζει «ευάλωτα σημεία» κυρίως στον τραπεζικό τομέα.
Η αποδοτικότητα αριθμού ευρωπαϊκών τραπεζών εξακολουθεί να θεωρείται «ασθενής», ενώ το περιβάλλον των πολύ χαμηλών επιτοκίων δημιουργεί «αυξανόμενες προκλήσεις» για τους ασφαλιστές, το οικονομικό μοντέλο των οποίων -να αποδώσουν όσο το δυνατόν καλύτερα τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι πελάτες- υφίσταται σκληρή δοκιμασία.