Stratfor: Oι ελληνικές συνομιλίες ενισχύουν την ένταση σε Αθήνα και Βερολίνο
Η ελληνική οικονομική κρίση αρχίζει να δημιουργεί πολιτικές τριβές στη Γερμανία καθώς το Βερολίνο προσπαθεί να βρει ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και την δέσμευσή του για την προστασία των χρημάτων των φορολογουμένων.
Η χθεσινή παραίτηση εξέχοντος Γερμανού συντηρητικού βουλευτή υπογραμμίζει τη δυσκολία που θα έχει το Βερολίνο στο να περάσει στο εσωτερικό του την όποια συμφωνία Ελλάδας-Γερμανίας, επισημαίνει ανυπόγραφη ανάλυση του STRATFOR με τίτλο «Greek Talks Create Strain in Athens and Berlin», προσθέτοντας ότι οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας σχετικά με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν είναι κάτι καινούργιο. Τα έξι χρόνια κρίσης ενίσχυσαν τις αντιδράσεις γερμανικών θεσμών και πολιτικών ηγετών στην διοχέτευση χρημάτων των φορολογουμένων προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Η Αθήνα και οι πιστωτές της θα επιτύχουν συμφωνία εντός του Απριλίου αλλά οι εντάσεις στη Γερμανία θα περιπλέξουν τις διαπραγματεύσεις μετά τον Ιούνιο όταν θα ολοκληρωθεί το τρέχον σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας. Η Αθήνα με τους πιστωτές της θα πρέπει να επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να συζητήσουν αυτή τη φορά μια πολύ πιο συνεκτική και πολιτικά οδυνηρή συμφωνία. Η Αθήνα θα βρεθεί στο μεταξύ αντιμέτωπη με τις δικές διαιρέσεις καθώς ένα νέο σχέδιο διάσωσης θα προκαλούσε αντιστάσεις και στην Ελλάδα.
Όπως επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, η ελληνική κρίση έχει αρχίσει να παράγει πολιτικές συνέπειες εντός της Γερμανίας, καθώς οι συντηρητικοί βουλευτές τάσσονται κατά της παροχής οικονομικής βοήθειας προς την Αθήνα. Χθες παραιτήθηκε ο Peter Gauweiler, αντιπρόεδρος της Ένωσης Χριστιανοκοινωνιστών διαμαρτυρόμενος για την πολιτική της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας. Ο Peter Gauweiler ήταν ένας από τους βουλευτές που ψήφισε κατά της τετράμηνης παράτασης του ελληνικού σχεδίου διάσωσης, στα τέλη Φεβρουαρίου, καθώς θεωρεί ότι η Αθήνα δεν είναι σοβαρή σχετικά με τις υποσχέσεις της για την υλοποίηση οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
Η Γερμανία κυβερνάται σήμερα από μια ευρεία συμμαχία που ελέγχει 504 έδρες στο Γερμανικό Κοινοβούλιο, το οποίο σημαίνει ότι η θέση της Μέρκελ δεν είναι τόσο επισφαλής όσο του Έλληνα Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα. Ο Peter Gauweiler, ωστόσο, αντιπροσωπεύει μια ομάδα συντηρητικών δυνάμεων η οποία αντιτίθεται στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ειδικά εάν αυτή περιλαμβάνει την αύξηση των γερμανικών δαπανών προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια. Η διαφορά σήμερα, από τις παλαιότερες αντιδράσεις τους, είναι ότι η Γερμανία επιχειρεί να επιτύχει έναν συμβιβασμό, μετά από έξι χρόνια ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης, τη στιγμή που αυξάνονται οι αντιθέσεις προς το ευρωπαϊκό σχέδιο τόσο στο εσωτερικό της όσο και στο εξωτερικό.
Σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικά επιχειρήματα θεσμοί όπως η Bundesbank και πολιτικά κόμματα όπως οι Εναλλακτικοί για την Γερμανία δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της γερμανικής πνευματικής ελίτ αντιτίθεται στην ιδέα του Βερολίνου να χρησιμοποιήσει τα χρήματα των φορολογουμένων σε πακέτα βοήθειας προς την μεσογειακή Ευρώπη.
Η Αθήνα εργάζεται για την διαμόρφωση μιας επικαιροποιημένης λίστας προτάσεων προς το Eurogroup με την ελπίδα να αποδεσμεύσει μέρος τουλάχιστον της δόσης του σχεδίου διάσωσης τον Απρίλιο. Τα προσχέδια των προτάσεων δείχνουν ότι η Ελλάδα επιθυμεί να προωθήσει ορισμένες ιδιωτικοποιήσεις (συμπεριλαμβανομένου μέρους του Λιμένα του Πειραιά και περιφερειακών αεροδρομίων) διατηρώντας ταυτόχρονα κάποιους από τους πιο αμφιλεγόμενους φόρους, όπως αυτούς στα ακίνητα, και εισάγοντας καινούργιους.
