Τριμηνιαία έκθεση
Δημοσίευση: 31 Οκτωβρίου 2013 15:50«Καμπάνες» από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής
Του Παναγιώτη Δημητρακόπουλου
Η κατάσταση της οικονομίας παραμένει κρίσιμη και με αβέβαιες προοπτικές σε ότι αφορά τον περιορισμό της ύφεσης, την καταπολέμηση της ανεργίας αλλά και την διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος, που όπως όλα δείχνουν, θα επιτευχθεί φέτος, επισημαίνει στην τριμηνιαία έκθεση του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το οποίο βλέπει παράλληλα ως θετικά σημάδια τις μεγάλες επενδύσεις που έχουν αρχίσει να υλοποιούνται και τις προβλέψεις διάφορων φορέων για το 2014, οι οποίες όμως είναι «εύθραυστες» λόγω της ρευστούς διεθνούς κατάστασης.
Στα συμπεράσματα της έκθεσης, που δημοσιοποιείται 4 ημέρες πριν επιστρέψουν οι επικεφαλής της τρόικας στην Αθήνα, κυριαρχούν τα εξής:
- Η οικονομική κατάσταση, σε επίπεδο πραγματικής οικονομίας (=παραγωγής και απασχόλησης) είναι κρίσιμη, τριάμισι χρόνια μετά την έναρξη των προγραμμάτων προσαρμογής και απειλεί ό,τι επιτεύχθηκε με τη δημοσιονομική διαχείριση.
- Το ΑΕΠ εξακολουθεί το 2013 να συρρικνώνεται (κατά 4% περίπου) και μαζί του εισοδήματα και κοινωνικές δαπάνες.
- Η λιτότητα οδήγησε τα χρόνια που πέρασαν σε πολύ μεγαλύτερη από την αναμενόμενη ύφεση, με αποτέλεσμα ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ να έχει ξεπεράσει τα επίπεδα του 2010.
- Η ανεργία έχει εκτοξευθεί σε υψηλότερα επίπεδα από όσο σε άλλες χώρες που εφάρμοσαν παρόμοιες πολιτικές, συνεχίζει να αυξάνεται και πλησίασε το 28% του εργατικού δυναμικού. Οι εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ και οι απαισιόδοξες προβλέψεις του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για το 2014 δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος.
- Η ανεργία, τροφοδοτεί τις διάχυτες αμφιβολίες για τις προοπτικές της χώρας (και των νέων).
- Αναπόφευκτα, η κρίση έπληξε βαρύτατα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων άλλαξε την εικόνα των κέντρων σε μεγάλες και μικρές πόλεις της χώρας. Τα άτομα βιώνουν σήμερα μεγάλες ανατροπές στη ζωή τους. Οι προσδοκίες επίσης φθίνουν εδώ και έξι χρόνια.
«Ωστόσο υπάρχουν σημάδια οικονομικής σταθεροποίησης»
- Οι αρνητικοί ρυθμοί μεγέθυνσης μειώθηκαν.
- Διάφορες προβλέψεις δείχνουν ότι το 2014 θα υπάρξει έστω μικρή άνοδος του ΑΕΠ αν και υπάρχουν πιο απαισιόδοξες προβλέψεις για περαιτέρω πτώση του ΑΕΠ.
- Ορισμένα ιδιωτικά επενδυτικά σχέδια προχωρούν (Cosco, Philip Morris, υδροπλάνα κ.α.).
- Τα μεγάλα έργα φαίνεται ότι βρίσκονται στα πρόθυρα της επανεκκίνησης.
- Μερικές ιδιωτικοποιήσεις θα απαλλάξουν το κράτος από μελλοντικά βάρη.
- Ο αγωγός φυσικού αερίου ΤΑP δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσκολίες.
- Ο τουρισμός πήγε καλά και όλα δείχνουν ότι στο τέλος του χρόνου η χώρα θα πετύχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Στην έκθεση επισημαίνεται ακόμη ότι «από μακροχρόνια άποψη πρέπει να λάβουμε υπόψη τις ποικίλες «διορθώσεις» του κρατικού παρεμβατισμού της χώρας: Ο νέος νόμος για τις επενδύσεις θα τεθεί (μετά από σημαντικές καθυστερήσεις) σε εφαρμογή ανοίγοντας τον δρόμο για διαδικασίες fast truck, η κυβέρνηση άρχισε να εφαρμόζει στην τουριστική εκπαίδευση το γερμανικό σύστημα που μοιράζει τον χρόνο ανάμεσα σε θρανία και επιχειρήσεις, αντιμετωπίζει τη φοροδιαφυγή με περισσότερο σθένος (και αυστηρότερες τιμωρίες) κλπ.».
