Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής
Δημοσίευση: 29 Οκτωβρίου 2014 13:42«Κίτρινη κάρτα» στον ΣΥΡΙΖΑ για ασαφείς υποσχέσεις που προκαλούν οικονομική αβεβαιότητα
Των Παναγιώτη Δημητρακόπουλου και Νίκου Ρογκάκου
«Πυρά» και για τον ΣΥΡΙΖΑ περιέχει η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, που εξετάζει την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Οι αναλυτές της Βουλής, ανάμεσα στα καμπανάκια που χτυπούν για την κυβέρνηση, στιγματίζουν την στάση του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως σε ότι αφορά την αοριστία μιας σειράς δηλώσεων και προθέσεων για την απόρριψη μνημονιακών δεσμεύσεων και διάφορες εξαγγελίες παροχών και ρυθμίσεων πχ. για «ολική σεισάχθεια».
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση «ο τρόπος με τον οποίο τίθενται άμεσα ή έμμεσα αναδιανεμητικά ζητήματα (πχ. η εφαρμογή δικαστικών αποφάσεων για αναδρομικές αυξήσεις μισθών, η αύξηση συντάξεων, η φοροδιαφυγή, η ολική «σεισάχθεια»), σε συνδυασμό με μεταρρυθμιστικές υστερήσεις δε συμβάλλει, λόγω των αβεβαιοτήτων που προκαλεί, στην δημιουργία συνθηκών διατηρήσιμης ανάπτυξης».
Αιχμές σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ, παράλληλα με αυτές για την Κυβέρνηση, αφήνονται και σε ότι αφορά την καλλιέργεια και διατήρηση κλίματος πολιτικής αβεβαιότητας, εξ αφορμής και της διαδικασίας για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
«Οι δισταγμοί και οι ανακολουθίες στην μεταρρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης, η ανυπαρξία συντεταγμένης αναπτυξιακής πολιτικής και η ασάφεια των θέσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν συμβάλλουν στην δημιουργία κλίματος σταθερότητας στην οικονομική πολιτική» και έτσι «αποθαρρύνονται σοβαρές επενδύσεις που κατά κανόνα χρειάζονται σταθερό και άρα προβλέψιμο πολιτικό περιβάλλον», αναφέρει η έκθεση.
Μεταρρυθμιστική αναβλητικότητα
Στην έκθεση του, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, αν και σημειώνει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή και οι μεταρρυθμίσεις γίνονται σε συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον σαν να είναι «πάνω σε κινούμενη άμμο», προσάπτει αυξημένη μεταρρυθμιστική αναβλητικότητα στην Κυβέρνηση, η οποία συχνά «διαπραγματεύεται κατά πόσο μπορούν να τροποποιηθούν ή να ανακληθούν» δεσμεύσεις στο πλαίσιο του μνημονίου ή οδηγείται σε ανασχεδιασμούς και έτσι «τροφοδοτεί την γενικότερη αβεβαιότητα που με την σειρά της εμποδίζει την ανάπτυξη».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «η εντύπωση που έχουμε είναι ενός εργοταξίου όπου το έργο προχωρεί χωρίς αποσαφηνισμένο σχέδιο ή είναι υπό συνεχή διαπραγμάτευση και δεν τελειώνει ποτέ».
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Βουλής, ακόμη «δεν έχει διαμορφωθεί ένα εθνικό πρόγραμμα για την εποχή μετά από το «τρέχον» μνημόνιο» και ως τώρα έχουμε γενικές αναφορές σε επιθυμητούς στόχους, όπως συμβαίνει και για το νέο αναπτυξιακό πρότυπο για την χώρα, που όλοι αναγνωρίζουν την ανάγκη ύπαρξης του, αλλά ακόμη «δεν υπάρχει σαφής προσανατολισμός».
Ταυτόχρονα, υπογραμμίζουν ότι «δεν είναι εμφανές από πού προκύπτει αριθμητικά το 2,9%», που είναι η πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2015, ενώ διατυπώνουν την εκτίμηση ότι «η οικονομία πρέπει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμα για να περάσει σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και ικανοποιητική μείωση της ανεργίας».
Πιστωτική γραμμή από την Ε.Ε
Σε ότι αφορά την χρηματοδότησης της χώρας μετά από το τέλος του μνημονίου, εποχή που πρέπει να εδραιωθεί και το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής θεωρεί ως «απολύτως απαραίτητη την συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς», καθώς τέτοιο αξιόπιστο πρόγραμμα «πρέπει να στηρίζεται σε φθηνούς πόρους που προέρχονται από τον ΕΜΣ, ΕΚΤ και άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Παράλληλα εκφράζει τις έντονες επιφυλάξεις του για τις σχεδιαζόμενες προσφυγές στις διεθνείς αγορές για δανεισμό, ιδίως στο πλαίσιο «της ρητορικής του «τέλους» του μνημονίου», καθώς αυτές «μπορεί να προκαλέσουν τεράστιο κόστος σε μια ήδη εξασθενημένη οικονομία και σκληρότερη εποπτεία από τις αγορές, που δεν είναι προβλέψιμες».
Μεγάλη η δημοσιονομική προσαρμογή
Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνεται πάντως ότι η δημοσιονομική πολιτική οδήγησε στην εξάλειψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, «μιας από τις ασθένειες της χώρας που την οδήγησε στην κρίση του 2010».
Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει την καθοριστική συμβολή στην εξυγίανση της οικονομίας, μιας μακράς λίστας μέτρων που έχουν ληφθεί τα τελευταία χρόνια και τονίζει ότι δεν πρέπει να υποτιμηθεί το αποτέλεσμα της μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία επιτεύχθηκε με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος και αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά «στις δύσκολες διαπραγματεύσεις κυρίως με τους εταίρους στην Ευρωζώνη, τον ESM και την ΕΚΤ».
Ωστόσο, όπως γράφουν οι αναλυτές της Βουλής, «μια σειρά από δείκτες, όπως για παράδειγμα η ανεργία των νέων, η φτώχεια, η ανισότητα, η εισοδηματική εξαθλίωση διαφόρων ομάδων του πληθυσμού κλπ. φανερώνουν ότι η επιτευχθείσα μακροοικονομική ισορροπία είναι εύθραυστη, καθώς τα κοινωνικά προβλήματα, εάν δεν θεραπευτούν έγκαιρα, θα απειλήσουν την όποια οικονομική πρόοδο».