Στόχος της Ελλάδας είναι να διασφαλίσει μια συμφωνία με το Eurogroup πριν τις 9 Απριλίου, όταν θα πρέπει να αποπληρώσει χρέος προς το ΔΝΤ ύψους 450 εκ. ευρώ. Ο κ. Τσίπρας επιδιώκει να συγκληθεί το Eurogroup πριν από το (καθολικό) Πάσχα αλλά αυτό μοιάζει απίθανο. Οι πιστωτές της Ελλάδας θα προσπαθήσουν ενδεχομένως να παρατείνουν τις διαπραγματεύσεις για λίγες ακόμη ημέρες για να αποσπάσουν πρόσθετες παραχωρήσεις από την Αθήνα.
Εν τω μεταξύ ο κ. Τσίπρας θα πρέπει να περάσει τις προτάσεις του στο εσωτερικό, ειδικά στο κόμμα του. Στις 30 Μαρτίου ο κ. Τσίπρας απέτυχε να κερδίσει τη στήριξη για το πρόγραμμά του από την αντιπολίτευση, η οποία κατηγορεί την κυβέρνηση για έλλειψη διαφάνειας στις διαπραγματεύσεις της με τους πιστωτές. Στις 31 Μαρτίου τα ελληνικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συγκαλέσει συνεδρίαση του κόμματος στις 4 Απριλίου για την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με τα επερχόμενα μέτρα.
Η ανάλυση κάνει αναφορά στις αντιθέσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι «το ένα τρίτο περίπου των βουλευτών του κόμματος αντιτίθεται στα αιτήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ειδικά στην πώληση κρατικών εταιρειών». Η συνάντηση της 4ης Απριλίου θα έχει πιθανώς δύο στόχους την επίτευξη συναίνεσης για τις άμεσες μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να ψηφίσει το Ελληνικό Κοινοβούλιο και κυρίως την χάραξη μιας συνεκτικής στρατηγικής για τις διαπραγματεύσεις μετά τον Ιούνιο.
Η γερμανική κυβέρνηση ενδιαφέρεται για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, για πολιτικούς λόγους κυρίως. Το Βερολίνο αντιμετωπίζει την νομισματική ένωση ως τον σημαντικότερο προορισμό του για εξαγωγές και ως την κύρια σφαίρα επιρροής του. Η Γερμανία φοβάται ότι εάν η Ελλάδα φύγει από την Ευρωζώνη θα ακολουθήσουν και άλλοι. Το γεγονός αυτό καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο συμβιβασμού τον Απρίλιο. Μέλη του Γερμανικού Κοινοβουλίου εργάζονται ήδη με την Bundestag για να διασφαλίσουν την πολιτική στήριξη μόλις επιτευχθεί συμφωνία με την Αθήνα.
Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι η ελληνική και η γερμανική κυβέρνηση έχουν αντιθετικές ατζέντες. Ο κ. Τσίπρας υποσχέθηκε ότι θα θέσει τέλος στα μέτρα λιτότητας, θα επαναδιαπραγματευθεί το χρέος της Ελλάδας και ότι θα διατηρήσει την χώρα στην Ευρωζώνη, αλλά είναι απίθανο να τηρήσει ταυτόχρονα όλες αυτές τις υποσχέσεις. Η κα Μέρκελ υποσχέθηκε επίσης να διαφυλάξει την νομισματική ένωση προστατεύοντας ταυτόχρονα τα χρήματα των φορολογουμένων, μια ισορροπία που το Βερολίνο δυσκολεύεται ολοένα περισσότερο να βρει.
Ελλάδα και Γερμανία θα επιτύχουν μια συμφωνία, αλλά και οι δύο κυβερνήσεις δύσκολα θα μπορέσουν να την περάσουν στο εσωτερικό τους. Το γεγονός αυτό φέρνει στην επιφάνεια ένα κρίσιμο χαρακτηριστικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι οι συμφωνίες που επιτεύχθηκαν σε διεθνές επίπεδο θα πρέπει να λάβουν την έγκριση των εθνικών Κοινοβουλίων, ενώ αυτό που περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση είναι ότι το Βερολίνο και η Αθήνα συζητούν μόνο την τετράμηνη παράταση, γεγονός που σημαίνει ότι ο τρέχων γύρος συνομιλιών αποτελεί μόλις το πρελούδιο μιας μεγαλύτερης κρίσης στα μέσα του έτους.