Όπως τονίζεται «ενθαρρυντικά μηνύματα ότι οι συναινέσεις είναι δυνατές εκπέμπουν οι συγκλίσεις κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης σε θέματα οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Τέτοια ζητήματα είναι π.χ. η παραμονή της χώρας στη Ζώνη του Ευρώ, η αναδιάρθρωση του χρέους και η αναθεώρηση του προγράμματος προσαρμογής».
Αβέβαιη η επιστροφή στην ανάπτυξη
Οι συντάκτες της έκθεσης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου σε ότι αφορά το γύρισμα της οικονομίας σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης. Όπως αναφέρουν «η επιστροφή στην ανάπτυξη δεν έχει διασφαλισθεί. Ο κίνδυνος πολιτικής αστάθειας δεν έχει εξαλειφθεί. Οι αντιδράσεις σε κάθε μεταρρυθμιστικό μέτρο είναι μεγάλες καθώς ατομικά και συλλογικά συμφέροντα ανθίστανται είτε επειδή εμμένουν στη διατήρηση των παλαιών προνομίων είτε επειδή δεν έχουν πεισθεί για τη τελική έκβαση της τρέχουσας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Επίσης, οι επενδύσεις εξακολουθούν να υποχωρούν, η τραπεζική χρηματοδότηση της οικονομίας παραμένει ασθενική και οι αποταμιεύσεις, μετά από μια σύντομη περίοδο ανόδου, δείχνουν να υποχωρούν. Παρατηρούνται φαινόμενα μεταφοράς των εδρών των επιχειρήσεων στο εξωτερικό με τον ένα ή άλλο τρόπο».
Ίσως, η μεγαλύτερη πηγή αβεβαιοτήτων είναι τα ελλείμματα, οικονομικά και θεσμικά, σε μια σειρά τομέων του Δημοσίου. Η Δημόσια Διοίκηση δυσλειτουργεί, η δικαιοσύνη παραμένει χρονοβόρα, η φοροδιαφυγή συνεχίζεται παρά τα διάφορα μέτρα, οι αλλεπάλληλες αλλαγές στη φορολογική νομοθεσία τροφοδοτούν την αβεβαιότητα, η διάρθρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών δεν επιτρέπει τη μείωση των τιμών. Γενικά, δεν έχουμε ακόμη σαφή εικόνα για το τι ακριβώς απέδωσαν διάφορες μεταρρυθμίσεις.
Άγνωστο αν θα διατηρηθεί το πλεόνασμα
Σε ότι αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα που φαίνεται πως θα επιτευχθεί φέτος, στην έκθεση χαρακτηρίζεται ως σημαντικό γεγονός καθώς προέρχεται από μια «δημοσιονομική προσαρμογή μεγάλη, που για πολλούς ήταν υπερβολική ή έγινε με λάθος τρόπο. Παρά το μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος, το αποτέλεσμα δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Θα συμβάλλει στις δύσκολες διαπραγματεύσεις κυρίως με τους εταίρους στην Ευρωζώνη, το ESM και την ΕΚΤ. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν αυτή η πρόοδος είναι «διατηρήσιμη», δεδομένου ότι η ύφεση ήταν πολύ μεγάλη, η ανεργία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο και ο λόγος χρέους/ΑΕΠ επιδεινώθηκε σε σχέση με το 2010.
Σε άλλο σημείο αναφέρεται «χωρίς να υποβαθμίζεται η τεράστια σημασία της επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος, τονίζεται η ανάγκη της βιωσιμότητας του. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν πολιτικές που θα ξεπερνούν τα όρια των συμβατικών δεσμεύσεων της χώρας με τους δανειστές. Αυτές οι πολιτικές πρέπει να εντάσσονται σε ένα συνολικό σχεδιασμό, πρώτον, μακροχρόνιας στόχευσης, αλλά και κατά τομείς και κλάδους και δεύτερο, άμεσης απόδοσης, προκειμένου να υπάρξουν άμεσες λύσεις σε επείγοντα προβλήματα, όπως η μείωση της ανεργίας, η έξοδος από την ύφεση με επενδύσεις και η αύξηση των εξαγωγών».
Θολό το διαπραγματευτικό τοπίο
Ενόψει της διαπραγμάτευσης με την τρόικα, που αρχίζει για σειρά καυτών θεμάτων σε λίγες ημέρες, οι ειδικοί του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής επισημαίνουν ότι «το διαπραγματευτικό τοπίο είναι ασαφές και χαρακτηρίζεται από διαφορές ανάμεσα στους εμπλεκόμενους «παίκτες» (ΔΝΤ, ΕΚΤ, κυβερνήσεις των Βορείων χωρών της ΕΕ, ΗΠΑ, ελληνική κυβέρνηση, τράπεζες και επενδυτικά ταμεία κ.α.). Η συζήτηση συχνά εστιάζεται στο αν θα επιτευχθούν τα προβλεπόμενα «πρωτογενή πλεονάσματα» το 2013 και 2014. Ανοιχτό παραμένει το ερώτημα αν το επόμενο έτος (2014) θα επιτευχθεί όχι απλά ένα πρωτογενές πλεόνασμα αλλά ένα πρωτογενές πλεόνασμα όπως προβλέπεται στο Μεσοπρόθεσμο και τι θα γίνει τη διετία 2015-16. Η Τρόικα αμφισβητεί ότι θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι. Ο υπουργός οικονομίας δέχεται μεν ότι θα υπάρξει δημοσιονομικό κενό, αλλά ότι αυτό θα είναι πολύ μικρότερο από όσο υπολογίζει η τρόικα. Αν αυτό συμβεί θα πρέπει να καλυφθεί με νέα («στοχευμένα») μέτρα ή με άλλο τρόπο.
Συναφώς, είναι αμφίβολο αν θα καταστεί εφικτή η διατήρηση ενός «υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος», τουλάχιστον μέχρι το 2020, όπως προβλέπεται από τις επίσημες συμφωνίες.
Παραμένει μέγα θέμα η φοροδιαφυγή
«Η πάταξη της φοροδιαφυγής θα παραμείνει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα το 2014 και μετέπειτα» τονίζεται στην έκθεση, όπου αναφέρεται ότι «δεν γνωρίζουμε ακόμη τον βαθμό απόδοσης των μέτρων τόσο στο παρόν όσο φυσικά και στο μέλλον. Οι εξελίξεις ακόμη και το τελευταίο τρίμηνο του 2013 έδειξαν πόσο επίμονο και βαθιά ριζωμένο είναι το φαινόμενο. Θα απαιτηθεί μια ριζική αλλαγή στο επίπεδο των συνειδήσεων και των νοοτροπιών προκειμένου να περιορισθεί σημαντικά.
Συνολικά πάντως αποτιμάται ότι «η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων με δεδομένο το τεράστιο όγκο χρέους και την υποχώρηση των οικονομικών δραστηριοτήτων δεν εγγυάται από μόνη της τη διατηρησιμότητα των μακροοικονομικών ισορροπιών", ενώ σε ότι αφορά την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού χωρίς νέο δάνειο, οι συντάκτες του κειμένου υποστηρίζουν ότι «υπάρχει αβεβαιότητα ως προς την έκβαση του κυβερνητικού σχεδιασμού. Κατά συνέπεια έχει ανακύψει ως ενδεχόμενο το ζήτημα της κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού (ή τουλάχιστον μέρους αυτού) μέσω μιας νέας δανειακής σύμβασης. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων του 2013, 2014 και 2015-16 δεν πρέπει να αποτρέψει την προσοχή μας από το μείζον πρόβλημα χρέους και των μελλοντικών επιβαρύνσεων ως το 2020 ή 2022 που απειλούν να ωθήσουν τη χώρα σε μια μακρά διαδικασία στασιμότητας και αστάθειας.
Όσο παραμένει υψηλά το χρέος τόσο δυσκολεύει ο δρόμος προς την ανάπτυξη και δη την διατήρηση της αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, συμπληρώνοντας «εν κατακλείδι, γίνεται ολοένα και πιο φανερό, ότι η σταθεροποίηση της δημοσιονομικής ισορροπίας σε βάθος χρόνου (και η επιστροφή στην ανάπτυξη) προϋποθέτει όχι μόνο αποφασιστικότητα από την ελληνική πλευρά, αλλά και αλλαγές στις ως τώρα επιλογές ιδίως των ευρωπαϊκών θεσμών και των κρατών μελών της Ευρωζώνης».
Στην έκθεση γίνεται ειδική μνεία για την υστέρηση στην είσπραξη φορολογικών εσόδων, η οποία αποδίδεται στην συρρίκνωση των εισοδημάτων, την υπερφορολόγηση που αποτελεί κίνητρο φοροδιαφυγής και την μεγάλης έκτασης παραοικονομία, που απέκτησε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις κατά τα τελευταία χρόνια.
Σήμα κινδύνου για το ασφαλιστικό
Το πρόβλημα επαρκούς ρευστότητας και χρηματοδότησης των ασφαλιστικών ταμείων οξύνεται, επισημαίνει η έκθεση που τονίζει ότι «δραστική μείωση των πηγών χρηματοδότησης των ασφαλιστικών ταμείων συνεπάγεται αναπόφευκτα και μείωση των παροχών αυτών των ταμείων, δεδομένου ότι η επιχορήγηση τους από τον προϋπολογισμό δεν μπορεί και ούτε πρέπει να αυξηθεί περισσότερο από ότι έχει προγραμματιστεί για το 2013. Προϋποθέσεις για την επίτευξη της ισορροπίας του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων είναι η αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων από εισφορές καθώς και η αύξηση των εσόδων από έμμεσους φόρους. Όμως και οι δύο προϋποθέσεις δεν ικανοποιούνται το εννεάμηνο του 2013», καταλήγουν οι συντάκτες.